30 Νοεμβρίου 2021

Άγιος Ισαάκ ο Σύρος : Οι ανέσεις και η χριστιανική ζωή


Μην προσκολλάσαι στην ματαιότητα της παρούσης ζωής. Η αίσθηση της παροδικότητος βοηθάει πολύ στην αποκόλληση της ψυχής από τον μάταιο τούτο κόσμο. «Οι μωροί και οι ανόητοι προτιμούν μάλλον την ενταύθα μικράν ανάπαυση παρά την βασιλείαν των ουρανών, μην γνωρίζοντες, ότι κάλλιον είναι να υποφέρη τις παιδεύσεις εις τον αγώνα παρά να αναπαύεται εις στρωμνήν βασιλικήν και να κατακριθή ως ράθυμος. Υπόμεινον λοιπόν τον κόπον του αγώνος εις τον οποίον εισήλθες, ίνα λάβης παρά του Θεού τον στέφανον. Οι άγιοι εν θλίψεσι εδοκιμάσθησαν εις την αγάπην του Χριστού και όχι δι’ αναπαύσεων». Ώστε λοιπόν να παύσουμε να επιζητούμε τις ανέσεις, που μας προσφέρει ο πολιτισμός; Θα ερωτήσουν πιθανώς μερικοί. Όχι βέβαια, αλλά μέχρις εκεί που δεν γίνεται εμπόδιο στην πνευματική μας ζωή. Οι ανέσεις σαν μία ανάγκη ψυχοσωματική του ανθρώπου αλλά και σαν δώρα και αυτά του Θεού μπορούν να αποβούν ωφέλιμες, εάν χρησιμοποιούνται με ένα πνεύμα εσωτερικής ελευθερίας και δεν καταντούν αυτοσκοπός. Από τη στιγμή όμως που πάμε να αντικαταστήσουμε τον Σταυρό, το σύμβολο της θυσίας, με μία αναπαυτική πολυθρόνα φτιάχνοντας έτσι ένα βολικό Χριστιανισμό κομμένο και ραμμένο στις προτιμήσεις μας, βρισκόμαστε έξω από την γνήσια πνευματικότητα και την παράδοση των Αγίων Πατέρων μας. Και εδώ βρίσκεται ο μεγάλος πειρασμός των Χριστιανών της εποχής μας. Εάν ο Χριστιανισμός σήμερα παρουσιάζεται τόσον χλωμός και χλιαρός, μήπως οφείλεται σε ένα μεγάλο βαθμό στο πνεύμα της καλοπέρασης που μας έχει κυριεύσει; Μία αλήθεια που πρέπει να μας προβληματίσει όσο πικρή κι αν φαίνεται. Πηγή: Άγιος Ισαάκ ο Σύρος, “Πατερικές Εμπειρίες”. Εκδ.: Ζωή

29 Νοεμβρίου 2021

ΑΠ’ ΤΗΝ ΠΟΣΟΤΗΤΑ ΣΤΗΝ… ΠΟΙΟΤΗΤΑ!


«Εμείς σαν ατελείς, εκτός από την ποιότητα, έχουμε ανάγκη και από την ποσότητα της προσευχής. Το δεύτερο άλλωστε είναι πρόξενο του πρώτου. «Ο Θεός – λέγει η Γραφή – δίνει προσευχή καθαρή σ’ εκείνον που προσεύχεται, έστω και ρυπαρά, αλλά χωρίς να υπολογίζει κόπο και πόνο (πρβλ. Α΄ Βασ. β΄9)» (Άγιος Ιωάννης Κλίμακος, λόγ. κη΄ 23). Δεν αναιρεί τον εαυτό του ο όσιος. Γιατί ο ίδιος λέει κάπου αλλού «μη ζητάς να λες πολλά στην προσευχή σου, για να μη διασκορπισθεί ο νους σου, αναζητώντας λόγια…. Η πολυλογία στην προσευχή πολλές φορές δημιούργησε στον νου φαντασίες και διάχυση, ενώ αντιθέτως η μονολογία συγκεντρώνει τον νου». Και δεν τον αναιρεί, γιατί κάνει τη διάκριση μεταξύ των αρχαρίων, όλων ημών δηλαδή που είμαστε στις απαρχές της πνευματικής ζωής, και των προχωρημένων και τελείων. Για τους τελείους, για εκείνους που πράγματι έχουν αφιερώσει πλήρως και ολοκληρωτικώς τον εαυτό τους στον Θεό, τα πολλά λόγια… βλάπτουν: τους φέρνουν φαντασίες και διάχυση· εκείνο που έχουν ανάγκη είναι η μονολόγιστη κυρίως ευχή, το «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με», γιατί έχουν ουσιαστικά ανακραθεί με τον Θεό, έχουν γίνει ένα μαζί Του, συνεπώς ολόκληρη η ζωή τους είναι μία προσευχή. Δηλαδή έχουν φτάσει στο σημείο να μη λένε προσευχές, αλλά να έχουν γίνει οι ίδιοι προσευχή – και η αναπνοή τους και το βλέμμα τους και η στάση τους όλη φανερώνουν Ουρανό. Για εμάς όμως τους αρχαρίους και ατελείς ισχύουν άλλα μέτρα και άλλα σταθμά. Είμαστε προσανατολισμένοι προς την κορυφή, αλλά βλέπουμε ότι πατάμε ακόμη πολλή… γη κι έχουμε πολύ δρόμο μπροστά μας! Σαν την καλόγρια εκείνη που μνημόνευε ο άγιος Εφραίμ Κατουνακιώτης, η οποία σαν σε όραμα έβλεπε μεν τους αγίους στην κορυφή ενός βουνού, αλλά όταν θέλησε να τους φτάσει, πιστεύοντας ότι είναι σχεδόν δίπλα της, είδε ότι ο δρόμος της είναι μέσα σε αγκάθια και τριβόλια! Κι έπρεπε να «φτύσει αίμα» κατά τη λαϊκή έκφραση, για να μπορέσει λίγο να προχωρήσει και να ανέβει. Λοιπόν, λέει ο όσιος ότι για εμάς είναι απαραίτητη και η ποσότητα: να επιμένουμε σε πολλές προσευχές και να κοπιάζουμε σ’ αυτές, ξέροντας ότι πολύ συχνά το μυαλό μας θα ξεφύγει. Κι όταν θα έχουμε προχωρήσει με τον τρόπο αυτόν, τότε θα δούμε ότι η ποιότητα θα γίνει και η δική μας αναζήτηση: τα πέντε λόγια που λέει και ο απόστολος (Α΄ Κορ. 14, 19), που θα’ ναι όμως ικανά να ανάψουν το πυρ του Θεού στην ψυχή μας. Είναι λοιπόν μονόδρομος η ορθή ένταξή μας στην εκκλησιαστική ζωή. Το να προσευχόμαστε κατά τον τρόπο της Εκκλησίας σημαίνει ότι προσευχόμαστε με εκείνην την ποσότητα που μας εκβάλλει στην ποιότητα!

28 Νοεμβρίου 2021

ΑΥΤΟΣ ΠΟΥ ΘΑ ΚΑΤΑΛΑΒΕΙ ΠΟΣΟ ΜΙΚΡΟΣ ΕΙΝΑΙ ΑΝΑΚΑΛΥΠΤΕΙ ΤΙΣ ΤΕΡΑΣΤΙΕΣ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΕΣ ΤΟΥ Συνάντηση με τον ζωντανό Θεό


Χρόνος είναι ο τόπος της συνάντησής μας με το Θεό. Αυτό σημαίνει πως μπορώ να συναντηθώ με τον Θεό της αγάπης όσο βρίσκομαι μέσα στα όρια του χρόνου. Πώς όμως θα γίνει αυτό, δεδομένου ότι ο Θεός μου βρίσκεται έξω από τα ασφυκτικά όρια του χωροχρόνου; Πολλές θρησκείες και πολλά φιλοσοφικά συστήματα, ανάμεσά τους και οι Αρχαίοι μας πρόγονοι, υποστήριξαν πως η συνάντηση με τον Θεό πραγματοποιείται στον «χώρο» του Θεού. Έτσι ο άνθρωπος λένε ότι οφείλει να εκστασιαστεί από την πραγματικότητά του, να ανέλθει νοερά στον χώρο εκείνο που υπάρχει ο Θεός. Βεβαίως ο άνθρωπος δεν θα πραγματοποιήσει αυτή την «ανάβαση» με όλο τον εαυτό του. Δεν μπορεί να ακολουθήσει το σώμα και η ύλη αυτή την «ανοδική» πορεία ούτε βέβαια και τα συναισθήματα, τα όνειρα και άλλα παρόμοια «ευτελή» σκιρτήματα της καρδιάς. Κατά συνέπεια η συνάντηση Θεού και Ανθρώπου σε αυτή την προοπτική δεν είναι συνάντηση Θεού και Ανθρώπου αλλά μυστικιστική και εσωτεριστική επαφή Θεού και κάποιου τμήματός του Ανθρώπου. Στην Ορθόδοξη Παράδοση και Πρακτική αυτή η μέθοδος είναι ανεφάρμοστη. Ο Άνθρωπος αδυνατεί να συναντήσει τον Θεό με αυτό τον τρόπο. Ο Θεός όμως, διαπιστώνοντας την αδυναμία του Ανθρώπου για ανάβαση, αναλαμβάνει προσωπική κατάβαση μέχρι την εσχατιά των ανθρωπίνων συνθηκών. Με άλλα λόγια η συνάντηση Θεού και Ανθρώπου πραγματοποιείται όχι επειδή ο Άνθρωπος ανεβαίνει αλλά επειδή ο Θεός κατεβαίνει και γίνεται όμοιος με τον Άνθρωπο. Αφού η κίνηση του Θεού για την πραγματοποίηση της συνάντησης είναι καθοδική και η κίνηση του ανθρώπου για να συναντήσει τον Θεό οφείλει να είναι κίνηση προς τα κάτω. Όσο ο άνθρωπος ταπεινώνει τον εαυτό του και αναγνωρίζει την αμαρτία του, τόσο πιο αισθητά και δυναμικά συναντιέται με τον Θεό που κατεβαίνει προς τα κάτω για να συναντήσει τον άνθρωπο. Όχι λοιπόν εγωιστική δήθεν ανάβαση προς τον τόπο του Θεού αλλά ταπεινή και ρεαλιστική κατάβαση προς την μεταπτωτική κατάσταση του ανθρώπου με ταυτόχρονη αναγνώριση της αμαρτολότητας μας. Αυτή η κίνηση του πνεύματος και του σώματος μας ικανώνει για πραγματική και ολοκληρωτική συνάντηση με τον Θεό της αγάπης. Μένει τώρα εν ολίγοις να εξετάσουμε το σκοπό και τα αποτελέσματα αυτής της συνάντησης. Η συνάντηση με τον Θεό σώζει τον Άνθρωπο από την φθορά και τον θάνατο και του μεταδίδει ζωή άλλης τάξεως, αληθινή και μέννουσα εις τον αιώνα. Αυτό όμως δεν πραγματοποιείται στα ασφυκτικά όρια του χωροχρόνου αλλά σε εκείνο το επίπεδο ύπαρξης που ζει ο Θεός. Είπαμε όμως ότι ο άνθρωπος δεν μπορεί να ανέβει στο επίπεδο του Θεού γι’ αυτό και ο Θεός κατεβαίνει στο ανθρώπινο επίπεδο, σαρκώνεται, γίνεται άνθρωπος όμοιος κατά πάντα με εμάς εκτός αμαρτίας. Ακριβώς γι’ αυτό το λόγο ο Άνθρωπος ανεβαίνει στο επίπεδο του Θεού επειδή ο Θεός τον συναντά πεσμένο κάτω και στοργικά τον ανεβάζει, σηκώνοντάς τον στους ώμους Του. Δεν υπάρχει λοιπόν καμία δυνατότητα και ικανότητα αυτοθέωσης, αυτοεξέλιξης αυτοπραγμάτωσης και αυτοσωτηρίας. Τα πάντα τα πραγματοποιεί η αγάπη του Θεού στους ανθρώπους που Τον εμπιστεύονται και Τον αφήνουν να διαφεντεύει στη ζωή τους. Αυτές οι σκέψεις δεν αποτελούν θεωρίες και ευσεβείς πόθους αλλά ζωντανή εμπειρία που πηγάζει από την λειτουργική ζωή και την μετοχή στα Άγια Μυστήρια της Εκκλησίας μας. Μέσα στην ατμόσφαιρα των Ιερών Μυστηρίων ο Άνθρωπος βιώνει υπαρκτικά την ζωή του σε δύο επίπεδα, στο επίπεδο της γης και στο επίπεδο του ουρανού, στο επίπεδο του χρόνου και στο επίπεδο της αιωνιότητας της ταυτόχρονα. Εν κατακλείδι η συνάντηση με τον Θεό πραγματοποιείται με την μετοχή μας στα Μυστήρια της Εκκλησίας και ασκητικά με την ταπεινή κατάβαση του φρονήματος σε αντίθεση με την αλαζονική περιρέουσα ατμόσφαιρα των ανθρώπων του αιώνος τούτου του απατεώνος.

27 Νοεμβρίου 2021

Ο Απόστολος και το Ευαγγέλιο της Κυριακής 28-11-2021 (ΙΓ' Λουκά)


Το Αποστολικό Ανάγνωσμα ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Προς Εφεσίους (β΄ 4-10) Ἀδελφοί, ὁ Θεὸς πλούσιος ὢν ἐν ἐλέει, διὰ τὴν πολλὴν ἀγάπην αὐτοῦ ἣν ἠγάπησεν ἡμᾶς, καὶ ὄντας ἡμᾶς νεκροὺς τοῖς παραπτώμασι συνεζωοποίησε τῷ Χριστῷ· χάριτί ἐστε σεσωσμένοι· καὶ συνήγειρε καὶ συνεκάθισεν ἐν τοῖς ἐπουρανίοις ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ, ἵνα ἐνδείξηται ἐν τοῖς αἰῶσι τοῖς ἐπερχομένοις τὸν ὑπερβάλλοντα πλοῦτον τῆς χάριτος αὐτοῦ ἐν χρηστότητι ἐφ' ἡμᾶς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ. Τῇ γὰρ χάριτί ἐστε σεσωσμένοι διὰ τῆς πίστεως· καὶ τοῦτο οὐκ ἐξ ὑμῶν, Θεοῦ τὸ δῶρον, οὐκ ἐξ ἔργων, ἵνα μή τις καυχήσηται. Αὐτοῦ γάρ ἐσμεν ποίημα, κτισθέντες ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ ἐπὶ ἔργοις ἀγαθοῖς, οἷς προητοίμασεν ὁ Θεὸς ἵνα ἐν αὐτοῖς περιπατήσωμε. Ἀπόδοση στη νεοελληνική: Ἀδελφοί, ὁ Θεός, ἐπειδὴ εἶναι πλούσιος εἰς εὐσπλαγχνίαν ἕνεκα τῆς πολλῆς ἀγάπης μὲ τὴν ὁποίαν μᾶς ἀγάπησε, ἂν καὶ ἤμαστε νεκροὶ ἕνεκα τῶν παραπτωμάτων, μᾶς ἐζωοποίησε μαζὶ μὲ τὸν Χριστόν, – διὰ χάριτος εἶσθε σωσμένοι –, καὶ μᾶς ἀνέστησε μαζὶ καὶ μᾶς ἐκάθησε μαζὶ εἰς τὰ ἐπουράνια ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ, διὰ νὰ δείξῃ εἰς τοὺς μέλλοντας αἰῶνας τὸν ὑπερβολικὸν πλοῦτον τῆς χάριστός του εἰς καλωσύνην ποὺ ἔδειξε σ’ ἐμᾶς διὰ τοῦ Χριστοῦ Ἰησοῦ. Διότι διὰ τῆς χάριτος εἶσθε σωσμένοι διὰ τῆς πίστεως καὶ αὐτὸ δὲν προέρχεται ἀπὸ σᾶς, ἀλλὰ εἶναι τοῦ Θεοῦ δῶρον, ὄχι ἀπὸ ἔργα, διὰ νὰ μὴ μπορῇ κανεὶς νὰ καυχηθῇ. Διότι εἴμεθα δικό του ἔργον, δημιουργηθέντες ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ δι’ ἔργα ἀγαθά, τὰ ὁποία ὁ Θεὸς προετοίμασε, διὰ νὰ ἀποτελέσουν τὸν τρόπον τῆς ζωῆς μας. ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ Κατά Λουκάν (ιη΄ 18 - 27) Τῷ καιρῷ εκείνω, ἄρχων τις προσῆλθε τῷ Ἰησοῦ λέγων· διδάσκαλε ἀγαθέ, τί ποιήσας ζωὴν αἰώνιον κληρονομήσω; Εἶπε δὲ αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· τί με λέγεις ἀγαθόν; οὐδεὶς ἀγαθὸς εἰ μὴ εἷς ὁ Θεός. Τὰς ἐντολὰς οἶδας· μὴ μοιχεύσῃς, μὴ φονεύσῃς, μὴ κλέψῃς, μὴ ψευδομαρτυρήσῃς, τίμα τὸν πατέρα σου καὶ τὴν μητέρα σου. Ὁ δὲ εἶπε· ταῦτα πάντα ἐφυλαξάμην ἐκ νεότητός μου. Ἀκούσας δὲ ταῦτα ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτῷ· ἔτι ἕν σοι λείπει· πάντα ὅσα ἔχεις πώλησον καὶ διάδος πτωχοῖς, καὶ ἕξεις θησαυρὸν ἐν οὐρανῷ, καὶ δεῦρο ἀκολούθει μοι. Ὁ δὲ ἀκούσας ταῦτα περίλυπος ἐγένετο· ἦν γὰρ πλούσιος σφόδρα. Ἰδὼν δὲ αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς περίλυπον γενόμενον εἶπε· πῶς δυσκόλως οἱ τὰ χρήματα ἔχοντες εἰσελεύσονται εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ! Εὐκοπώτερον γάρ ἐστι κάμηλον διὰ τρυμαλιᾶς ραφίδος εἰσελθεῖν ἢ πλούσιον εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ εἰσελθεῖν. Εἶπον δὲ οἱ ἀκούσαντες· καὶ τίς δύναται σωθῆναι; Ὁ δὲ εἶπε· τὰ ἀδύνατα παρὰ ἀνθρώποις δυνατὰ παρὰ τῷ Θεῷ ἐστιν. Ἀπόδοση στη νεοελληνική: Τον καιρό εκείνο, κάποιος ἄρχων προσῆλθε στον Ἰησοῦ και τὸν ἐρώτησε, «Διδάσκαλε ἀγαθέ, τί νὰ κάνω διὰ νὰ κληρονομήσω ζωήν αἰώνιον;» Ὁ Ἰησοῦς τοῦ εἶπε, «Γιατὶ μὲ ὀνομάζεις ἀγαθόν; Κανεὶς δὲν εἶναι ἀγαθὸς παρὰ μόνος ὁ Θεός. Τὰς ξέρεις τὰς ἐντολάς, Νὰ μὴ μοιχεύσῃς, νὰ μὴ φονεύσῃς, νὰ μὴ κλέψῃς, νὰ μὴ ψευδομαρτυρήσῃς, νὰ τιμᾷς τὸν πατέρα σου καὶ τὴν μητέρα σου». Ἐκεῖνος δὲ εἶπε, «ὅλα αὐτὰ τὰ ἐφύλαξα ἀπὸ τὴν νεανικήν μου ἡλικίαν». Ὅταν ἄκουσε αὐτὸ ὁ Ἰησοῦς εἶπε, «Ἕνα ἀκόμη σοῦ λείπει· πώλησε ὅλα ὅσα ἔχεις καὶ μοίρασέ τα εἰς τοὺς πτωχοὺ;καὶ θὰ ἔχῃς θησαυρὸν εἰς τοὺς οὐρανοὺς καὶ ἔλα, ἀκολούθησέ με». Ἀλλ’ αὐτὸς ὅταν τὸ ἄκουσε, ἐλυπήθηκε πολύ, διότι ἤτανε πολὺ πλούσιος. Ὅταν ὁ Ἰησοῦς τὸν εἶδε τόσον λυπημένον, εἶπε, «Πόσον δύσκολον εἶναι δι’ ἐκείνους ποὺ ἔχουν τὰ χρήματα νὰ μποῦν εἰς τῆν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ. Εἶναι εὐκολώτερον νὰ περάσῃ μιὰ καμήλα ἀπὸ τὴν τρύπα μιᾶς βελόνας παρὰ νὰ μπῇ ἕνας πλούσιος εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ». Ἐκεῖνοι ποὺ τὸ ἄκουσαν εἶπαν, Τότε ποιός μπορεῖ νὰ σωθῇ;». Αὐτὸς δὲ εἶπε, «Εκεῖνα ποὺ εἶναι ἀδύνατα εἰς τοὺς ἀνθρώπους εἶναι δυνατὰ εἰς τὸν Θεόν».

26 Νοεμβρίου 2021

Δίκοπο μαχαίρι η Θεία Κοινωνία!


Το Σώμα και το Αίμα του Χριστού δεν ενεργούν όπως τα φάρμακα. Όταν πάρεις ένα φάρμακο, ό,τι κι αν κάνεις, είτε είσαι ξαπλωμένος είτε κινείσαι, είτε το θέλεις είτε δεν το θέλεις, το φάρμακο θα ενεργήσει μέσα σου και θα κάνει αυτό που μπορεί να κάνει. Αν είναι, π.χ., ένα αναισθητικό, δεν θα έχεις αίσθηση του πόνου. Εδώ όμως δεν είναι έτσι. Είμαστε άξιοι, δεν είμαστε άξιοι, Σώμα Χριστού και Αίμα Χριστού παίρνουμε. Όταν όμως η ύπαρξή μας δεν είναι δοσμένη στη θεία Κοινωνία –δοσμένη όχι απλώς θεωρητικά αλλά στην πράξη· εκείνος ο οποίος δίνεται στον Χριστό, αγωνίζεται να κάνει το θέλημα του Χριστού, τις εντολές του– η θεία Κοινωνία βέβαια έρχεται μέσα μας ως θεία Κοινωνία, όμως δεν κάνει καλό αλλά κακό. Αυτό το ξεκαθαρίζει ο απόστολος Παύλος στην Α’ προς Κορινθίους επιστολή. Όχι απλώς εφιστά την προσοχή των Κορινθίων στο να κοινωνούν αξίως, γιατί αλλιώς δεν θα ωφεληθούν, αλλά τονίζει και την άλλη πλευρά, ότι δηλαδή κρίμα εαυτώ εσθίει και πίνει κανείς, όταν αναξίως εσθίει το Σώμα του Χριστού και πίνει το Αίμα του Χριστού. Και φθάνει ο απόστολος Παύλος να τους πει: «Πολλοί σ’ εσάς είναι άρρωστοι και πεθαίνουν αρκετοί, επειδή δεν κοινωνείτε, όπως πρέπει να κοινωνήσετε» (Α’ Κορ. 11:29-30). Η θεία Κοινωνία λοιπόν είναι δίκοπο μαχαίρι. Εάν δεν κοινωνεί κανείς έτοιμος, έτσι όπως πρέπει, η θεία Ευχαριστία αντί να τον ωφελεί, θα τον βλάπτει. Γενικώς, θα μπορούσαμε να πούμε, εάν θέλουμε να έχουμε σχέση με τον Θεό όχι υποκριτικά αλλά ειλικρινά και το επιθυμούμε βαθιά μέσα μας, τότε αυτή η σχέση είναι δίκοπο μαχαίρι. Ειδικότερα βέβαια η σχέση μας με τη θεία Κοινωνία είναι δίκοπο μαχαίρι αλλά και η όλη σχέση με τον Θεό. Είπαμε, νομίζω, και άλλη φορά ότι όσοι είναι αδιάφοροι, κακώς, κάκιστα κάνουν. Οι άλλοι που πραγματικά από μέσα μας θέλουμε να πιστεύουμε στον Θεό, θέλουμε να αγαπούμε τον Θεό, θέλουμε να ζούμε κατά το θέλημά του, και ειλικρινά, τίμια συμμορφωνόμαστε προς αυτό, να γνωρίζουμε ότι ο Θεός μπορεί να επιτρέπει να παθαίνουμε μερικά πράγματα, και μέσα από αυτά συνέχεια θα μας προχωρεί και συνέχεια θα μας αγιάζει. Όσοι από μας κάνουμε ότι δεν καταλαβαίνουμε και είμαστε οκνηροί, λίγο ψυχροί και βραδυκίνητοι, και όχι τόσο τίμιοι, όμως στο βάθος πιστεύουμε στον Θεό και θέλουμε να είμαστε με τον Θεό, πρέπει να γνωρίζουμε ότι ο Θεός μπορεί να αφήσει να πάθουμε ορισμένα πράγματα, για να ταρακουνηθούμε, να ξυπνήσουμε και να συνέλθουμε. Ας το έχουμε αυτό υπ’ όψιν. (Γι’ αυτό συμβαίνει καμιά φορά το εξής: ενόσω κανείς είναι μακριά από τον Θεό, περνάει λίγο καλύτερα, και όταν πλησιάσει τον Θεό, τότε του έρχονται χειρότερα τα πράγματα.) Επαναλαμβάνω, ακόμη και σ’ εκείνον που είναι ειλικρινέστατος με τον Θεό και μέρα νύχτα αγωνίζεται να κάνει το θέλημα του Θεού, μπορεί ο Θεός, ως Θεός που είναι, να βλέπει ότι χρειάζεται να του συμβούν μερικά πράγματα, ακριβώς για να γίνει πιο ταπεινός, πιο αληθινός, πιο πιστός, για να εξαρτηθεί πιο πολύ από τον Θεό και να μην πάρει η όλη σχέση του με τον Θεό χαρακτήρα συμφεροντολογικό, αλλά να μπορεί να λέει: «Θεέ μου, ό,τι κι αν πάθω, ό,τι κι αν μου συμβεί, εφόσον βρήκα εσένα, μένω μαζί σου». Ακόμη λοιπόν και σ’ αυτόν που, όπως είπαμε, είναι ειλικρινέστατος με τον Θεό –όπως είναι οι άγιοι– μπορεί να έρχονται κάποια παθήματα. Αυτά όμως συμβαίνουν κυρίως σ’ αυτούς οι οποίοι από το ένα μέρος κάνουν ότι είναι του Θεού –αλλιώς δεν θα συνέβαιναν– και από το άλλο μέρος δεν συμμορφώνονται στην πράξη με αυτά που θέλει ο Θεός. Γενικότερα λοιπόν είναι δίκοπο μαχαίρι η σχέση με τον Θεό και ειδικότερα η θεία Κοινωνία. Όχι απλώς να κοινωνούμε. Θα πρέπει να είμαστε προσεκτικοί, και να γίνονται όλα όπως θέλει ο Θεός. Τουλάχιστον να έχει ο άνθρωπος μέσα του μετάνοια, ταπείνωση, συναίσθηση, φόβο Θεού και να μην ξεθαρρεύει. Αλλιώς, αντί να του κάνει καλό η θεία Κοινωνία, θα του κάνει κακό. Χρειάζεται να βρούμε τη χρυσή τομή σε όλα, να βρούμε το μέτρο σε όλα, και να μην κάνουμε όπως μας έρχεται, όπως νομίζουμε ή όπως ακούμε από δω και από κει. Από το ένα μέρος, να κοινωνούμε όσο γίνεται συχνότερα, αλλά από το άλλο μέρος, μετά φόβου και τρόμου, με πολλή προσοχή, ελέγχοντας τον εαυτό μας μήπως βιαζόμαστε, μήπως κάνουμε κατάχρηση, μήπως έφυγε ο φόβος από την ψυχή μας, μήπως την πήραμε τη θεία Κοινωνία απλώς όπως τα χαπάκια. Δεν είναι έτσι. Ακόμη και ο γιατρός όταν δίνει φάρμακα, βλέπει στην πράξη τι γίνεται. Εάν το φάρμακο που δίνει ωφελεί, θα πει στον άρρωστο: «Συνέχισε το φάρμακο». Όταν όμως δει ότι δεν ωφελεί, θα προβληματισθεί και βέβαια θα ενεργήσει κατά περίπτωση. Υποθέτω ότι υπάρχουν περιπτώσεις που ένα φάρμακο δεν ωφελεί κάποιον και δεν ενεργεί έτσι όπως το περίμενε ο γιατρός, επειδή ο οργανισμός του δεν το δέχεται. Ενώ ένας άλλος οργανισμός το δέχεται, συνεργάζεται καλύτερα με το φάρμακο, και έχει αποτελέσματα. Καλή είναι η θεία Κοινωνία. Φάρμακο αθανασίας είναι η θεία Κοινωνία. Αλλά εάν ο οργανισμός σου δεν τη δέχεται, με την έννοια ότι δεν είναι καθόλου ο οργανισμός σου έτοιμος προς αυτή την κατεύθυνση, εάν η όλη στάση σου δεν είναι τέτοια, που να δείχνει ότι πράγματι η ψυχή σου περιμένει τη θεία Κοινωνία, τότε παίρνεις τη θεία Κοινωνία, όμως αντί να σου κάνει καλό, σου κάνει κακό, ενώ εξακολουθεί να είναι θεία Κοινωνία. Δεν μπορεί κανείς να κοινωνεί, και η ζωή του να συνεχίζεται έτσι σαν να μην κοινώνησε, και απλώς να έχει τη σκέψη, που μερικές φορές είναι εγωιστική, ότι «εγώ κοινώνησα, εγώ κοινωνώ συχνά». Και έτσι, έχει κανείς απλώς μια ικανοποίηση αυτάρεσκη και εγωιστική. Η ωφέλεια θα φανεί στην όλη ζωή. Θα σε βοηθήσει η θεία Κοινωνία να δεις πιο πολύ την όλη αμαρτωλότητά σου, να είσαι πιο ταπεινός, πιο μετανοημένος. Θα σε βοηθήσει η θεία Κοινωνία να δεις πόσο μάταιος είναι ο κόσμος και πόσο μάταια είναι τόσα πράγματα που μας δένουν, που μας αιχμαλωτίζουν, και να πιστέψεις πιο πολύ στον Χριστό, να ελπίσεις στον Χριστό και να τον αγαπήσεις. Αν δεν φέρνει κάποια τέτοια αποτελέσματα η θεία Κοινωνία, τότε κάτι δεν πάει καλά μ’ εσένα. Η θεία Κοινωνία εξακολουθεί να είναι σε όλους θεία Κοινωνία. Πώς το Σώμα του Χριστού μέσα σου δεν φέρνει μια κάποια αλλοίωση, μια κάποια αλλαγή, μια κάποια ωφέλεια; Η στάση η δική σου δεν είναι σωστή· δεν συνεργάζεσαι και δεν ανταποκρίνεσαι προς τη χάρη του Σώματος και του Αίματος του Κυρίου, για να έλθει το καλό.

25 Νοεμβρίου 2021

Τὸ μεγαλεῖο καὶ οἱ εὐθύνες τῆς χριστιανικῆς ζωῆς


Σὲ μία ἀπὸ τὶς ἐπιστολὲς του (2 Κορ. 12.9) ὁ Ἀπ. Παῦλος μᾶς λέει ὅτι ἡ δύναμη τοῦ Θεοῦ τελειώνεται καὶ ἀποκαλύπτεται στὴν ἀσθένεια. Πάντοτε νομίζουμε ὅτι τὰ λόγια αὐτὰ ἀφοροῦν τὸν καθένα μας ὡς ἄτομο, τὸ κάθε πρόσωπο στὸ ὁποῖο ἀποκαλύπτεται ἡ δύναμη τοῦ Θεοῦ παρὰ τὸ εὔθραυστο, παρὰ τὴν ἁμαρτία διότι ὅλοι γνωρίζουμε ὅτι ὑπάρχουν στιγμὲς κατὰ τὶς ὁποῖες ὁ λόγος μας εἶναι λόγος ἀληθινὸς καὶ οἱ ἐνέργειές μας ἔργα τῆς ἀλήθειας, ὅτι λέμε καὶ κάνουμε πράγματα πολὺ ἀνώτερα ἀπ’ αὐτὸ ποὺ εἴμαστε καὶ ἀπ’ αὐτὸ τὸ ὁποῖο εἴμαστε ἄξιοι νὰ διακηρύξουμε. Κατὰ περίεργο ὅμως τρόπο αὐτὸ ἰσχύει καὶ γιὰ ὁλόκληρη τὴν Ἐκκλησία: μὲ τρόπο παράδοξο ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἕνα σῶμα ἀνθρώπων ἄρρωστο καὶ ὅμως ἱκανὸ νὰ γιατρέψει. Ἡ ἀρρώστια εἶναι κάτι τὸ πραγματικὸ μέσα στὴν Ἐκκλησία, βρίσκεται στὴν ἁμαρτία τοῦ καθενὸς μας γίνεται φανερὴ στὴν μερικὲς φορὲς καταστρεπτικὴ ἀτέλεια τῶν ἐκκλησιαστικῶν μας σωμάτων, τῶν ἐνοριῶν ἡ τῶν πιὸ πολυάριθμων ὁμάδων. Καὶ ὅμως μὲ τὸν ἴδιο τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο ἡ δύναμη τοῦ Θεοῦ ἀποκαλύπτεται σ’ ἐμᾶς παρὰ τὴν ἀδυναμία μας, διὰ μέσου τῆς ἀδυναμίας μας, ἡ ἐκκλησία εὐπαθής, ἁμαρτωλὴ στὰ μέλη της, δίνει ἕνα μήνυμα ἀλήθειας καὶ ζωῆς καὶ κάτι ἀκόμη περισσότερο ἀπὸ ἕνα μήνυμα: δίνει ζωὴ καὶ κάνει τοὺς ἀνθρώπους νὰ κοινωνοῦν μὲ τὴν ἀλήθεια καὶ αὐτὸ γιατί ὁ Θεὸς βρίσκεται ἀνάμεσά μας. Ἡ Ἐκκλησία δὲν εἶναι μόνο μία ὁμάδα ἀνθρώπων ποὺ πιστεύουν στὸν Κύριο, ποὺ προσπαθοῦν νὰ Τὸν ὑπακοῦνε καὶ οἱ ὁποῖοι μερικὲς φορὲς πλησιάζουν στὸ νὰ εἶναι ἄξιοι τοῦ Κυρίου τους καὶ ἄλλες φορὲς ἀποτυχαίνουν. Ἡ ἐκκλησία εἶναι ἕνα σῶμα στὸ ὁποῖο εἶναι παρὼν ὁ ἴδιος ὁ Θεός. Μέσῳ τῆς ἐνανθρώπησης ὁ Γιὸς τοῦ Θεοῦ ὁ ὁποῖος ἔγινε γιὸς τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ὁ πρωτότοκος τῆς Ἐκκλησίας. Στὸ πρόσωπό Του ἀποκαλύπτονται ὅλη ἡ πληρότητα, ὅλο τὸ μεγαλεῖο καὶ ἡ ὡραιότητα καὶ ὅλο τὸ βάθος τοῦ ἀνθρώπου, καὶ τὸ βάθος αὐτὸ εἶναι τόσο μεγάλο ποὺ ὁ ἄνθρωπος νὰ μπορεῖ νὰ χωράει τὴ θεϊκὴ παρουσία. Ἡ πληρότητα τῆς Θεότητας ἐνοίκησε στὴ σάρκα μέσῳ τῆς ἐνανθρώπησης τοῦ Χριστοῦ. Ἡ πληρότητα τῆς θεϊκῆς Του παρουσίας ἐξακολουθεῖ νὰ ἐνεργεῖ σπερματικὰ μέσα μας μὲ τὰ μυστήρια τοῦ Βαπτίσματος καὶ τῆς Κοινωνίας καὶ ὁ Θεὸς εἶναι ἀκόμη παρὼν μὲ τὴ ζωοδοτική, ἀναδημιουργικὴ καὶ μεταμορφωτικὴ παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ποὺ δόθηκε στὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ τὴ βραδιά τῆς Ἀνάστασής Του καὶ ποὺ ἔγινε δεκτὴ ἀπ’ ὅλα τὰ μέλη της μέσῳ τῆς δωρεᾶς τοῦ Πνεύματος στοὺς Ἀποστόλους τὴν Πεντηκοστὴ ἡ παρουσία τοῦ Πνεύματος συνεχίζεται μὲ τὴ μετάδοση τῆς ἴδιας δωρεᾶς σ’ ἐμᾶς. Μέσῳ τοῦ Χριστοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος δημιουργεῖται μία νέα σχέση ἀνάμεσα σ’ ἐμᾶς καὶ τὸ Θεὸ κι ὄχι ἁπλῶς μία σχέση, κάτι περισσότερο: ἐγκεντριζόμαστε στὸ μυστήριο τοῦ Χριστοῦ, γινόμαστε κλαδιὰ ἑνὸς ἀμπελιοῦ, σὰν ἕνα μπόλι τὸ ὁποῖο παίρνει ζωὴ ἀπὸ τὸ χυμὸ καὶ τὴ δύναμη ἑνὸς δέντρου. Αὐτὸ ποὺ ἀληθεύει γιὰ τὸ Χριστὸ γίνεται ἀληθινὸ καὶ γιὰ τὸν καθένα ἀπὸ μᾶς ἂν μόνο ἀφήσουμε τὸ Θεὸ νὰ μᾶς ὑπερνικήσει, νὰ μᾶς μεταμορφώσει, νὰ μᾶς σώσει. Μέσα στὴν ὁρατὴ αὐτὴ Ἐκκλησία στὴν ὁποία οἱ ἀπ’ ἔξω βλέπουν τὴν ἀδυναμία μας καὶ ἀντιλαμβάνονται τὴν ἁμαρτία μας, στὴν ὁποία ὁ καθένας μας ὑποφέρει μὲ τὴ δική του ἁμαρτωλότητα καὶ τὴν ἁμαρτωλότητα τοῦ καθενὸς καὶ τῶν πάντων ὑπάρχει μία θεϊκὴ παρουσία καὶ στὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ ἡ ἀποκάλυψη τῆς ἀληθινῆς ἀνθρωπότητας. Στὸ σύμβολο λοιπὸν τῆς Πίστεως μποροῦμε νὰ μιλοῦμε γιὰ μία ἁγία Ἐκκλησία ἐφ’ ὅσον αὐτὴ διακατέχεται ἀπὸ τὴν ἁγιότητα τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ. Εὐπαθεῖς, ἁμαρτωλοί, ἐξακολουθοῦμε νὰ εἴμαστε ἕνα συνάθροισμα ἀνθρώπων οἱ ὁποῖοι ἐπιθυμοῦν νὰ ἀνήκουν στὸ Θεό, οἱ ὁποῖοι ἔχουν διαλέξει γιὰ Θεὸ τους τὸ Θεὸ ἀντὶ γιὰ ὅλα τὰ εἴδωλα τοῦ κόσμου. Παρὰ τὴν ἀναξιότητά μας ἀποτελοῦμε ἕνα συνάθροισμα ἀνθρώπων ἐξ αἰτίας τῶν ὁποίων ὁ ζωντανὸς Θεὸς εἶναι παρὼν καὶ δυναμικὰ δραστήριος στὸν κόσμο. Αὐτὸ βέβαια ἀντὶ νὰ ἐλαττώνει αὐξάνει τὴν εὐθύνη μας διότι ἡ ἁμαρτία μέσα μας ἀποτελεῖ ἐμπόδιο στὴν ἐλεύθερη καὶ ἀποτελεσματικὴ δράση τοῦ Θεοῦ: εἴμαστε ὑπεύθυνοι γιὰ τὸ ὅτι ὁ Θεὸς δὲν εἶναι ἐλεύθερος νὰ ἐνεργήσει μέσω μας, γιὰ τὸ ὅτι φέρνουμε ἐμπόδια στὸ δρόμο Του καὶ σκοτίζουμε τὶς βουλὲς Του τὸ ὄνομά Του βλαστημιέται ἐξ αἰτίας μας. Ὑπάρχουν δυὸ ἀπόψεις τῆς ἁμαρτωλότητάς μας τὶς ὁποῖες ὀφείλουμε νὰ ὑπερνικήσουμε. Ἀπὸ τὴ μία μεριὰ ὑπάρχουν οἱ ἁμαρτίες τὶς ὁποῖες ἐνῶ ἀναγνωρίζουμε ἔχουμε φτάσει στὸ σημεῖο νὰ μισοῦμε καὶ νὰ ἀπορρίπτουμε, ἔστω καὶ μὲ τὴν πρόθεση καὶ τὴ θέλησή μας. Οἱ ἁμαρτίες αὐτές, ὅσο σκοτεινὲς καὶ ἂν εἶναι ἐξακολουθοῦν νὰ ἀποτελοῦν σημεῖα συνάντησής μας μὲ τὸ Θεό, διότι ὁ Θεὸς ἐνδιαφέρεται γιὰ τὴ σωτηρία μας ὅσο κι ἐμεῖς καὶ πραγματικὰ ἀκόμη περισσότερο. Ἀπὸ τὴν ἄλλη μεριὰ ὑπάρχει μέσα στὸν καθένα μας καὶ στὴν κάθε ὁμάδα ἀνθρώπων ποὺ ἰσχυρίζονται ὅτι ἀνήκουν στὸ Χριστὸ μία πιὸ σκοτεινὴ περιοχή: ὑπάρχει ὁ ἀλύτρωτος ἄνθρωπος, ὁ παλιὸς Ἀδὰμ ὁ ὁποῖος ἐξακολουθεῖ νὰ ζεῖ μέσα μας καὶ ὁ ὁποῖος δὲν εἶναι διατεθειμένος νὰ ἐγκαταλείψει τὶς ἀξιώσεις του γιὰ αὐτονομία, ὁ ὁποῖος δὲν εἶναι διατεθειμένος νὰ παραδώσει τὸν ἑαυτὸ του ἀνεπιφύλακτα στὸ Θεὸ καὶ φοβᾶται νὰ πέσει στὰ χέρια τοῦ ζωντανοῦ Θεοῦ. Αὐτὴ ἡ ἄποψη τῆς ζωῆς μᾶς φαίνεται ἀκόμα πιὸ σκοτεινὴ σ’ ἐμᾶς ὡς μέλη τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, ὡς τόπους ἐνοίκησης τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὡς ἄτομα ἀλλὰ καὶ στὴ θλιβερὴ ἀλληλεγγύη μας μέσα στὴν ἁμαρτία διατηροῦμε τὸ δικαίωμά μας νὰ παραμείνουμε εἰδωλολάτρες, νὰ κρατήσουμε ἔξω ἀπὸ τὸ θεϊκὸ χῶρο κάτι ἀπὸ τοὺς ἑαυτούς μας τὸ ὁποῖο θεωροῦμε πολύτιμο, παρὰ τὸ γεγονὸς ὅτι αὐτὸ εἶναι θάνατος καὶ φθορά. Ἡ ἐκκλησία εἶναι πραγματικὰ ἕνα ἄρρωστο σῶμα καὶ παρ’ ὅλον ὅτι μὲ τὴ δύναμη καὶ τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ ἐπιφέρει τὴ θεραπεία καὶ τὴ σωτηρία ὁ καθένας ἀπὸ μᾶς ὀφείλει νὰ ρωτήσει τὸν ἑαυτό του: «μέχρι ποιοῦ σημείου ἔχω μετανοήσει γιὰ τὴν ἁμαρτία μου, μέχρι ποιοῦ σημείου ἡ ἁμαρτία μου μὲ στρέφει στὸ Θεὸ μὲ μία κραυγὴ γιὰ σωτηρία καὶ μέχρι ποιοῦ σημείου δὲν εἶναι αὐτὴ μία ἑκούσια ἄρνηση νὰ ἀποδεχτῶ τὸ ζωντανὸ Θεὸ καὶ νὰ Τοῦ ἀνήκω;» Ἡ τελευταία αὐτὴ εἶναι μία ἀληθινὰ δαιμονικὴ ἀξίωση γιὰ τὸ δικαίωμα νὰ εἴμαστε ὁ ἐαυτὸς μας ξεχωριστὰ ἀπὸ τὸ Θεὸ καὶ ἀκόμη παρὰ τὸ Θεό. Ἂς τὸ σκεφτοῦμε αὐτό. Ὄχι μόνο οἱ προσωπικὲς σχέσεις καὶ οἱ σχέσεις μέσα στὴ Χριστιανικὴ κοινότητα θὰ ἄλλαζαν, ἀλλὰ καὶ ὁλόκληρος ὁ κόσμος θὰ ἄλλαζε ἂν ὅσοι ὀνομάζονται Χριστιανοὶ δεχόντουσαν νὰ Τοῦ ἀνήκουν ἀνεπιφύλακτα, ὄχι μόνο σ’ ἐκεῖνο ποὺ ἤδη εἶναι δικό Του ἀλλὰ καὶ στὰ μύχια ἐκεῖνα τοῦ μυαλοῦ ποὺ πρέπει νὰ ὑποταχτοῦν, νὰ καταστραφοῦν ἀπὸ τὴ φωτιὰ γιὰ νὰ γίνουν κτῆμα τοῦ Θεοῦ.

24 Νοεμβρίου 2021

Η ΑΓΑΠΗ ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ Είναι κακό να αντιπαθούμε κάποιους; Αφού δεν ταιριάζουμε…!


Η αντιπάθεια είναι μια εσωτερική κατάσταση. Είτε το δείξουμε είτε όχι, δεν είναι αρεστή στον Θεό που είναι Θεός της Αγάπης και ζητά να αγαπάμε κι εμείς τους άλλους όσο τον εαυτό μας. Είναι πολύ δύσκολο εξάλλου να αντιπαθείς κάποιον και να μην εξωτερικευθεί κάποια στιγμή με κάποιο λόγο, συμπεριφορά ή ακόμα και μορφασμό του προσώπου. Είναι αλήθεια ότι δεν ταιριάζουμε με όλους το ίδιο. Ωστόσο, είναι ανάγκη με αγώνα, προσευχή και συμμετοχή στα Μυστήρια της Εκκλησίας μας (εξομολόγηση – Θεία Κοινωνία) να αποβάλλουμε τα αισθήματα αντιπάθειας για τον άλλο. Να προσπαθούμε να ξεχνάμε το πόσο ίσως μας έβλαψε και να ανταποδίδουμε με αγάπη. Σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, με τη συμβουλή του Πνευματικού, είναι πιθανό να χρειαστεί να απομακρυνθούμε από κάποιο πρόσωπο. Ωστόσο, εσωτερικά δεν θα πρέπει να σταματήσουμε να αγωνιζόμαστε να το αγαπάμε και να σκεφτόμαστε ότι και αυτός είναι εικόνα του Θεού!

23 Νοεμβρίου 2021

ΣΑΡΚΙΚΟ ΦΡΟΝΗΜΑ Γιατί η Εκκλησία Επιμένει Τόσο Πολύ στο Θέμα των Σαρκικών Σχέσεων;


Πολλοί είναι αυτοί που υποστηρίζουν ότι η Εκκλησία είναι κολλημένη στο θέμα του έρωτα. Ότι με αυτά που λέει διώχνει τους ανθρώπους από κοντά της και αποτρέπει τους ανθρώπους από το να την ακούν. Μήπως όμως αυτό το γεγονός αποτελεί απόδειξη ότι η Εκκλησία είναι η Αλήθεια; Μήπως αποδεικνύει, ότι τουλάχιστον δεν αποτελεί ένα δημαγωγικό οργανισμό. Γιατί φυσικά, αν η Εκκλησία ήθελε να «τραβήξει κόσμο» για «να έχει πελατεία», δε θα είχε τόσο άβολες θέσεις σ’ αυτό το θέμα. Διεξοδικά έχει μελετήσει τις σχέσεις των δύο φύλων, ο Μητροπολίτης Μεσογαίας κ. Νικόλαος στο βιβλίο του «Ελεύθεροι από το Γονιδίωμα» της Συνοδικής Επιτροπής Βιοηθικής. Ας του δώσουμε το λόγο: «Η συγκλίνουσα άποψη των ερμηνευτών πατέρων είναι ότι, αν δε συνέβαινε η πτώση, ο Θεός δε θα δημιουργούσε τα δύο φύλα. Το αρχικό Του σχέδιο ήταν ο άνθρωπος να μοιάζει περισσότερο με τους αγγέλους κι έτσι να πολλαπλασιάζεται, όπως οι άγγελοι, χωρίς την ανάγκη του φύλου. Προγνωρίζοντας όμως ο Θεός την πτώση δημιουργεί προπτωτικά τα δύο φύλα χωρίς να υπάρχει ακόμη στον Αδάμ και την Εύα, η συνειδητοποίηση της σαρκικής τους παχύτητας. Μεταπτωτικά, τα φύλα είναι διαφορετικά. Η ύπαρξή τους και συνεπώς τα ανατομικά και φυσιολογικά τους χαρακτηριστικά ένα σκοπό έχουν: την αύξηση του ανθρώπινου γένους. Ο αγώνας πλέον του κάθε χριστιανού είναι «η αναμόρφωση του αρχαίου κάλλους», η επιστροφή στην πρωτόκτιστη δόξα του πρώτου Αδάμ. Ο αγώνας αυτός περνά και μέσα απ’ την απαλλαγή των χαρακτηριστικών της παχύτητας του φύλου. Η απαλλαγή από την μεταπτωτική ζωώδη φύση μας γίνεται μόνο μέσα από την υπέρβαση ή τον εξαγιασμό της σεξουαλικότητας ως συνέπειας της πτώσεως. Αυτός είναι ο λόγος που η Εκκλησία μας τόσο σοφά θέτει τις αρετές της παρθενίας, αγνότητας και εγκράτειας τόσο ψηλά και εφιστά την προσοχή του κάθε πιστού στην ανάγκη υπερβάσεως των σεξουαλικών παθών». Με την αναπαραγωγή εκπληρώνεται το σχέδιο του Θεού για τον άνθρωπο. Το γεννητικό μας υλικό επιτελεί το σκοπό της υπάρξεώς του και ο άνθρωπος γίνεται συνδημιουργός του Θεού, ιερουργώντας τη δημιουργία νέων «κατ’ εικόνα» Θεού προσώπων. «Το γεγονός της ανθρώπινης αρχής είναι το κατ’ εξοχήν ιερό γεγονός της ιστορίας του κάθε ανθρώπου και καθιστά τη συζυγική σχέση ιερουργική κίνηση και μυστήριο. Αυτός είναι ο λόγος που απαιτείται για την επιτέλεσή της άλλη μυστηριακή πράξη που βασικά παρέχει την εξουσία και χορηγεί την αρμοδιότητα. Όπως ο ιερέας πριν τη χειροτονία του δεν μπορεί να τελέσει καμιά εκκλησιαστική ιερουργική πράξη, όπως χωρίς να βαπτιστεί κανείς δεν μπορεί να μεταλάβει, έτσι και οι σύζυγοι πριν το γάμο δεν είναι εξουσιοδοτημένοι να συνέλθουν στην ιερή πράξη της σχέσης. Το ένα μυστήριο προϋποθέτει το άλλο. Ο γάμος δε φτιάχνει μόνο τον άνθρωπο της πτώσεως. Γεννά και τον άνθρωπο της χάριτος. Του δίνει τη δυνατότητα να μοιάσει περισσότερο στο Θεό απ’ όσο βιολογικά το γονιδίωμά του προσιδιάζει προς αυτό των ζώων. Έχει τη δυνατότητα κατά χάριν να μετέχει της θείας φύσεως. Το αυτεξούσιό του μπορεί να μεταβάλει το γονιδίωμά του. Το γονιδίωμα του ανθρώπου είναι ζωικό για να υπενθυμίζει και να ταπεινώνει. Το αυτεξούσιό του είναι θεϊκό για να μεταμορφώνει τον άνθρωπο σε Θεό, για να επιβεβαιώνει την υπόσχεση του Θεού στον άνθρωπο.» Εξάλλου, και ο γέροντας Παΐσιος στο βιβλίο του Αθ. Ρακοβαλή «Ο πατήρ Παΐσιος μού είπε», λέει για αυτό το θέμα: «Η σαρκική επιθυμία πάθος είναι! Πηγάζει από το σαρκικό φρόνημα του ανθρώπου. Αν κάποιος είναι πνευματικός άνθρωπος, δεν έχει τέτοιες επιθυμίες. Όχι από ανικανότητα, ότι δεν μπορεί, αλλά λόγω της πνευματικής του κατάστασης δεν επιθυμεί. Όλοι οι άνθρωποι έχουν σαρκικό φρόνημα. Αυτό κληρονομείται από τους γονείς. Βλέπεις, αν κανένα παιδάκι έχει γεννηθεί από σαρκικούς γονείς, παιδί ακόμα και έχει τέτοιες επιθυμίες. Αυτό όμως δεν είναι τίποτα. Γιατρεύεται. Είναι απαλό σαν την τσουκνίδα, δεν έχει σκληρύνει ακόμη να γίνει αγκάθι, και φεύγει εύκολα μ’ έναν καλό πνευματικό, να ‘χει διάκριση όμως να καταλαβαίνει τι είναι τι, γιατί στην αρχή όλα τα φυτά, δύο φυλλαράκια έχουν. Όλοι οι άνθρωποι, άλλος λιγότερο άλλος περισσότερο έχουν σαρκικό φρόνημα. Άλλος ας πούμε είναι 30% πνευματικός, άλλος 40, άλλος 60, το περισσότερο που συνάντησα είναι 75%. Μόνο ο Ιωακείμ και η Άννα ήταν τελείως πνευματικοί άνθρωποι και γεννήθηκε μετά από προσευχή αυτό το αγιότατο πλασματάκι, η Παναγία. Χωρίς το φαγητό ο άνθρωπος πεθαίνει ή χωρίς νερό. Χωρίς τα σαρκικά δεν παθαίνει τίποτα. Μόνο ταλαιπωρείται ψυχικά, όπως ταλαιπωρείται και από τα άλλα πάθη· το θυμό, τον εγωισμό, την κενοδοξία, την ανθρωπαρέσκεια. Μετά το γάμο συγχωρείται μόνο για την τεκνογονία ή κατ’ οικονομίαν». Αυτός είναι ο σκοπός ύπαρξης του φύλου, ένας σκοπός ιερός που δεν μπορεί να υποβαθμίζεται μέσα στη χυδαιότητα των εγωιστικών σχέσεων που συναντάμε σήμερα, αλλά να ασκείται προς υπέρβαση του φύλου και επιστροφή στην «πρωτόκτιστη δόξα του πρώτου Αδάμ». Αλλά κάτι τέτοιο μόνο μέσα στην Εκκλησία και μετέχοντας στη χάρη του Χριστού είναι εφικτό. Το ευχόμαστε.

22 Νοεμβρίου 2021

Η ΑΛΗΘΙΝΗ ΕΙΡΗΝΗ ΚΑΙ ΧΑΡΑ ΕΡΧΟΝΤΑΙ ΜΟΝΟ ΜΕ ΤΗΝ ΑΛΗΘΙΝΗ ΠΙΣΤΗ ΣΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ.Η χαρά και η ειρήνη του Χριστού


Όπως η χαρά, έτσι και η ειρήνη δεν πηγάζει από τα πράγματα του κόσμου. Ο Χριστός βεβαιώνει ότι η ειρήνη του διαφέρει από την ειρήνη του κόσμου (Ιω. 14:27). Η ειρήνη του κόσμου είναι περιορισμένη και εύθραυστη. Βρίσκεται «εντεύθεν των ορίων» του θανάτου. Και η διατήρησή της είναι προβληματική και συμβατική. Αντίθετα η ειρήνη του Χριστού είναι απόλυτη και ακατάλυτη. Υπερβαίνει τον θάνατο. Δεν εξαντλείται σε πολιτική ή κοινωνική συμφιλίωση που στηρίζεται σε συμβατικά σχήματα ή καθεστώτα του κόσμου. Είναι καθολική ειρήνη προσωπικής κοινωνίας και αγάπης. Γι’ αυτό η βίωσή της πραγματοποιείται με σκληρούς πνευματικούς αγώνες και η παρουσία της στην κοινωνική ζωή «δοκιμάζει» την συμβατική ανθρώπινη ειρήνη. Από την άποψη αυτήν ο Χριστός δεν ήρθε να φέρει ειρήνη «αλλά μάχαιραν» (Ματθ. 10:34). Παράλληλα όμως η ειρήνη του Χριστού είναι η μόνη ελπίδα απαλλαγής από την συμβατικότητα και τις διαρκείς διαψεύσεις της κοσμικής ειρήνης. Σε τελική ανάλυση η ειρήνη και η χαρά αποτελούν γνωρίσματα της καινής κτίσεως. Η πηγή είναι ο Χριστός. Η έλευσή του στον κόσμο είναι ευαγγελισμός χαράς και ειρήνης (Λουκ. 2:10-14). Και το μήνυμά του μετά την Ανάσταση είναι το «χαίρετε» προς τις Μυροφόρες και το «ειρήνη» προς τους Αποστόλους (Ματθ. 28:9. Λουκ. 24:36. Ιω. 20:19·21·26). Η αναζήτηση αυτών των πραγμάτων μακριά από τον Χριστό αποτελεί ματαιοπονία. Ο πόθος του ανθρώπου γι’ αυτά παραμένει ανικανοποίητος και τελικά διαψεύδεται. Η βίωση της χαράς και της ειρήνης μέσα στον κόσμο έχει εσχατολογική προοπτική. Ο φθαρτός και πρόσκαιρος κόσμος δεν είναι κατάλληλος για την πλήρη φανέρωσή τους. Ο τόπος για την πραγματική ανάδειξή τους είναι η βασιλεία του Θεού. Όπως η βασιλεία του Θεού, έτσι και αυτές θα φανερωθούν στην πληρότητά τους κατά τον μέλλοντα αιώνα. Αλλά και από την άλλη πλευρά, όπως η βασιλεία του Θεού αρχίζει από τον παρόντα αιώνα, έτσι και αυτές αρχίζουν από την παρούσα ζωή. Οι πιστοί καλούνται να εργαστούν δημιουργικά για την βίωση και την προώθησή τους (Α’ Θεσ. 5:13·16. Μαρκ. 9:50). Οι θλίψεις και οι αντιθέσεις του κόσμου δεν αναιρούν την χαρά και την ειρήνη που θεμελιώνονται στον Χριστό. Ο πιστός χαίρεται και ειρηνεύει ως κοινωνός της ζωής του Χριστού (Α’ Θεσ. 5:16. Β’ Κορ. 13:11). Έτσι η χαρά και η ειρήνη του Χριστού εμφανίζονται ταυτοχρόνως ως δεδομένα και ως ζητούμενα, ως παρόντα και ως προσδοκώμενα. Είναι χαρακτηριστικό ότι η ειρήνη με τις τρεις διαστάσεις της, ως εσωτερική ειρήνη του ανθρώπου, ως ειρήνη με τον Θεό και ως ειρήνη με τον πλησίον, αποτελεί προϋπόθεση και πρωταρχικό αίτημα για την τέλεση της θείας Λειτουργίας (βλ. Ειρηνικά θείας Λειτουργίας). Εξάλλου η χαρά αποτελεί την ατμόσφαιρα της ευχαριστιακής λατρείας και της κοινωνίας με τον αναστάντα Κύριο. Ζώντας ο πιστός την ειρήνη και την χαρά του Χριστού μέσα στον κόσμο μετέχει προκαταβολικά στην βασιλεία του Θεού, που είναι ήδη παρούσα στις καρδιές των πιστών. Η βίωσή τους φανερώνει διατήρηση της κοινωνίας με τον Θεό. Αντίθετα η απουσία τους μαρτυρεί κλονισμό της κοινωνίας αυτής. Βέβαια όλα στην πνευματική ζωή δεν κερδίζονται εφάπαξ, αλλά προσλαμβάνονται και κατορθώνονται διαρκώς. Δεν υπάρχουν στατικά ως αντικειμενικές καταστάσεις, αλλά καλλιεργούνται με την ενεργοποίηση του ανθρώπου μέσα στην πραγματικότητα της «καινής κτίσεως» που φανέρωσε ο Χριστός στον κόσμο. Ως αδιάπτωτες καταστάσεις αναμένονται στην ασάλευτη βασιλεία του Θεού.

20 Νοεμβρίου 2021

Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΤΗΣ ΕΟΡΤΗΣ ΤΩΝ ΕΙΣΟΔΙΩΝ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ, Κυριακή 21-11-2021


ΤΑ ΕΙΣΟΔΙΑ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ Ο Ἀπόστολος Προς Εβραίους επιστολή Παύλου (θ΄ 1-7) Ἀδελφοί, εἶχε μὲν οὖν καὶ ἡ πρώτη σκηνὴ δικαιώματα λατρείας τό τε Ἅγιον κοσμικόν· σκηνὴ γὰρ κατεσκευάσθη ἡ πρώτη, ἐν ᾗ ἥ τε λυχνία καὶ ἡ τράπεζα καὶ ἡ πρόθεσις τῶν ἄρτων, ἥτις λέγεται Ἅγια. Μετὰ δὲ τὸ δεύτερον καταπέτασμα σκηνὴ ἡ λεγομένη Ἅγια Ἁγίων, χρυσοῦν ἔχουσα θυμιατήριον καὶ τὴν κιβωτὸν τῆς διαθήκης περικεκαλυμμένην πάντοθεν χρυσίῳ, ἐν ᾗ στάμνος χρυσῆ ἔχουσα τὸ μάννα καὶ ἡ ράβδος Ἀαρὼν ἡ βλαστήσασα καὶ αἱ πλάκες τῆς διαθήκης, ὑπεράνω δὲ αὐτῆς Χερουβὶμ δόξης κατασκιάζοντα τὸ ἱλαστήριον· περὶ ὧν οὐκ ἔστι νῦν λέγειν κατὰ μέρος. Τούτων δὲ οὕτω κατεσκευασμένων εἰς μὲν τὴν πρώτην σκηνὴν διὰ παντὸς εἰσίασιν οἱ ἱερεῖς τὰς λατρείας ἐπιτελοῦντες, εἰς δὲ τὴν δευτέραν ἅπαξ τοῦ ἐνιαυτοῦ μόνος ὁ ἀρχιερεύς, οὐ χωρὶς αἵματος, ὃ προσφέρει ὑπὲρ ἑαυτοῦ καὶ τῶν τοῦ λαοῦ ἀγνοημάτων. Ἀπόδοση στη νεοελληνική: Ἀδελφοί, εἶχε καὶ ἡ πρώτη διαθήκη διατάξεις περὶ τῆς λατρείας καὶ γήϊνον ἁγιαστήριον. Κατασκευάσθηκε δηλαδὴ τὸ πρῶτον μέρος τῆς σκηνῆς, εἰς τὸ ὁποῖον ὑπῆρχε ἡ λυχνία καὶ ἡ τράπεζα καὶ οἱ ἄρτοι τῆς προθέσεως, τὸ ὁποῖον λέγεται Ἅγια. Ὕστερα ἀπὸ τὸ δεύτερον καταπέτασμα, ἦτο τὸ μέρος τῆς σκηνῆς, τὸ ὁποῖον ὠνομάζετο Ἅγια ἁγίων. Ἐκεῖ ὑπῆρχε ἕνα χρυσὸ θυμιατήριον καὶ ἡ κιβωτὸς τῆς διαθήκης, ἡ ὁποία ἦτο ἀπὸ ὅλα τὰ μέρη σκεπασμένη μὲ χρυσάφι καὶ μέσα σ’ αὐτὴν ἦτο ἡ χρυσὴ στάμνα, ποὺ περιεῖχε τὸ μάννα, ἡ ράβδος τοῦ Ἀαρών, ποὺ εἶχε βλαστήσει, καὶ αἱ πλάκες τῆς διαθήκης. Ἐπάνω δὲ ἀπὸ τὴν κιβωτὸν ἦσαν ἀπαστράπτοντα Χερουβείμ, τὰ ὁποῖα ἐπεσκίαζαν τὸ ἱλαστήριον. Γι’ αὐτὰ δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ μιλήσωμεν τώρα λεπτομερῶς. Ὑπὸ αὐτὴν τὴν διάταξιν, εἰς τὸ πρῶτον μέρος τῆς σκηνῆς εἰσέρχονται πάντοτε οἱ ἱερεῖς, ὅταν ἐκτελοῦν τὰ καθήκοντα τῆς ὑπηρεσίας των, ἀλλ’ εἰς τὸ δεύτερον μέρος μπαίνει μόνον ὁ ἀρχιερεύς, μιὰ φορὰ τὸν χρόνο, καὶ ὄχι χωρὶς αἷμα, τὸ ὁποῖον προσφέρει διὰ τὸν ἑαυτόν του καὶ διὰ τὰς ἐξ ἀγνοίας ἁμαρτίας τοῦ λαοῦ. Το Ευαγγέλιο: Κατά Λουκάν (ι΄ 38-42, ια΄ 27-28) Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, εἰσῆλθεν ὁ Ἰησοῦς εἰς κώμην τινά. Γυνὴ δέ τις ὀνόματι Μάρθα ὑπεδέξατο αὐτὸν εἰς τὸν οἶκον αὐτῆς. Καὶ τῇδε ἦν ἀδελφὴ καλουμένη Μαρία, ἣ καὶ παρακαθίσασα παρὰ τοὺς πόδας τοῦ Ἰησοῦ ἤκουε τὸν λόγον αὐτοῦ.Ἡ δὲ Μάρθα περιεσπᾶτο περὶ πολλὴν διακονίαν· ἐπιστᾶσα δὲ εἶπε· Κύριε, οὐ μέλει σοι ὅτι ἡ ἀδελφή μου μόνην με κατέλιπε διακονεῖν; Εἰπὲ οὖν αὐτῇ ἵνα μοι συναντιλάβηται. Ἀποκριθεὶς δὲ εἶπεν αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς· Μάρθα Μάρθα, μεριμνᾷς καὶ τυρβάζῃ περὶ πολλά· ἑνὸς δέ ἐστι χρεία· Μαρία δὲ τὴν ἀγαθὴν μερίδα ἐξελέξατο, ἥτις οὐκ ἀφαιρεθήσεται ἀπ᾿ αὐτῆς. Ἐγένετο δὲ ἐν τῷ λέγειν αὐτὸν ταῦτα ἐπάρασά τις γυνὴ φωνὴν ἐκ τοῦ ὄχλου εἶπεν αὐτῷ· μακαρία ἡ κοιλία ἡ βαστάσασά σε καὶ μαστοὶ οὓς ἐθήλασας. Αὐτὸς δὲ εἶπε· μενοῦνγε μακάριοι οἱ ἀκούοντες τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ καὶ φυλάσσοντες αὐτόν. Ἀπόδοση στη νεοελληνική: Τον καιρό εκείνο, ἐμπῆκε ὁ Ἰησοῦς εἰς ἕνα χωριό. Μία γυναῖκα, ποὺ ὠνομάζετο Μάρθα, τὸν ὑποδέχθηκε εἰς τὸ σπίτι της. Αὐτὴ εἶχε ἀδελφὴν ποὺ ὠνομάζετο Μαρία, ἡ ὁποία ἐκαθότανε κοντὰ εἰς τὰ πόδια τοῦ Ἰησοῦ καὶ ἄκουε ὅσα ἔλεγε. Ἀλλ’ ἡ Μάρθα ἦτο ἀπησχολημένη μὲ πολλὴν ὑπηρεσίαν καὶ ἐπλησίασε καὶ εἶπε, «Κύριε, δὲν σὲ μέλει ποὺ ἡ ἀδελφή μου μὲ ἄφησε μόνη μου νὰ ὑπηρετῶ; Πές της λοιπὸν νὰ μὲ βοηθήσῃ». Ὁ Ἰησοῦς τῆς ἀπεκρίθη, «Μάρθα, Μάρθα, μεριμνᾶς καὶ ἀνησυχεῖς διὰ πολλὰ πράγματα, ἀλλ’ ἕνα πρᾶγμα εἶναι ἀναγκαῖον. Ἡ Μαρία ἐδιάλεξε τὴν καλὴν μερίδα, ἡ ὁποία δὲν θὰ τῆς ἀφαιρεθῇ». Ἐνῷ ἔλεγε αὐτά, κάποια γυναῖκα ἀπὸ τὸν κόσμον ἐφώναξε καὶ τοῦ εἶπε, «Μακαρία ἡ κοιλιὰ ποὺ σ’ ἐβάσταξε καὶ οἱ μαστοὶ ποὺ ἐθήλασες». Αὐτὸς δὲ εἶπε, «Μακάριοι μᾶλλον εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ ἀκούουν τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ καὶ τὸν φυλάττουν».

19 Νοεμβρίου 2021

Ας ριχθούμε στην αγκαλιά του Χριστού


Η αρετή είναι γνώση. Όλο το μυστικό είναι η προσευχή, το δόσιμο, η αγάπη στον Χριστό. Η μοναχική ζωή είναι ζωή χαρισάμενη. Μεγάλο πράγμα η υπακοή. Είναι το μυστήριο της πνευματικής ζωής. Υπακοή με χαρά, με ευχαρίστηση. Αυτή η υπακοή συγκινεί τον Θεό. Με την υπακοή αλλάζεις σ’ όλα. Γίνεσαι γρήγορος, έξυπνος. Ο Χριστός μου έδωσε την Χάρη να κάνω υπακοή. Ό,τι έχω, απ’ την υπακοή το έχω. Ο Γέροντας παίζει πολύ σπουδαίο ρόλο στην ζωή μας. Όταν ζήτε μαζί μ’ έναν άγιο Γέροντα, αγιοποιείσθε κι εσείς. Παίρνετε κάτι απ’ τις άγιες συνήθειές του, απ’ τα λόγια του, την σιωπή του, την προσευχή του. Αν δεν έχης υπακοή, δεν έχεις την Χάρη του Θεού. Η έλλειψη υπακοής οφείλεται στον εγωισμό και την φιλαυτία. Στην ταπείνωση και την υπακοή βρίσκει ο άνθρωπος την αληθινή ελευθερία. Ν’ αγαπήσετε την μελέτη. Εγώ όσο ακούω το Ψαλτήρι και τους Κανόνες, τόσο δεν τα χορταίνω. Να διαβάζετε καθαρά, μία-μία τις λέξεις. Να τις λέτε και να τις ακούτε κιόλας, αυτό πολύ βοηθάει. Κι όπου βλέπετε και υπάρχει πολλή ουσία, να το ξαναδιαβάζετε για να το καταλάβετε καλύτερα. Οι Ακολουθίες είναι μεγάλη υπόθεση. Όσο μπορεί κανείς να φεύγη από τον τύπο και να κοιτάζη την ουσία. Δηλαδή να το θέλη, να ευχαριστήται με την προσευχή, με την συνομιλία μετά του Θεού. Την ακολουθία της θείας Μεταλήψεως όταν την διαβάση και ο πιο αμαρτωλός, αγιάζεται. Να επιδιώκετε την κούραση την σωματική. Κι όταν λέμε κόπο, εννοούμε και την προσευχή της νύχτας. Πολύ ωφελεί να σηκώνεστε την νύχτα για προσευχή. Ω, τι γίνεται στο Άγιον Όρος τη νύχτα! Ευωδία, λιβάνι, άγγελοι, προσευχές. Οι άγγελοι παίρνουν τις προσευχές των Αγίων και τις πηγαίνουν στον Θεό. Μυστήριο! Όταν ο σωματικός κόπος –μετάνοιες, αγρυπνίες, θυσίες– γίνεται με αγάπη, με έρωτα, τότε δεν βλάπτει το σώμα. Να μην λυπάσθε το σώμα. Να το παιδεύετε. Πρέπει να κάνετε θυσία, άσκηση. Άσκηση πνευματική και σωματική. Χωρίς άσκηση δεν γίνεται τίποτα. Εγώ μικρός έκανα τρεις χιλιάδες μετάνοιες την ημέρα και δεν κουραζόμουνα, ήμουνα πολύ σκληραγωγημένος. Παίδευα τον εαυτό μου, περιφρονούσα τον κόπο. Όταν βρίσκωμαι σε τόπους όπου έζησαν Άγιοι, πριν προλάβω να προσευχηθώ, αμέσως ο αγιασμένος τόπος μ’ ανεβάζει στα ουράνια· όπως για παράδειγμα η Πάτμος, το Άγιον Όρος, η Νταού Πεντέλης…. Η αγάπη για τον Χριστό κάνει κόπο … για τον Αγαπημένο! Ας ριχθούμε στην αγκαλιά του Χριστού. Όταν έλθη ο Χριστός, κερδίσαμε το παν! Ο Χριστός «χοντρές» ψυχές δεν θέλει κοντά Του. Η ψυχή πρέπει να γίνη άξια του Χριστού. Η μετάνοια η αληθινή θα φέρη τον αγιασμό. Ο Χριστός είναι ευγενής. Δεν θέλει να εκβιάση την ελευθερία που ο ίδιος μας έχει δώσει. Στέκει έξω απ’ την θύρα της ψυχής μας και χτυπάει απαλά. Αν Του ανοίξουμε, θα έλθη μέσα μας και θα μας δώση τα πάντα. Όπως Εκείνος κρούει με ευγένεια την πόρτα της ψυχής μας, έτσι κι εμείς να ζητάμε ευγενικά αυτό που επιθυμούμε και, αν ο Κύριος δεν απαντάη, να σταματάμε να το ζητάμε. Όταν ο Θεός δεν μας δίδη κάτι που επίμονα ζητάμε, έχει τον λόγο Του. Στον Θεό να προσευχώμαστε απλά και απαλά.

18 Νοεμβρίου 2021

Σώμα και Αίμα Χριστού….


Τέλεια η μυσταγωγία, που τελείται στην εκκλησια­στική σύναξη. Στην ορθόδοξο λατρεία επεκράτησε τελικά η θεία Λειτουργία του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου. Το υπερφυές μυστήριο τελείται. Η κάθοδος του Αγίου Πνεύματος αγιάζει και τα δύο τραπέζια. Και την αγία Τράπεζα, όπου ο άρτος και ο οίνος μεταβάλλο­νται σε Σώμα και Αίμα Χριστού. Και την τράπεζα της χω­ματένιας υπάρξεώς μας, όπου θα εναποθέσει ο λειτουργός τη θεία Κοινωνία, «εις αγιασμόν ψυχής τε και σώματος», «εις βασιλείας ουρανών κληρονομιάν, μη εις κρίμα ή εις κατάκριμα». Για την τέλεση του μυστηρίου στην αγία Τράπεζα αρκεί η ιερωσύνη του πρεσβυτέρου ή του επισκόπου. Για την πρόσληψη όμως του μυστηρίου μέσ’ στον πι­στό απαιτείται η συνειδητή μετοχή. Από ομιλία του ιερού Χρυσοστόμου (θ’ περί μετανοίας, Ε.Π.Ε. 30,314-316) αποσπάμε μικρές περικοπές, όπου τονί­ζονται τρεις απ’ τους βασικούς όρους της συνειδητής αυτής μετοχής. Πρώτον: Η αδιάλειπτη παρουσία στην «επισυναγωγή» της Εκκλησίας, στον Κυριακάτικο εκκλησιασμό. Εί­χαν, φαίνεται, από τότε αρχίσει οι απουσίες απ’ το Κυριακό Δείπνο. Σήμερα το απουσιολόγιο είναι πυκνότερο απ’ το παρουσιολόγιο. «Έχει 168 ώρες η εβδομάδα. Μια ώρα ξεχώρισε για τον εαυτό Του ο Θεός. Συ κι αυτή την ώρα (της Κυριακής) την ξοδεύεις σε κο­σμικά και γελοία; Κι όταν έρχεσαι, πώς έρχεσαι; Με μολυσμένη καρδιά στα μυστήρια; Αν επισκεπτόσουν βασιλιά ή άλλο άρχοντα, θάχες λασπωμένα τα χέρια;» Δεύτερον: Η ακράδαντη πίστη, ότι όλος σε όλον! Αυτό συμβαίνει κατά τη Μετάληψη. Όλος ο Χριστός σ’ ολόκλη­ρη την ύπαρξή μας! Αφαιρεί ο ιερός Πατήρ κάθε λογισμό, για το τί γίνεται και που πηγαίνει ο θείος Μαργαρίτης. «Μη θαρρείς πως είναι ψωμί και κρασί. Δεν αποβάλλο­νται, όπως οι άλλες τροφές. Όπως το κερί, στην επαφή με τη φωτιά, γίνεται όλο ένα μαζί της, έτσι κι εδώ, ενώνονται τα μυστήρια μ’ όλη την ύπαρξή μας. Δεν μεταλαμβάνετε από άνθρωπο, αλλά απ’ τη λαβίδα των Σεραφείμ. Τα χείλη μας ρουφάνε το σωτήριο Αίμα απ’ την άχραντη πλευρά Του». Τρίτον: Η απόλυτη κατάνυξη κατά τη λειτουργική σύναξη. Δυστυχώς δεν θεωρούμε μεγάλη αμαρτία την απρο­σεξεία, ακόμα και την αταξία κατά τη φρικτή ώρα της Θεί­ας Λειτουργίας. Ρωτάει ο ιερός Πατέρας: Δεν ντρεπόμαστε; Δεν κοκκινί­ζουμε; «Άνθρωπε, τί κάνεις; Ο ιερέας προέτρεψε: Ψηλά το νου και την καρδιά! Και συ απάντησες: Έχουμε προς τον Κύριο! Δεν ντρέπεσαι και δεν κοκκινίζεις που λες ψέματα τού­τη την ώρα τη φοβερή; Πω, πω! Έτοιμη η τράπεζα. Ο Αμνός του Θεού για σένα σφαγιάζεται. Ο ιερέας αγωνίζεται για σένα. Το θυσιαστήριο πυρα­κτώνεται για σένα. Στέκουν τα Χερουβίμ, πετούν τα Σεραφίμ. Μυριάδες άγγελοι παραστέκουν… Το Αίμα απ’ την πλευρά του Κυρίου χύνεται για σένα στο άγιο Ποτήριο… Συ δεν φοβάσαι; Δεν τρέμεις; Δεν κοκκινίζεις; Ψέματα λες και τούτη την ώρα; Στώμεν καλώς! Γεμάτοι φόβο και τρόμο, με τα μάτια κάτω, με την ψυχή επάνω. Να στενάζουμε άφωνα, με την καρδιά όμως να φωνάζουμε. Ας στεκόμαστε στο ναό αμετακίνητοι, χωρίς να μιλάμε, χωρίς να κινούμαστε. Τα μάτια ούτε εδώ ούτε εκεί. Σοβαροί, γεμάτοι κατάνυξη και φόβο Θεού. Αυτά πολλές φορές θα σας τα λέω, μέχρι να διορθωθείτε… Πώς μπαίνουμε στην εκκλησία; Φυσικά, όπως πρέπει και ορίζει ο Θεός. Στη ψυχή καμιά κακία να μη κρατάμε. Όλους να τους συγχωράμε. Πώς θα πούμε, «Σβήσε τις αμαρτίες μας, όπως κι εμείς συγχωρούμε τους άλλους»;

17 Νοεμβρίου 2021

Η ΚΑΘΑΡΣΗ ΚΑΙ Η ΑΥΤΟΚΡΙΤΙΚΗ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΕΛΙΚΗ ΕΠΙΚΡΑΤΙΣΗ Είναι εύκολο να είσαι χριστιανός; (Νικολάι Μπερντιάεφ)


Κάνει λάθος όποιος πιστεύει ότι είναι εύκολο πράγμα να ζει σύμφωνα με τα διδάγματα του Χριστού και παράλληλα να καταδικάζει τη διδασκαλία Του, επειδή οι χριστιανοί δεν την εφαρμόζουν. Και είναι εξίσου λάθος να συμπεραίνουμε ότι δεν είναι αναγκαία η εφαρμογή του Χριστιανισμού σ’ όλες τις εκφάνσεις της ζωής μας. Σε κάθε στιγμή της ύπαρξής του ο χριστιανός θα πρέπει να ποθεί τελειότητα παρόμοια μ’ αυτή του ουράνιου Πατέρα του, οφείλει να σκοπεύει στη Βασιλεία των ουρανών. Ολόκληρη η ζωή του χριστιανού έχει τοποθετηθεί κάτω από το επόμενο μήνυμα: «Ζητάτε πρώτα τη Βασιλεία του Θεού και τη δικαιοσύνη του και όλα τα υπόλοιπα θα σας χορηγηθούν». Δεν πρέπει να αδρανοποιήσουμε την προσπάθειά μας προς την τελειότητα, την επιθυμία της θείας δικαιοσύνης, την απόκτηση της Βασιλείας του Θεού, ούτε πάλι στηριζόμενοι στην αρχή ότι η φύση του ανθρώπου είναι αμαρτωλή να θεωρούμε το ιδεατό, επάνω στη γη, απρόσιτο. Ο άνθρωπος πρέπει να αναζητά τρόπους για την εφαρμογή της θείας αλήθειας, χωρίς να απασχολείται με τον τρόπο που αυτή η αλήθεια εφαρμόζεται στο σύνολο της ζωής. Το γεγονός ότι ελάχιστοι εφαρμόζουν την αλήθεια του Χριστού στον κόσμο, και το ότι ο άνθρωπος αφιερώνει σ’ αυτό ελάχιστο χρόνο από την καθημερινότητά του, δεν σημαίνει επ’ ουδενί ότι δεν πρέπει και να εφαρμοσθεί. Η σωστή κατεύθυνση βρίσκεται στην προσπάθεια να εφαρμόσουμε την Αλήθεια του Χριστού, και να ζητήσουμε τη Βασιλεία Του χωρίς να κατηγορούμε τον πλησίον μας. Ο Χριστιανισμός εισέρχεται σε μια εντελώς νέα περίοδο, και καθίσταται στο έξης αδύνατο να βιώσει την πίστη του εξωτερικώς, να περιορισθεί σε μία απλή συναισθηματική λατρεία τύπων. Οι πιστοί καλούνται να εφαρμόσουν τον Χριστιανισμό σε όλες τις πτυχές της ζωής τους, οφείλουν να υπερασπισθούν την πίστη τους με την προσωπικότητά τους, με τη ζωή τους, με την αφοσίωσή τους στον Χριστό και στη διδασκαλία Του, με την αντιπαράθεση της αγάπης τους στο μίσος του κόσμου. Χριστιανισμός: θρησκεία του κράτους; Στην ορθόδοξη Εκκλησία μας σήμερα γίνεται μια επιλογή των αρίστων, των αυθεντικών, των πιο θερμών, των ικανοτέρων για θυσίες, των πιο πιστών στον Χριστό, και μια αποσκίρτηση, απομόνωση εκείνων που δεν ήταν παρά μόνο στους τύπους ορθόδοξοι, ορθόδοξοι εξωτερικώς, χωρίς να αισθάνονται την ουσία της πίστεώς τους και σε τι αυτή η πίστη τους υποχρεώνει. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι τελειώνει η εποχή της συγχύσεως Χριστιανισμού και παγανισμού και αρχίζει ένας καινούργιος αιώνας κεκαθαρμένου Χριστιανισμού. Ο Χριστιανισμός εκφυλίστηκε από το γεγονός ότι είναι μια θρησκεία της εξουσίας, μια θρησκεία του Κράτους και εκ του ότι η Εκκλησία δελεάστηκε από τη μάχαιρα του Καίσαρος. Στο παρελθόν τη χρησιμοποίησε ακόμη και εναντίον εκείνων των οποίων η πίστη δεν ήταν σύμφωνη με τους κρατούντες. Γι’ αυτό στη συνείδηση πολλών ο Χριστιανισμός έπαψε να είναι η θρησκεία του σταυρού, γιατί προσκολλήθηκε στο άρμα του διώκτη και όχι του διωκόμενου. Ο Χριστιανισμός προβλήθηκε από πολλούς ανθρώπους σαν ένας εξαγιασμός των εθνικών εθίμων, χωρίς την ανάγκη φωτισμού και πραγματικής μεταμορφώσεως. Αλλά ήρθε η ώρα, που ο Χριστιανισμός θα πάρει ξανά τη θέση του διωκόμενου και θα κληθούν οι χριστιανοί να επιδείξουν μεγαλύτερο ηρωισμό, αγάπη καθαρτική, ακεραιότητα και ευσυνειδησία στην ομολογία της πίστεώς τους. Η ώρα ήρθε, που οι χριστιανοί θα πάψουν να αποτελούν εμπόδιο στην πορεία του Χριστιανισμού. [Νικόλαος Μπερντιάεφ (Nicolas Berdiaeff), “Για την αξία του χριστιανισμού και την απαξία των χριστιανών”, μετάφραση Χρήστος Καραγιώργος, Αθήνα, Αποστολική Διακονία της Εκκλησίας της Ελλάδος, 2007]

16 Νοεμβρίου 2021

Η ΝΗΣΤΕΙΑ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ


Η ζωή κάθε χριστιανού στηρίζεται στην προσπάθειά του να καλλιεργήσει τα χαρίσματα που του δόθηκαν από τον Δημιουργό προκειμένου να φτάσει στη θέωση δηλαδή να πλησιάσει τον Θεό. Η προσπάθεια αυτή δεν είναι εύκολη και χρειάζεται μεγάλος πνευματικός αγώνας. Η Εκκλησία μας προκειμένου να βοηθήσει τον πιστό στον αγώνα του αυτόν προτείνει εσωτερική άσκηση που σίγουρα όμως πρέπει να φωτίζεται από τη θεία χάρη. Μία από τις πνευματικές αυτές ασκήσεις είναι και η νηστεία. Η λέξη νηστεία προέρχεται από το στερητικό μόριο νη και το ρήμα έδω που σημαίνει τρώγω, δηλαδή δηλώνει την αποχή από κάποιες κατηγορίες τροφών (ψάρια, κρέας ζώων και πτηνών, τα γεννήματα και τα παράγωγά τους, όπως αυγά, τυρί, γάλα, ελαιόλαδο). Η αποχή αυτή σκοπό έχει την ασκητική υπακοή του ανθρώπου για την χαλιναγώγηση των παθών του και τον καθαρμό του σώματος και της ψυχής. Μέσω της νηστείας ο πιστός συγκρατεί την υπερβολή των επιθυμιών του, τιθασεύει τους πειρασμούς και αποδεσμεύεται από τα υλικά αγαθά και με αυτόν τον τρόπο ευκολότερα δύναται να επιθυμήσει τα αγαθά της ουράνιας βασιλείας. Ο χαρακτήρας της είναι ανασταλτικός και καθαρτικός. Όποιος θέλει να βαδίσει την οδό του Κυρίου πρέπει να στεναχωρεί την γαστέρα του και όχι να την θεραπεύει και να την υπερφορτίζει. Η νηστεία δεν πρέπει να θεωρείται άρνηση των φυσικών αναγκών μας αλλά άρνηση της ακολασίας και του υπέρμετρου καταναλωτισμού, αφού θέτει τις βάσεις για να μένει ο άνθρωπος ακλόνητος ενώπιον των πειρασμών που τον βάλλουν διαρκώς στην καθημερινή του ζωή. Ασκώντας το σώμα στην εκούσια στέρηση αποφεύγει να υποχωρήσει στην αμαρτία. Όπως η σωματική άθληση χαρίζει ευεξία και ευλυγισία έτσι και η ψυχική άσκηση προσφέρει πνευματική ανάταση. Άλλωστε η αξία της νηστείας φαίνεται και από τα λόγια του Μεγάλου Βασιλείου που λέγει ότι η νηστεία έχει ηλικία ίση με την ανθρωπότητα διότι νομοθετήθηκε στον Παράδεισο και βασίστηκε στην εντολή του Θεού να μην δοκιμάσουν οι πρωτόπλαστοι από το δέντρο της γνώσης του καλού και του κακού. Επειδή δεν τηρήθηκε η νηστεία αυτή, ο άνθρωπος εκδιώχθηκε από τον Παράδεισο, έχασε την επικοινωνία του με τον Θεό – Πατέρα και αμαύρωσε τα χαρίσματα που του είχαν δοθεί από τη στιγμή της δημιουργίας του, όπως την ελευθερία, τη συναδελφικότητα, την αγάπη, το αυτεξούσιο, κάνοντας δυσκολότερη την επίτευξη του καθ’ ομοίωση, δηλαδή της δυνατότητάς μας να ομοιάσουμε στο Θεό. Ο Μωυσής μετά από νηστεία ευλογήθηκε να λάβει σε λίθινες πλάκες τον Νόμο στο όρος Σινά, ο Προφήτης Ηλίας νηστεύσας για σαράντα ημέρες αξιώθηκε να δει «εν φωνῆ λεπτῆς αὖρας διερχομένης…τόν Κύριον», η νηστεία ανάπαυσε τον φτωχό Λάζαρο στους κόλπους του Αβραάμ, νηστεία και προσευχή έκανε και ο Δανιήλ στο λάκκο των λεόντων με τα γνωστά θαυμαστά αποτελέσματα. Η ζωή του Ιωάννου του Προδρόμου υπήρξε μια συνεχής νηστεία· ο οποίος δεν είχε κρεβάτι, ούτε τραπέζι, ούτε καλλιεργήσιμη γη, ούτε ζώα για όργωμα, ούτε αρτοποιό, ούτε τίποτε άλλο από τα πράγματα της ζωής. Και για αυτό «μεταξύ των γεννηθέντων από τις γυναίκες, μεγαλύτερος δεν έχει αναφανεί άλλος από τον Ιωάννη τον Βαπτιστή», είπε ο Χριστός (Ματθ. 11, 11). Ο Απόστολος Παύλος μαζί με τα άλλα καυχήματα, απαρίθμησε και τη νηστεία, στις θλίψεις του, οι οποίες τον ανέβασαν στον τρίτο ουρανό (Β' Κορ. 11, 27· 12, 2). Ενώ το μεγαλύτερο παράδειγμα των ευεργετικών επιδράσεων της νηστείας μας το δίνει ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός, ο οποίος πριν αρχίσει να κηρύττει δημόσια νήστεψε σαράντα ημέρες στην έρημο ώστε μπόρεσε να κατανικήσει τους τρεις πειρασμούς του Σατανά και ειδικότερα εκείνον που τον προέτρεπε να μετατρέψει τις πέτρες σε άρτους. Χαρακτηριστική ήταν η απάντηση του Ιησού ότι ο άνθρωπος δεν ζει μόνο με την τροφή "ἀλλ' ἐπὶ παντὶ ῥήματι ἐκπορευομένῳ διὰ στόματος Θεοῦ" (Ματθ. 4, 4). Από την άλλη ο Ησαύ για λίγο φαγητό πούλησε τα πρωτοτόκια στον Ιακώβ μη δείχνοντας εγκράτεια. Η νηστεία λοιπόν, γεννά Προφήτες, κάνει ισχυρότερους τους ισχυρούς, τους σοφούς σοφότερους, άγιο τον αφιερωμένο στο Θεό και ικανώνει τους ιερείς να προσφέρουν αληθινή θυσία κατά τη Θεία Ευχαριστία. Η νηστεία είναι αρχαίο δώρο, δεν παλαιώνει και δεν γηράσκει, αλλά ανανεούμενο ανθίζει πάντοτε για να φέρει ώριμους καρπούς. Δικαιολογημένα επομένως η νηστεία έχει αξιολογηθεί στην πατερική παράδοση ως αγγέλων ομοίωσις, ως θείον δώρημα, ως της μελλούσης ζωής εικώνα, ως όπλο κατά του πονηρού, ως παθοκτόνο φάρμακο, ως πνευματικών αγώνων αρχή και πλήθος άλλων χαρακτηρισμών, οι οποίοι διατρανώνουν τη σημασία της εν λόγω αρετής και εκφράζουν την εξέχουσα θέση που κατέχει στη ζωή των χριστιανών. Για τους παραπάνω λόγους η Εκκλησία, καθιέρωσε τη νηστεία ως προπαρασκευή για θαυμαστά γεγονότα που σχετίζονται είτε με τον επίγειο βίο του Ιησού Χριστού είτε με το δυναμικό παρόν και τη μαρτυρία που έδωσαν οι άγιοί μας. Η αποχή από τις τροφές δεν δηλώνει σε καμία περίπτωση περιφρόνηση ορισμένων ειδών τροφής γιατί δεν υπάρχουν καθαρές και ακάθαρτες τροφές – καθώς όλα έχουν δημιουργηθεί καλά λίαν από τον Δημιουργό. Η διάκρισή τους σχετίζεται με τη θρεπτική και πεπτική ικανότητά τους καθώς οι νηστίσιμες τροφές είναι πιο απλές και λιγότερο πλούσιες σε πρωτεΐνες, ώστε ο νους να μη μεριμνά για τις φυσικές σωματικές του ανάγκες αλλά να στρέφεται ανεπηρέαστος προς τα άνω και η σκέψη ελαφρότερη να αναζητά τους πνευματικούς θησαυρούς. Στο σημείο αυτό πρέπει να τονιστεί ότι η νηστεία δεν περιορίζεται μόνο στις τροφές αλλά πρωταρχικά και κυρίως στην ψυχή μας. Κατά τη διάρκειά της οφείλουμε να ξεπερνάμε όλα μας τα πάθη για να προετοιμάσουμε τον εαυτό μας για το μέγα μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Τι ωφελεί αν δεν τρώγουμε κρέας αλλά κατατρώμε με τα μάτια μας τα υπάρχοντα του συνανθρώπου μας ή συκοφαντούμε τον πλησίον μας και φθονούμε την ευτυχία του; Η τυπική νηστεία όσο αυστηρή κι αν είναι αν δεν συνοδεύεται από την πραγματική αγάπη του Θεού και των ανθρώπων σίγουρα δεν έχει καμία αξία. Απεναντίας αποτελεί παγίδα για τους πιστούς καθώς θεωρούν ότι βαδίζουν το δρόμο της άσκησης και πως εναρμονίζονται με τις επιταγές της πνευματικής ζωής, αλλά ουσιαστικά δεν βλέπουν το αμάρτημά τους ώστε δεν το διορθώνουν. Τέτοια νηστεία έκαναν οι Φαρισαίοι και την κατέκρινε ο Χριστός, αφού νήστευαν επιδεικτικά, υποκριτικά, προς το θεαθήναι. Προσπαθούσαν να φαίνονται σκυθρωποί και να δίνουν την εντύπωση του μεγάλου νηστευτού. Όμως τέτοιου είδους νηστεία σίγουρα δεν είναι θεάρεστη καθώς γίνεται για τη δόξα των ανθρώπων και όχι του Θεού. Ο ίδιος ο Κύριος τόνισε: «ὅταν δέ νηστεύητε, μή γίνεσθαι ὥσπερ οἱ ὑποκριταί σκυθρωποί˙ αφανίζουσι γάρ τά πρόσωπά αὐτῶν, ὅπως φανώσι τοῖς ἀνθρώποις νηστεύοντες˙ ἀμίν λέγων ὑμῖν, ὅτι ἀπέχουσι τόν μισθόν αὐτῶν. Σύ δέ νηστεύων ἄλειψαί σου τήν κεφαλήν καί τό πρόσωπόν σου νίψαι, ὅπως μή φανείς τοῖς ἀνθρώποις νηστεύων, ἀλλά τῷ πατρί σου τῷ ἐν τῷ κρυπτῷ˙ καί ὁ Πατήρ σου ὁ βλέπων ἐν τῷ κρυπτῷ ἀποδώσι σοι ἐν τῷ φανερῷ» (Ματθ. 6, 14). Και στην εποχή μας πολλοί δίδουν μεγάλη σημασία και σχολαστικότητα για τα φαγητά, ενώ αδιαφορούν για άλλα πράγματα, όπως για την ουσιαστική συμμετοχή στην εν γένει εκκλησιαστική ζωή. Επιπλέον ας έχουμε κατά νου ότι σπουδαίο ρόλο στη νηστεία παίζει και η ποσότητα των τροφών, αφού η λαιμαργία και η κατάχρηση στα φαγητά οδηγεί τον άνθρωπο να γίνει γαστρίμαργος και να απομακρυνθεί από τη δίψα για τις απολαύσεις της αιωνίου ζωής, προτιμώντας τις υλικές απολαύσεις του επίγειου βίου. Μέγα, λοιπόν, παράπτωμα όσων θέλουν να λογίζονται γνήσιοι χριστιανοί η ακολασία της γαστέρας, καθώς τους καθηλώνει στα εφήμερα και εγκόσμια. Η νηστεία είναι όπλο για την εκστρατεία κατά των δαιμόνων, διότι όπως διαβάζουμε και στην Καινή Διαθήκη: «τό γένος αὐτό δέν ἐξέρχεται, παρά μόνον μέ τήν προσευχή καί τή νηστεία» (Μάρκ. 9, 28). Ακριβώς αυτόν τον εφήμερο χαρακτήρα των πάντων θέλησε να αποκαταστήσει ο Θεός και να δώσει ακόμη μια ευκαιρία στον άνθρωπο να απολαύσει την ουράνια βασιλεία Του. Για το λόγο αυτό πραγματοποιεί την υπόσχεση που είχε δώσει στους πρώτους ανθρώπους, πως όταν έλθει το πλήρωμα του χρόνου θα στείλει τον Υιό Του να συντρίψει το κακό και να σώσει τα δημιουργήματά Του από το πονηρό. Η πραγματοποίηση αυτή λαμβάνει χώρα κατά τη γέννηση του Ιησού από τη Θεοτόκο Μαρία, όταν στη Βηθλεέμ έρχεται στον κόσμο το θείο βρέφος. Τη λαμπρότητα του γεγονότος αυτού η Εκκλησία μας τιμά στις 25 Δεκεμβρίου ημέρα αφιερωμένη στον μοναδικό αληθινό ήλιο της ζωής, τον Χριστό! Ως προπαρασκευή για την προσωπική βίωση των ακατάληπτων θείων μυστηρίων και του σχεδίου της θείας Οικονομίας για τη σωτηρία του ανθρωπίνου γένους από την αμαρτία και τη φθορά, έχει καθιερωθεί η σαρανταήμερη νηστεία των Χριστουγέννων ή όπως αλλιώς λέγεται του αγίου Φιλίππου, επειδή αρχίζει την επομένη της εορτής του δηλαδή στις 15 Νοεμβρίου και λήγει στις 24 Δεκεμβρίου. Κατά την περίοδο αυτή καταλύουμε ψάρι, κρασί έλαιο καθημερινά εκτός Τετάρτης και Παρασκευής, μέχρι και 17 Δεκεμβρίου. Η σαρανταήμερη νηστεία των Χριστουγέννων ήταν αρκετά μεταγενέστερη από τη Μ. Σαρακοστή του Πάσχα και αρχικά ήταν επταήμερη, τον ΣΤ΄ όμως αιώνα κατ’ επίδραση πιθανότατα του μοναχισμού και του γενικότερου ασκητικού χαρακτήρα της Εκκλησίας, εμφανίζεται στα μοναστήρια της Συρίας και της Παλαιστίνης και έκτοτε καθιερώνεται αν και με χαλαρότερο χαρακτήρα, αφού πανηγύρεις και πολλές μνήμες αγίων καθιστούν την περίοδο πριν από τα Χριστούγεννα χαρούμενη προεόρτια ατμόσφαιρα. Ωστόσο μας καλεί βεβαίως σε ένα άλλο είδος ασκητισμού, προκειμένου να ανακαλύψουμε τη σπουδαιότητα της εορτής των Χριστουγέννων και το άπειρο κάλλος της αγάπης του Θεού που στέλνει τον Υιό Του στον κόσμο για να θεώσει την αμαρτωλή ανθρώπινη φύση προσλαμβάνοντάς την ταυτόχρονα με τη θεία φύση Του. Σύμφωνα με τον άγιο Συμεών Θεσσαλονίκης, η νηστεία των Χριστουγέννων, συμβολίζει τη νηστεία του Μωυσή, αφού νήστεψε σαράντα ημέρες και νύχτες έλαβε τις δέκα εντολές του Θεού, δηλαδή το θείο λόγο. Και για να λάβει τη δεύτερη νομοθεσία χρειάσθηκε και δεύτερη νηστεία. Παρόμοια και εμείς σαράντα ημέρες πριν από τη γέννηση του Ιησού Χριστού προετοιμάζουμε τη δική μας ψυχή να δεχθεί τον Υιό και Λόγο του Θεού. Η νηστεία από τη στιγμή που καθιερώθηκε μέχρι και τις ημέρες μας πραγματοποιείται μέσα στο ίδιο πνεύμα, με την αντίστοιχη νηστεία του Μωυσή, καθώς αυτός έλαβε το Νόμο και εμείς λαμβάνουμε τον Υιό του Νομοδότου. Επιπροσθέτως, νηστεύουμε και προσευχόμαστε κατά μίμηση των ιερών προσώπων της εκκλησιαστικής μας ιστορίας, όπως του προφήτου Μωυσή, καθώς ο Θεός φανέρωσε σ’ αυτόν το θέλημά Του και σε μας μέσω της νηστείας φανερώνει τον εαυτό Του. Κατά την σαρανταήμερη περίοδο προ των Χριστουγέννων, η νηστεία αποτελεί ένα ισχυρότατο όπλο για όλους μας, άνδρες και γυναίκες, νέους και ηλικιωμένους, κληρικούς και λαϊκούς κατά των παθών. Το πνευματικό αυτό όπλο είναι ιδιαίτερα σημαντικό στη σύγχρονη εποχή όπου τα πάντα αμφισβητούνται, οι αξίες καταρρίπτονται και η Εκκλησία βάλλεται από πολλές πλευρές. Η άρνηση σε κάποια φαγητά μας κάνει δυνατούς να πούμε όχι και στον πειρασμό, όταν θα κυκλώσει την καρδιά μας, με σκοπό να την αποσπάσει από την ζεστή αγκαλιά του Θεού και να την ρίξει στην άβυσσο της αμαρτίας. Όπως ο γιατρός σε περίπτωση μιας σωματικής ασθένειας μας επιβάλλει συγκεκριμένο διαιτολόγιο, έτσι και η Εκκλησία για την ψυχική μας υγεία συνιστά περιορισμό υλικών τροφών και απολαύσεων. Βέβαια η νηστεία δεν δύναται από μόνη της να φέρει τη σωτηρία στην καρδιά μας, αλλά πρέπει να επικουρηθεί και από άλλες αρετές, όπως την προσευχή, τη μετοχή στα ιερά μυστήρια, κυρίως στην εξομολόγηση και τη Θεία κοινωνία, τις αγαθοεργίες, τη συμμετοχή στις ιερές ακολουθίες. Ο άνθρωπος που νηστεύει έχει ένα σκοπό, να καθαρίσει το σώμα του από τις καθημερινές έγνοιες και αμόλυντος πλέον να ενωθεί με τον Θεό. Αυτό όμως το πετυχαίνει όταν συνειδητοποιεί τα αμαρτήματά του, συντρίβεται η καρδιά του από μεταμέλεια και ζητά από τον εκπρόσωπο του Χριστού επί της γης, τον πνευματικό, άφεση αμαρτιών μέσω του μυστηρίου της αγίας εξομολογήσεως. Στη συνέχεια, λαμβάνει καθαγιασμένο άρτο και οίνο, δηλαδή σώμα και αίμα Χριστού, και λαμπρύνει τον εσωτερικό του κόσμου με το άσβεστο θείο φως. Η ανακαίνιση που συμβαίνει τότε μέσα του δεν μπορεί παρά να τον οδηγήσει στην αγάπη του Θεού και του πλησίον του, ώστε να προσπαθεί με κάθε τρόπο να απαλλάξει τον συνάνθρωπό του από τη θλίψη και τον πόνο, να βοηθήσει τον φτωχό, να συμπονέσει τον άρρωστο, να συνδράμει τον έχοντα ανάγκη. Τα παραπάνω είναι πράξεις αγαθές όταν φυσικά είναι αγαθή και η προαίρεσή μας, αφού η φιλευσπλαχνία πρέπει να κινείται από ανόθευτη και ανιδιοτελή αγάπη, όπως το μέγα έλεος του Θεού. Τα έργα αυτά τονώνουν περισσότερο το θρησκευτικό φρόνημα του ατόμου και πραγματώνουν την πίστη του, η οποία εκφράζεται σ’ όλο της το μεγαλείο κατά τη διάρκεια όλων των ιερών ακολουθιών. Πρέπει δε να γνωρίζουμε ότι όταν πράττουμε μια αρετή το κάνουμε όχι γι’ αυτή την ίδια την αρετή, αλλά γιατί σε αυτή υπάρχει ο Χριστός. Δυστυχώς όμως η νηστεία έχει απωλέσει το περιεχόμενό της και θεωρείται ως αναχρονιστική, ξεπερασμένη, ανούσια, αν όχι αφελής και άχρηστη, από κάποιους οι οποίοι είναι μακράν της πνευματικής ζωής. Ακόμα όμως και αν πιστεύουν μερικοί ότι η νηστεία δεν ταιριάζει σε μια εποχή εξέλιξης και προόδου έχουμε να αντιτάξουμε ότι η πιο γνήσια πρόοδος του ανθρώπου είναι αυτή της ψυχής του, η οποία είναι αθάνατη και άρα αιώνια, ενώ η τεχνολογία και η εξέλιξη των υλικών πραγμάτων, αν και είναι σεβαστές και σίγουρα απαραίτητες στη ζωή μας, δεν μπορούν να απαντήσουν στα διαχρονικά ερωτήματα των ανθρώπων για τη ζωή και το θάνατο, το λόγο της ύπαρξής μας και το σκοπό της δημιουργίας του σύμπαντος. Σ’ αυτά τα ζητήματα η απάντηση της ορθόδοξης θεολογίας είναι αστείρευτη πηγή, που δροσίζει τον κάθε διψασμένο και χαρίζει ελπίδα πως το τέλος της επίγειας ζωής δεν είναι το τέλος του παντός, αλλά η αρχή της ενώσεώς μας με τον Πανάγαθο Θεό, ο Οποίος από αμέριστη αγάπη δημιούργησε τα πάντα και προνοεί γι’ αυτά στο διηνεκές του χρόνου. Αντίδωρο ευγνωμοσύνης στον Ύψιστο, εμείς οι χριστιανοί προσφέρουμε την καθαρότητα του σώματος και της ψυχής μας και μορφώνουμε τις καρδιές μας σε φιλόξενα κατοικητήρια των αρετών και αγωνιζόμαστε τον αγώνα τον καλό ώστε να αναπλάσουμε ολόκληρο τον κόσμο σε κήπο ευωδιαστό από τη χάρη του Θεού. Η Τεσσαρακοστή των Χριστουγέννων, είναι μια καλή ευκαιρία να αναθεωρήσουμε τα αρνητικά του βίου μας, να παλέψουμε τα πάθη μας, να δωρίσουμε αγαπητικά τις καρδιές μας στον συνάνθρωπό μας και να ελαφρύνουμε το νου και την ψυχή μας.