31 Μαρτίου 2023

"Τρώγε και σκάζε!"

Πρέπει να το καταλάβουμε καλά αυτό το πράγμα, τα πάθη θεραπεύονται με τα αντίθετά τους, όχι με παραπλήσια πράγματα. Είσαι θυμώδης; Θα θεραπεύσεις το θυμό σου με το να σκάσεις, να μην πεις λέξη.Να μη βγάλεις λέξη από το στόμα σου! Δεν σας άρεσε η λέξη που είπα; (γέλια) Ο Γέροντάς μας, ο αείμνηστος Γέροντάς μας, κάποτε είχαμε έναν αδερφό ο οποίος ήρθε να γίνει μοναχός και ήταν ασθενής ο καημένος, ψυχικά ασθενής, και τον βάλαμε να υπηρετά στην τράπεζα και να στρώνει το τραπέζι. Βέβαια, εντάξει, δεν έκανε για μοναχός αλλά για να μην τον απελπίσει ο Γέροντας, του είπε μείνε και βλέπουμε. Ξέραμε ότι θα φύγει κάποια ώρα. Τον έβαλε τραπεζάρη. Αυτός είχε την καλοσύνη όποτε έστρωνε το τραπέζι που τρώγαμε το μεσημέρι, στον Γέροντα σε μένα και στον πάτερ Εφραίμ -ήμασταν οι ιερείς εμείς οι δύο και ο Γέροντάς μας ο Γέροντας της Μονής- όλα τα ξεροκόμματα, τα μουχλιασμένα, τα σαπισμένα, τα ξινισμένα (τα έβαζε) σε μας, στον Γέροντα, σε μένα και στον παπά Εφραίμ. Όλοι οι άλλοι φρέσκο ψωμί, φρέσκο φαΐ, όλα φρέσκα. Εμείς χθεσινά, προχθεσινά, αφρισμένα. Τι να σας πω! Άσε οι μύγες που ήταν μέσα. Μία φορά μέτρησα οκτώ μύγες μέσα στα φασολάκια! Ήταν οικολογικές όμως και ήταν ωραιότατες, ήταν χρυσοπράσινες, πάρα πολύ ωραίες (γέλια). Λέγαμε την προσευχή, καθόμαστε να φάμε το φαΐ μας το μεσημέρι, το ψωμί μας όλο πράσινο, μουχλιασμένο, δεν κοβόταν. Μα αφού σήμερα ζυμώσαμε φρέσκο ψωμί! Από μας και κάτω, όλοι φρέσκο ψωμί. Εμείς οι τρεις το ξεροκόμματο. Κοιτάζαμε τον Γέροντα να δούμε τι θα πει. Έλεγε ο Γέροντάς μας, να έχουμε την ευχή του: "Τρώε και σκάζε!" Τρώγε και σκάσε. Το έλεγε για τον εαυτό του δηλαδή. Δεν διαμαρτυρήθηκε ποτέ του. Έτρωγε τα ξεροκόμματα και ήταν γεροντάκι. Εμείς είχαμε και δόντια, εκείνος ο καημένος τα βουτούσε μέσα στο νερό να μαλακώσουν λίγο και να τα φάει. Δεν του έκανε ποτέ παρατήρηση. Λέει, άφησέ τον να δούμε πού θα πάει αυτό το βιολί...

30 Μαρτίου 2023

Μαρτυρία για τον Γέρων Εφραίμ, Δικαίο της Σκήτης του Αγίου Ανδρέα στις Καρυές

Δεν γράφω για την προσωπική μου ζωή στο FB αλλά σήμερα έχω λόγο να δώσω μαρτυρία. Στο μακρυνό καλοκαίρι του 2005 αδελφικός μου φίλος μου προτείνει να πάμε στο Άγιο Όρος, σε μια Σκήτη κοντά εκεί που έμενε ο Γέροντας Παΐσιος, και ο ηγούμενος της είναι άγιος άνθρωπος. Εγώ τότε ταλαιπωρούμουν από κάποια προβλήματα ψυχολογικής φύσεως. Είχα σφοδρές κρίσεις πανικού με αποτέλεσμα να κλειστώ στον εαυτό μου για μεγάλο χρονικό διάστημα, αϋπνίες και δυσκολίες στην σίτιση. Φτάσαμε λοιπόν Σάββατο πρωί στο Σαράι (Σκήτη Αγίου Ανδρέα) κάναμε κάποια προσκυνήματα που θέλαμε και έφτασε αισίως το απόγευμα. Είχαμε επιστρέψει στην Σκήτη σχεδόν όλοι οι προσκυνητές, περίπου 80 με 90 άτομα, και μαζί μας ήταν και κάποιοι από τους μονάχους. Εγώ ενθουσιασμένος μεν αλλά όσο πλησίαζε το βράδυ η εσωτερική ταραχή μου μεγάλωνε. Μακρυά από οικείο περιβάλλον, άφαγος περιμένοντας ακόμα ένα κλασικό ανυπόφορο ξενύχτι, οι διαφορές μικρές κρίσεις εντός της ημέρας θα γιγαντώνονταν όπως κάθε βράδυ. Κάποια στιγμή μου λέει ο φίλος μου: "Ο Γέροντας Εφραίμ". Στεκόταν εκεί, λίγο πιο μπροστά από τον μεγάλο ναό, εμείς καμία 50 μέτρα προς την μεγάλη πύλη. Τότε αυτός δείχνει να κοιτάει προς εμάς, σηκώνει το χέρι του και μας κάνει νεύμα να πάμε κοντά του. Στην αρχή δεν καταλάβαμε λόγω του πλήθους, αλλά τελικά ξεκινήσαμε να πάμε. Ψιθυρίζαμε μεταξυ μας "τι να μας θέλει άραγε"; Φτάνοντας πρώτος και δεύτερος πήγαν οι παρέα μου, ασπάστηκαν το χέρι του και έκαναν στην άκρη. Ήρθε η σειρά μου, μου έδωσε το χέρι του όπως τους άλλους, έσκυψα να το ασπαστώ και σηκώνοντας το άλλο χέρι του μου έδωσε μια δυνατή καρπαζιά στο κεφάλι. Αρκετά δυνατή ώστε έμεινα κόκκαλο να τον κοιτάζω. Με κοιτάει βαθειά μέσα στα μάτια με εκείνο το χαμόγελο το δικό του, με πιάνει σφιχτά από το χέρι και μου λέει : "είσαι καλύτερα τώρα "; Μας ευλόγησε κι έφυγε. Φύγαμε κι εμείς για κάποια διακονήματα. Για τις υπόλοιπες 2 μέρες δεν είχα τίποτα, έφαγα πολύ και κοιμήθηκα σαν μωρό στην αγκαλιά της μάνας του. Τόσο κράτησε. Αλλά μου έδειξε κάτι, πιο σημαντικό που τελικά με ελευθέρωσε... Έχω ζήσει εγώ ή φίλοι μου και αλλά γεγονότα με τον Γέροντα, ίσως τα γράψω και αυτά κάποια στιγμή, αλλά όταν είδα σήμερα την είδηση για την Κοίμηση του αυτό ήταν το πρώτο που μου ήρθε στο μυαλό.

29 Μαρτίου 2023

Ένα άγνωστο θαύμα της Παναγίας της Παρηγορήτισσας στην τουρκοκρατούμενη Άρτα «εν έτει 1628 »

Τα γεγονότα της διήγησης του πρώτου μέρους είναι σε γενικές γραμμές τα εξής: Σε ένα ορεινό μεγαλοχώρι της Άρτας στην εποχή της Τουρκοκρατίας γινόταν παιδομάζωμα. Ο Λάμπρος, ο μικρότερος γιος της Νάσαινας έφυγε από το χωριό προκειμένου να αποφύγει την απαγωγή από τους Τούρκους. Ήδη τα μεγαλύτερα αδέλφια του, ο Πάνος και ο Φώτος είχαν απαχθεί παλιότερα και ό ένας εξ αυτών ο Πάνος ήταν ήδη ο γενίτσαρος Ισμέτ. Αυτό το γεγονός ο Λάμπρος, ως μικρότερος δεν το γνώριζε. Προκειμένου να αποφύγει τη σύλληψη, ο Λάμπρος κρύφτηκε σε μια ρεματιά. Μια μέρα, περνούσε από το μέρος εκείνο ένας Αρτινός μεγαλέμπορος, ο γέρο-Γιαννούσος και σε συμπλοκή με ομάδα Τούρκων γενίτσαρων έχασε ένα πουγγί με χρυσά φλουριά. Τοπουγγί το βρήκε ο Λάμπρος και τα παρέδωσε στον έμπορο στην Άρτα. Αυτός, για να τον ευχαριστήσει, τον έκανε υπάλληλο στο μπακάλικο του γιού του, του κυρ-Ευθύμη, κοντά στην Παρηγορήτισσα. Ο Λάμπρος στη συνέχεια γνωρίστηκε με τον Ζαννή, υπηρέτη ενός Ιταλού επιχειρηματία, του σινιόρ Αλφρέδου που έμεινε στην Άρτα. Αυτός του πρότεινε να τον σπουδάσει στην Ιταλία, γεγονός που χαροποίησε πολύ τον Λάμπρο. Εν τω μεταξύ ο Λάμπρος ενημέρωσε με γράμμα τη μάνα και τις αδελφές του για το πού βρίσκεται και εργάζεται. Τα σχετικά τα έμαθε και μια Τουρκάλα γειτόνισσα η Ινζλού, που κρυφάκουσε και η οποία πήγε στη συνέχεια στα Γιάννενα, για να αποκαλύψει που βρίσκεται ο Λάμπρος που δραπέτευσε από το παιδομάζωμα. Προκειμένου να ενημερώσει τον Λάμπρο για τα γεγονότα αυτά και για να τον προφυλάξει αποφάσισε η μητέρα του η Νάσαινα να έλθει στην Άρτα να τον βρει. Ήταν Αύγουστος του 1628 και πλησίαζε η εορτή της Κοίμησης της Θεοτόκου. Η εξαφάνιση Στο μεταξύ η Τουρκάλα Ινζλού, η γειτόνισσα της Νάσαινας, που κρυφακούοντας έμαθε τα σχετικά με τον Λάμπρο, κίνησε για τα Γιάννενα.Εκείνη την εποχή, είχε σταλεί από τον φοβερό Σουλτάνο Μουράτ τον Δ στον πασά των Ιωαννίνων ένας γεροδεμένος γενίτσαρος, ο Ισμέτ. Πιστός στη δούλεψη του Σουλτάνου μισούσε θανάσιμα τους γκιαούρηδες, που τον Αλλάχ και το κοράνι δεν σέβονταν,που τον σουλτάνο δεν προσκυνούσαν με την καρδιά τους. Αυτός γύριζε και επιθεωρούσε τα γύρω χωριά. Αυτόν συνάντησε η Ινζλού και του μίλησε για τον Λάμπρο, που είχε ξεφύγει από το παιδομάζωμα και δουλεύει τώρα στην Άρτα. Φάνηκε να φχαριστιέται παράξενα ο Γενίτσαρος και αποφάσισε μόνος του να πάει στην Άρτα.Εκεί είχε ανθρώπους να τον βοηθήσουν να εξαφανίσουν το γκιαουρόπουλο που μέσα από τα χέρια τους είχε ξεγλιστρήσει και να σβήσει την ντροπή… Ξεκίνησε… Σαν βρέθηκε όμως ξέμακρα από την πόλη μέσα σε λαγκαδιές και ράχες, με συντροφιά μονάχη των πουλιών τα πετάγματα και το σάλεμα των δένδρων, ξεδιπλώθηκε μέσα του μια επιθυμία μυστική.. Κείνο το φώναγμα του γέρου καβαλάρη «Παναγία μου Παρηγορήτισσα..», τότε με τα φορτωμένα μουλάρια σαν είδε τη σπάθα του να κινείται, του χώθηκε κοφτερά στην καρδιά του. Δεν την είχε ξανακούσει ποτέ αυτή τη λέξη για την Παναγιά, εκεί στην Πόλη που όλα τα χρόνια είχε ζήσει.Τούτη την προσευχή δεν την είχε ποτέ διαβάσει. Και όμως μόλις έβγαλε τη φωνή ο γέρος, κάτι σάλεψε βαθιά του, κάτι τον τάραξε σύγκορμο και του΄λυσε τα γόνατα. Του φάνηκε πως την ήξερε, πως την είχε βαθιά στη θύμησή του θαμμένη και εκείνη τη στιγμή ξεπετάχτηκε ζωντανή, βγαλμένη όχι από γέρου στόμα, μα από νέας γυναίκας φωνή. Πολέμησε να λησμονήσει και τον γέρο και το φώναγμα, αλλά εκείνο δεν σταμάτησε να τον κεντάει στη θύμηση, να φτάνει γλυκό και απόμακρο, παράκληση γεμάτο «Παναγία μου Παρηγορήτισσα…» …Ήταν σίγουρος πως κάποτε παλιά το είχε ακουσμένο…Πότε όμως και από ποια; Από τη βεζύραινα μάνα του; Αδύνατο. Αλλά από ποια; Εκείνη η Τούρκισσα,που έφτασε το γραικόπουλο να προδώσει από το μεγαλοχώρι, του φύτεψε την κρυφή επιθυμία, του ανάδεψε τους λογισμούς… Δουλεύει κάπου κει σιμά στην Παρηγορήτισσα!!! Χάρηκε στη λέξη ο Ισμέτ και πήρε την απόφαση να πάει να βρει το παιδί και την Παρηγορήτισσα, σπρωγμένος από την επιθυμία του μη σε κείνον τον τόπο βρισκόταν κάποια απόκριση στην έγνοια του… Σαν έφτασε στην Άρτα, ξεπέζεψε σε χάνι απόμερο, άλλαξε φορεσιά,υπόνοια να μην δώσει και σαν ξαπόστασε, ρώτησε για την εκκλησιά της Παρηγορήτισσας. Ήταν κατακαλόκαιρο απομεσήμερο και η κάψα ξερόκαιγε τα πλακόστρωτα καντούνια και τα κλεισμένα σπίτια… Ο Φώτος καθισμένος σε σκαμνί στο ραφτάδικο του κυρ-Στεφανή και με ακουμπισμένο το πονεμένο πόδι του σε ένα σακούλι με καλαμποκόφυλλα έκοβε με μεγάλο ψαλίδι τα λαγγιόλια μιας φουστανέλλας… Ξαφνικά φόβος τον ζύγωσε. Άκουσε σιγόσυρτη φωνή, που κάποιον αναζητούσε σε κοντινά κατώφλια κάποιο Λάμπρο παραγιό. Δίχως να περιμένει περισσότερο, άρπαξε τις μαγκούρες του και με δυσκολία κίνησε για το πίσω μέρος του μαγαζιού, που έβλεπε στου Λάμπρου την κάμαρα. Σιγοσφύριξε, φώναξε, χτύπησε με ένα ξύλο. Στο χτύπημα βγήκε στο πάνω χαγιάτι ο κυρ- Ευθύμης και του΄πε αγριεμένος πως ο Λάμπρος ήταν φευγάτος από το πρωϊ…Γύρισε ο Φώτος στο ραφτάδικο να συνεχίσει τη δουλειά του. Κοίταξε δεξιά-ζερβά στο καντούνι και καθώς τον ξένο δεν αντίκρυσε, συνέχισε τη δουλειά του. Ο Ισμέτ γυρόφερνε στης Άρτας τους μαχαλάδες, έκανε τάχα πως παζάρευε κάτι να αγοράσει, έπιανε κουβέντα με ντόπιους και κυρές, έφτασε στης Παρηγορήτισσας τον αυλόγυρο. Διάβηκε τη θύρα. Όχι, ποτέ δεν είχε ειδομένη τούτη την εκκλησιά. Καμμιά θύμηση δεν σάλεψε μέσα του στο αντίκρυσμά της. Είχε λαθέψει που λογίστηκε πως κάτι ήταν δεμένο με του λόγου του και της Παρηγορήτισσας το όνομα…Κείνο που ένιωσε ήταν της λύσσας το φούντωμα, σαν πείστηκε πως το γκιαουρόπουλοτου΄χε ξανά ξεγλιστρήσει. Ρώτημα με ρώτημα έμαθε για του κυρ-Ευθύμη τον παραγιό που ήταν φευγάτος άξαφνα,δίχως να ξέρει κανένας που βρισκόταν. Γύρισε στο χάνι κι έβγαλε χαρτί,μήνυμα να στείλει ανθρώπους, που είχε στις διαταγές του να φτάσουν για παιδομάζωμα και σε τούτη την πόλη της Παναγιάς ανήμερα (15Αυγουστο).Αν ένα γλύτωνε, εκατό θα πληρώναν τώρα. Η φτερούγα της μάνας Στο μεταξύ η Νάσαινα, όπως είπαμε,είχε πάρει την απόφαση, να πάει να βρει στην Άρτα τον γιό της Λάμπρο, για να τον προστατέψει από την προδοσία της Τουρκάλας Ινζλού. Ετοιμάστηκε και ζύμωσε και πρόσφορα. Μια και θα βρισκόταν στην Άρτα, θα τα πήγαινε στην Παναγία την Παρηγορήτισσα ευλαβική προσφορά, σαν και παλιά στα νιάτα της. «Με το ροδοφώτισμα της αυγής κίνησε η λεβεντόκαρδη μάννα ακόπιαστη, φτερούγα να απλώσει την έγνοια της στο στερνοπαίδι που κινδύνευε ξανά. Δεν λογάριασε δρόμο, δεν λογίστηκε δίψα, δεν πεθύμησε ξαπόσταση. Να φτάσει μονάχα ήθελε, να προκάμει, πριν τον ξάφνιαζε του άπιστου η απειλή. Σκίρτημα βαθύ της ανέκοψε για λίγο τον βηματισμότης, θόλωσε η ματιά, σαν απόμακρα αντίκρυσε, φτάνοντας, της Παρηγορήτισσας τους τρούλους. Γεννημένη και μεγαλωμένη στην Άρτα, με τη δική της σκέψη και παρηγοριά είχε περασμένους της ζωής της τους πόνους, είχε βρει δύναμη στις ώρες τις πικρές. Κι από τη δική της Χάρη θε να΄ταν που αντάμωσε τον Λάμπρο της τώρα πέρα στο ποτάμι μονάχο,δίχως μάτι να τους δει και δώσει λογαριασμό. Φτερούγισε το παιδί στο αντίκρυσμά της, πετάχτηκε και ρίχτηκε στο λαιμό της φουντωμένο από χαράς κοκκίνισμα…Πνίγηκε εκείνη στα δάκρυα…Είπαν κι είπαν -πόσα είχαν να πουν-πίσω από τις ψηλές καλαμιές και τελευταίο κράτησε η Νάσαινα το λόγο του ερχομού της. Πύρωσαν πιότερο του αγοριού τα μάγουλα, άστραψαν ξανά τα μάτια του, όμοια με εκείνο το πρώτο βράδυ….» Θα φύγω ξανά μάννα.. Όμοια που με φύλαξε ίσαμε τώρα ο Θεός, θε να με φυλάξει κι από ‘δω και πέρα… Τούρκος εγώ δεν γίνομαι»,είπε ο Λάμπρος. Κατάπιε το λυγμό η μάννα, έσφιξε το κεφάλι του στην αγκαλιά της και τον γέμισε με χίλιες ευχές.Όμως, δεν ήταν πρεπούμενο καιρό να χάνουν. Δώσανε ξανά συνάντηση σε απόμερο τόπο και ο Λάμπρος κίνησε τρεχάτος για την κάμαρά του. Μονάχα τον κυρ-Γιαννούσο βρήκε, τον χαιρέτησε, πήρε τον τορβά με τα λιγοστά πράματά του και το θησαυρό του το Ψαλτήρι και βγήκε από την πίσω αυλή, δίχως άλλος να τον πάρει χαμπάρι. Των ραγιάδων καταφυγή το Μοναστήρι της Κάτω Παναγιάς, σε όλες τις δύσκολες ώρες, στάθηκε για τηΝάσαινα στέγη και ξαπόσταση διπλή. Έμεινε δύο μέρες ακόμα το παιδί να ξανανταμώσει, να δει τι θα απογινόταν με της Τούρκισσας τις φοβέρες. Μα, ήθελε και να βρεθεί στης Παναγιάς το πανηγύρι στην Παρηγορήτισσα. Την ημέρα του Ευαγγελισμού γιορτάζει η εκκλησία αυτή. Μα και τον μήνα Αύγουστο,αφού ήταν στ΄ όνομά της πανηγύριζε. Είχε δοσμένη την προσφορά της και είχε νηστέψει όλες τις μέρες για να μεταλάβει. Με το σκόλασμα θα κινούσε για τον τόπο της. Στο μεταξύ ξανασυναντήθηκε με τον Λάμπρο μυστικά στα ξεροχώραφα και κανόνισαν νεότερη συνάντηση στο πανηγύρι της Παρηγορήτισσας. Έφτασε και η γιορτή του 15 Αυγουστου. Με κατεβασμένη χαμηλά την κεφαλοδεσιά η Νάσαινα στάθηκε σιμά στη θύρα της εκκλησίας το παιδί προσμένοντας. Λίγο πιο πέρα στα δεξιά έστεκε ο Φώτος έχοντας το πονεμένο πόδι του σε πεσμένο μαρμάρινο στύλο… Οι ψαλμωδίες φτάνανε έξω καθαρά και του λιβανιού η μυρωδιά ανεβαίνοντας στον Παντοκράτορα και τη Δέσποινα του κόσμου, έμοιαζε με των ραγιάδων τις προσευχές, που στο καμίνι μέσα του πόνου θυμιατού ξεχύναν ευωδία. Από το σπαθί του Γενίτσαρου Κάποια στιγμή, άκουσε η Νάσαινα έξω από το ριγμένο μαντρότοιχο του αυλόγηρου της εκκλησιάς τρεχαλητό άγριο και στράφηκε τρομαγμένη. Σαν ελάφι γοργοπόδαρο φάνηκε να πετιέται ο Λάμπρος από το χάλασμα και να χάνεται μέσα στα ρημαγμένα κελιά. Πίσω του ψηλός γιγαντωμένος, άγριος γενίτσαρος με σπάθες και γιαταγάνι με την ίδια γρηγοράδα τον κυνήγησε, θηρίο σωστό.Έβγαλε πνιχτή φωνή η μάνα και ρίχτηκε με απλωμένα χέρια στην ίδια μεριά, για να προλάβουν και γλυτώσουν το παιδί από του τύραννου το σπαθί. Είδε και ο Φώτος και τον πόνο αψηφώντας κίνησε γοργά να της παρασταθεί, όσον του δυνόταν. Πού βρισκόταν ο Λάμπρος και τώρα ξαναφάνηκε; Συγγένισσα του ή μάνα του ήταν αυτή η λεβεντογυναίκα που σπάραξε σαν είδε το κυνήγημά του; Έφτασε λίγο πιο ύστερα από κείνη στο ακρινό κελί, που φαινόταν πάλη να γίνεται. Ματωμένη αντίκρυσε πρώτα της σπάθας την άκρη, αλλά ο Λάμπρος δεν φαινόταν.Λύθηκε από τον πόνο ο Φώτος για τον Λάμπρο που χανόταν,δακρύσανε τα μάτια του στην καυτή ικεσία, βλέποντας τη σπάθα να κατεβαίνει ξανά. Μα, ξάφνου, σπαθί αρχαγγέλου που τη σταμάτησε γίνηκε της γυναίκας η φωνή «ΠΑΝΑΓΙΑ ΜΟΥ ΠΑΡΗΓΟΡΗΤΙΣΣΑ!!!!»Ο γενίτσαρος ξέμεινε με ακούνητο το σπαθί, έτσι στραμμένος, που ήταν απάνω στο πεσμένο παιδί και γύρισε συνταραγμένος και κοίταξε με ολάνοιχτα πελώρια μάτια τη γυναίκα που φώναξε. Όρμησε ο Φώτος στον Λάμπρο που ματωμένος στον ώμο έκανε να σηκωθεί, για να κερδίσει τούτη την απρόσμενη στιγμή. Μα, η φωνή της Νάσαινας πνιγμένη από σπαραγμό και ξαφνικό χαράς λυγμό μαζί, λίγο και θα γκρέμιζε τους ραγισμένους τοίχους. -Πάνο, Πάνο καμάρι μου, παιδί μου. Η μητρική καρδιά, που είχε χρόνια φυλαγμένη στα κατάβαθά της του παιδιού της τη ματιά, τη γνώρισε με το πρώτο αντίκρυσμά της. Άπλωσε τα χέρια στον γενίτσαρο, που νεκρού χλωμάδα είχε πάνω του απλωθεί, που στήριγμα ζήτησε σε γερό δοκάρι. -Πάνο, καμάρι μου, ξαναφώναξε η μάνα.Πού σε είχαν αρπαγμένο οι άπιστοι μέσα από την αγκαλιά μου; Αυτόν που πας να σκοτώσεις είναι ο αδελφός σου ο Λάμπρος. Όμοια και οι δυο σας του λεβέντη του πατέρα σας την κορμοστασιά έχετε,που χάθηκε από Τούρκου μαχαίρι. Γύρισε ο γενίτσαρος τα μεγάλα μάτια και τα στύλωσε στον Λάμπρο, που ξαφνιασμένος θωρούσε πότε τη μάνα του και πότε εκείνον. Είχε αδελφό; Ποτέ δεν το΄χε ακουσμένο. Στράφτηκε προς τη μάνα και με βραχνή απόκριση κοφτή της είπε: -Έχεις λαθέψει κυρά. -Δεν λαθεύει της μάνας η καρδιά,Πάνο μου, είπε η Νάσαινα και πέταξε τημαντηλοδεσιά από το κεφάλι της και φανήκαν τα χρυσαφένια μαλλιά και ξεσκεπαστήκαν τα γαλάζια μάτια. -Μάνα! Ακούστηκε μ΄ανατριχίλας πνίξιμο φωνή από ζερβά. Μα, εκείνη συνεπαρμένη από το φόβο μη χάσει το παιδί της μέσα από τα χέρια της δεν την άκουσε. Ο Ισμέτ ο γενίτσαρος ήταν σταματημένος μπροστά της… Ξαφνικά ένιωσε με ορμή κάποιος να του πιάνει το ζερβί το χέρι, να του ανοίγει τα δάκτυλα, να του δείχνει στο μικρό σημάδεμα βαθυσκαμμένο από παλιά πληγή. -Πάνο, είμαι ο Φώτος. Δεν θυμάσαι, που μας είχαν αρπαγμένους μαζί και σαν θελήσαν να μας ξεχωρίσουν, σούπληγώσαν με μαχαίρι το χέρι σου τούτο που με κρατούσε σφιχτά; -ΩρέΦώτο!φώναξε εκείνος και ξέσπασε σε κλάμα δυνατό,τρέμοντας σύγκορμος και ρίχτηκε στου αδελφού του τον ώμο για να μην σωριαστεί. -Παναγία Παρηγορήτισσάμου!Φώτομου, Πάνο μου, παιδιά μου ! Τούτη μού φυλαγόταν η απόκριση στις προσευχές μου! φώναξε η μάνα και όρμησε και αγκάλιασε μαζί τα δύο αρπαγμένα παιδιά της σαν παλιά, με δάκρυα ποτάμι. Πέταξε ο Ισμέτ τα γιαταγάνια και του γενίτσαρου το κεφαλόντυμα, έσκυψε και φίλησε τα χέρια της μάνας με λυγμούς…Είχε πιστέψει πως ήταν του μεγάλου βεζύρη ο γιος.Μονάχα η φωνή της μάνας ξεθάφτηκε ξαφνικά λίγο καιρό πριν, της ΠΑΡΗΓΟΡΗΤΙΣΣΑΣ ακούγοντας το όνομα, μα πολέμησε ξανά να τη λησμονήσει… Τώρα όμως στου Φώτου τα λόγια ξανάζησε του χωρισμού το ξερίζωμα, αναθυμήθηκε πως Χριστιανός και Γραικός ήταν… Δεν πίστευε τα μάτια της η Νάσαινα.Δεν πίστευε τα αυτιά της που ακούγαν «μάνα» να τη φωνάζουν φωνές μεστωμένων παλληκαριών, ούτε τα χέρια της που άγγιζαν τα κεφάλια τους, που δέχονταν τα φιλήματά της.Μονάχα η καρδιά της έπιασε τον κίνδυνο που τον Πάνο της θα απειλούσε, σαν οι σύντροφοί του μαθαίναν το μυστικό και μακριά τον έσπρωξε, να φύγει από μικρό του τοίχου παραθύρι. Συλλογίστηκε εκείνος μια στιγμή και ξαναζώστηκε τα σπαθιά του. Προκειμένου να σταματήσει το παιδομάζωμα, γύρισε το κεφάλι του στους ανθρώπους που ήταν κρυμμένοι ολόγυρα και περιμένανε το δικό του πρόσταγμα για το γιουρούσι απάνω στα γραικόπουλα, που θα βγαίνανε από την εκκλησιά. Τους διέταξε να συναχτούν να ξαποστάσουν στο χάνι, έξω από την άλλη άκρη της Άρτας, γιατί καινούργιο σχέδιο είχε στον νου και αν δεν έχουν άλλη διαταγή, να ξεκινήσουν για τα Γιάννενα. Έτσι θα χάνανε τα χνάρια του και θα κέρδιζε και εκείνος καιρό. Στο μεταξύ για να μην πάθει κάτι ο τραυματισμένος Λάμπρος, φρόντισε να περιποιηθεί το τραύμα του αδελφού του με γάζες και τσίπουρο που προμηθεύτηκε από ένα μισάνοικτο μαγαζί. Γονατιστοί μείνανε μετά ο Φώτος και η Νάσαινα, ώσπου να τελειώσει η λειτουργία και μετάλαβαν με φόβο Θεού. Ο Λάμπρος γερμένος σ’ ένα σωρό από σοβάδες στο μισογκρεμισμένο κελί, με δεμένη τη λαβωματιά είχε λησμονήσει τον πόνο μπροστά σε όλα τα παράξενα που είχε ζήσει. Από του θανάτου το αντίκρυσμα κάτω από τη σπάθα του Γενίτσαρου βρέθηκε να είναι σφιγμένος στην αγκαλιά του, βρέθηκε να είναι του αγαπημένου Φώτου αδελφός και να βλέπει τη μάνα του όσο ποτέ χαρούμενη και ξανανιωμένη. Όσο και αν ο πυρετός τον έκαιγε, το μυαλό του δούλευε και ρώτησε τη μάνα του: -Μάνα, έχει δει ο Πάνος την ΑγιάΣοφιά εκεί στην Πόλη; Τα άκουσε ο παλιός γενίτσαρος και σίμωσε και του είπε: -Την έχω δει αδελφέ μου και ένα δάκρυ στάλαξε αργό στη σκέψη της. Πανέμορφη και πιο τρανή εκκλησιά άλλη δεν θα είναι χτισμένη. Όμως τζαμί την έχουν τώρα. Έμεινε ο Λάμπρος συλλογισμένος με μια λαμπράδα πρωτόγνωρη απλωμένη στα μάτια και στη θωριά.Μια υπερκόσμια αγαλλίαση τον πλημμύρισε…. Έτσι λάμψανε δάκρυα χαράς μέσα στης σκλαβιάς τα σκοτάδια. Στα σκοτάδια που φέγγανε από των ψυχών την άσβεστη λαμπάδα. Από της ελληνικής καρδιάς την αντρειοσύνη, που άτρομη έμεινε στητή από το σπαθί του γενίτσαρου. Η Παναγία η Παρηγορήτισσα ήτανε και τότε η βακτηρία, η παρηγοριά και η προστασία του Γένους των Ελλήνων. «Απίστευτο με τα μέτρα της λογικής, λογικό όμως με τα σταθμά της πίστης…»

28 Μαρτίου 2023

«ΠΑΡΑΔΟΞΑ» ΚΑΙ «ΣΚΛΗΡΑ» ΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

Α. (1) Ο λόγος του Χριστού: όχι ένας ανθρώπινος λόγος, έστω φιλοσοφικός και στοχαστικός. Ο ανθρώπινος λόγος εκφράζει τις ανθρώπινες δυνατότητες, οι οποίες όσο σωστές και καλές κι αν είναι μεταφέρουν την πεσμένη στην αμαρτία ανθρώπινη φύση. Κι αυτό σημαίνει ότι ο ανθρώπινος λόγος δεν έχει τη δύναμη να «σηκώσει» τον άνθρωπο από την εμπαθή προσκόλλησή του στον κόσμο και τη γοητεία της αμαρτίας του. Το βλέπουμε στις διάφορες φιλοσοφίες αλλά και στις διάφορες θρησκείες. (2) Ο λόγος Του αποκάλυψη Θεού και μία άλλη μορφή παρουσίας Του – φορέας της παντοδύναμης ενέργειάς Του: μη ξεχνάμε ότι «τω λόγω του Κυρίου οι ουρανοί εστερεώθησαν». «Αυτός είπε και εγενήθησαν, Αυτός ενετείλατο και εκτίσθησαν», ο λόγος Του δηλαδή, ο ίδιος ο Κύριος, είναι ο Δημιουργός. Ο Χριστός, κατά τη δική Του υπόδειξη μάλιστα, «κρύβεται» μέσα στα λόγια Του. «Εάν με αγαπάτε, τηρήστε τις εντολές μου κι εγώ θα σας φανερωθώ και με τον Πατέρα μου θα έλθω να κατοικήσω μέσα μας και να γίνετε μοναστήρι μας». «Πυρ ήλθον βαλείν και τι θέλω ει ήδη ανήφθη» - τα λόγια Του φωτιά του αγίου Πνεύματος, που κατακαίουν τα πάθη και φωτίζουν την ύπαρξη του ανθρώπου. Ήδη από την Π. Δ. ακούγεται ο φοβερός προφητικός λόγος: «το λόγιόν μου πεπυρωμένον σφόδρα»! (3) Γι’ αυτό και κάθε λόγος Του και κάθε εντολή Του συνιστά σωτηρία για τον άνθρωπο: τον επαναφέρει στην κανονική και φυσιολογική του πορεία. Ο λόγος του Χριστού συνιστά την «οδόν» πάνω στην οποία βαδίζοντας ο πιστός φτάνει στη Βασιλεία του Θεού. (4) Ο όποιος λόγος Του λοιπόν, όσο «σκληρός» και «παράδοξος» ακούγεται, λειτουργεί προς ευεργεσία του ανθρώπου. Ο χαρακτηρισμός της σκληρότητας οφείλεται στον πεσμένο στην αμαρτία άνθρωπο – η προσκόλλησή μας στα πάθη μας μάς κάνει να θεωρούμε σκληρά αυτά που μας ευεργετούν και μας θεραπεύουν. Μοιάζει τούτο με τα φάρμακα: μας πικραίνουν, αλλά είναι προς ιατρεία της όποιας αρρώστιας μας. Β. Μερικά «σκληρά και παράδοξα» λόγια του Χριστού. 1. «Τό ὅτι ἐζητεῖτέ με;» (Λουκ. 2, 49) (Γιατί με ζητούσατε;) Η παράδοξη απάντηση του μικρού δωδεκαετούς Ιησού όταν επί τριήμερο που είχε «εξαφανιστεί» τον αναζητούσαν η Παναγία μητέρα Του και ο θεωρούμενος πατέρας Του Ιωσήφ. «Παιδί μου, γιατί μας το έκανες αυτό;» του λέει γεμάτη αγωνία η Παναγία Μητέρα, για να δώσει Εκείνος ήδη «μικρούλης» στην ηλικία τη συγκλονιστική και ακατανόητη και για την Παναγία συγκεκριμένη απάντηση. «Δεν ξέρατε ότι έπρεπε να βρίσκομαι στο σπίτι του Πατέρα Μου;». Κι αυτό τι σημαίνει; Την αυτοσυνειδησία του Κυρίου ότι είναι ο ενανθρωπήσας Θεός ήδη από τη στιγμή της συλλήψεώς Του μέσα στην κοιλιά της Παναγίας. Δεν πρόκειται για έναν άνθρωπο που έρχεται στον κόσμο και σταδιακά μετά από κάποια αποκάλυψη συνειδητοποιεί ότι «ωρίμασε» - ό,τι πρέσβευε ο αιρεσιάρχης Νεστόριος, ο οποίος κήρυσσε ότι η Παναγία γέννησε τον άνθρωπο Χριστό (Χριστοτόκος) και έπειτα ήλθε σ’ αυτόν ο Λόγος του Θεού. Οπότε στη συγκεκριμένη απάντηση του Κυρίου κατανοούμε με φωτισμό Θεού ότι ο Χριστός είναι ο Θεός που έγινε και άνθρωπος. «Διπλούς την φύσιν αλλ’ ου την υπόστασιν». Πρόκειται για τη θεολογία των Γ΄ και Δ΄ Οικουμ. Συνόδων που εξέφρεσαν την πίστη της Εκκλησίας για τον Ιησού Χριστό. 2. «Ὅς δ’ ἄν σκανδαλίσῃ ἕνα τῶν μικρῶν τούτων τῶν πιστευόντων εἰς ἐμέ, συμφέρει αὐτῷ ἵνα κρεμασθῇ μύλος ὀνικός εἰς τόν τράχηλον αὐτοῦ καί καταποντισθῇ ἐν τῷ πελάγει τῆς θαλάσσης» (Ματθ. 18, 6) (Όποιος γίνει αφορμή να κλονιστεί ένας απ’ αυτούς τους μικρούς που πιστεύουν σ’ εμένα, είναι προτιμότερο γι’ αυτόν να κρεμάσει μια μυλόπετρα στον λαιμό του και να καταποντιστεί στη θάλασσα). Ο λόγος Του που αποτιμά την αυτοκτονία ως κατώτερη κατάσταση από τον σκανδαλισμό ενός ανθρώπου και μάλιστα παιδιού. Τα λόγια αυτά πρέπει να προσεχτούν ιδιαιτέρως, γιατί μας τονίζουν ότι το βασικό κριτήριο που φανερώνει τη χριστιανικότητά μας ή όχι είναι ακριβώς η στάση μας έναντι του κάθε συνανθρώπου μας, κατεξοχήν του θεωρούμενου πιο μικρού και ταπεινού. Κι η στάση μας αυτή είναι του άπειρου σεβασμού και της ειλικρινούς και ανιδιοτελούς αγάπης, η οποία ανάγεται στον ίδιο τον Κύριο και Θεό μας. «Εφ’ όσον εποιήσατε ενί τούτων των ελαχίστων εμοί εποιήσατε». Έτσι καταλαβαίνουμε και την «ευαισθησία» του απ. Παύλου που ομολογούσε: «Προκειμένου να μη σκανδαλίσω έναν απλό συνάνθρωπό μου προτιμώ να μη φάω κρέας ποτέ μου». 3. «Εἶπε δέ τις αὐτῷ˙ ἰδού ἡ μήτηρ σου καί οἱ ἀδελφοί σου ἑστήκασιν ἔξω ζητοῦντές σε ἰδεῖν. Ὁ δέ ἀποκριθείς εἶπε τῷ λέγοντι αὐτῷ˙ τίς ἐστιν ἡ μήτηρ μου καί τίνες εἰσίν οἱ ἀδελφοί μου; Καί ἐκτείνας τήν χεῖρα αὐτοῦ ἐπί τούς μαθητάς αὐτοῦ ἔφη˙ ἰδού ἡ μήτηρ μου καί οἱ ἀδελφοί μου. Ὅστις γάρ ἄν ποιήσῃ τό θέλημα τοῦ πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς, αὐτός μου ἀδελφός καί ἀδελφή καί μήτηρ ἐστίν» (Ματθ. 12, 47-50) (Του λέει κάποιος: «Η μητέρα σου και τ’ αδέλφια σου στέκουν έξω και θέλουν να σε δουν». Εκείνος απάντησε σ’ αυτόν που του το είπε: «Ποια είναι η μητέρα μου και ποια είναι τ’ αδέρφια μου;» Και δείχνοντας με το χέρι του τους μαθητές του είπε: «Να η μητέρα μου και τ’ αδέρφια μου. Γιατί όποιος ἐφαρμόζει το θέλημα του ουράνιου Πατέρα μου, αυτός είναι αδελφός και αδελφή και μητέρα μου». Οι φυσικές σχέσεις αξιολογούνται μέσα στο πλαίσιο της σχέσεως με τον Θεό. Ο Κύριος ήλθε προκειμένου να μας εντάξει μέσα στον εαυτό Του ώστε να βλέπουμε Θεού πρόσωπο. Η σχέση με τον Χριστό είναι η προτεραιότητα της ζωής μας: «ζητείτε πρώτον την Βασιλείαν του Θεού και την δικαιοσύνην Αυτού και πάντα ταύτα προστεθήσεται υμίν». Οπότε κατανοεί κανείς ότι ο πνευματικός σύνδεσμος που συνδέει τους πιστούς μέσα στην Εκκλησία: να είμαστε μέλη Χριστού και αλλήλων μέλη, είναι ό,τι ανώτερο και ιερότερο. Οι φυσικοί δεσμοί έτσι σχετικοποιούνται, γιατί δεν έχουν αιώνια προοπτική. Το αιώνιο στοιχείο καθορίζει την πορεία μας πάνω στη γη. «Διά πίστεως περιπατούμεν, ου δι’ είδους». «Ου σκοπούμεν τα βλεπόμενα, αλλά τα μη βλεπόμενα. Τα γαρ βλεπόμενα πρόσκαιρα, τα δε μη βλεπόμενα, αιώνια». 4. «Ὁ φιλῶν πατέρα ἤ μητέρα ὑπέρ ἐμέ οὐκ ἔστι μου ἄξιος καί ὁ φιλῶν υἱόν ἤ θυγατέρα ὑπέρ ἐμέ οὐκ ἔστι μου ἄξιος» (Ματθ. 10, 37) (Όποιος αγαπάει τον πατέρα του ἤ τη μάνα του παραπάνω από μένα, δεν είναι άξιος για μαθητής μου. Κι όποιος αγαπάει τον γιο του ή τη θυγατέρα του παραπάνω από μένα, δεν είναι άξιος για μαθητής μου). Η απολυτότητα της αγάπης προς τον Χριστό υπέρ πάσα άλλη αγάπη. Η φράση αυτή προεκτείνει το προηγούμενο σκεπτικό. Καλούμαστε ως πιστοί όλη τη δύναμη της ψυχής και του σώματός μας να την προσανατολίζουμε προς τον Θεό και την αγάπη μας προς Εκείνον. Διότι όχι μόνο είμαστε δημιουργημένοι για τον σκοπό αυτόν: «ότι εξ Αυτού και δι’ Αυτού και εις Αυτόν τα πάντα», αλλά διότι μόνον έτσι μπορεί κανείς να αγαπήσει σωστά και καθαρά και τη γυναίκα του και τα παιδιά του και ό,τι υφίσταται μέσα στον κόσμο. Πάντοτε δηλαδή η ματιά μας πρέπει να είναι η ματιά εν Χριστώ. Αν δεν βάζουμε τον Χριστό σε ό,τι κάνουμε, λέμε ή σκεπτόμαστε, τότε αυτά «λερώνονται» από τον εγωισμό που ενυπάρχει έτσι κι αλλιώς μέσα μας λόγω της πτώσεως του ανθρώπου στην αμαρτία. 5. «Οὐαί ὑμῖν, γραμματεῖς καί Φαρισαῖοι ὑποκριταί, ὅτι παρομοιάζετε τάφοις κεκονιαμένοις, οἵτινες ἔξωθεν μέν φαίνονται ὡραῖοι, ἔσωθεν δέ γέμουσιν ὀστέων νεκρῶν καί πάσης ἀκαθαρσίας… Ὄφεις, γεννήματα ἐχιδνών» (Ματθ. 23, 27.33) (Αλίμονό σας, γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριτές, γιατί μοιάζετε με τάφους ασβεστωμένους, που εξωτερικά φαίνονται ωραίοι, εσωτερικά όμως είναι γεμάτοι κόκαλα νεκρών και κάθε λογής ακαθαρσίας… Φίδια, γεννήματα οχιάς…). Ο λόγος Του φαίνεται «υβριστικός» και προσβλητικός. Μα ο Χριστός δεν ήλθε να χαϊδέψει τα ανθρώπινα αυτιά. Ο λόγος Του, κατά τον Παύλο, «τομώτερος υπέρ πάσαν δίστομον μάχαιραν». Γιατί ήλθε να καλέσει τους ανθρώπους σε μετάνοια, δηλαδή να φύγουν από την εμπάθειά τους και να Τον αποδεχτούν ολοκληρωτικά. Και ο Κύριος βεβαίως διακρίνει την αμαρτία από τους αμαρτωλούς. Τη διαστροφή των Ιουδαίων αρχόντων καταδίκαζε και όχι τους ίδιους ως πρόσωπα, για τους οποίους άλλωστε και σταυρώθηκε, αίροντας την αμαρτία τους και προσφέροντάς τους τη δικαιοσύνη Του. 6. «Μη θέλετε και υμείς υπάγειν;» (Ιω. 6, 67). Ο Χριστός δεν θέλει οπαδούς, αλλά πιστούς που Τον ακολουθούν έστω και με θυσία της ζωής τους. Κι είπε τον λόγο τούτο, όταν μίλησε για τη θεία Κοινωνία ως μετοχή στο σώμα και το αίμα Του. «Σκληρός εστιν ο λόγος. Τις δύναται αυτού ακούειν;» - ήταν η εκτίμηση πολλών από αυτούς που Τον ακολουθούσαν. Για να τονιστεί ότι ο Κύριος ζητάει το καθοριστικότερο στοιχείο που χαρακτηρίζει εμάς τους ανθρώπους, προκειμένου να Τον ακολουθούμε: την ελεύθερη βούλησή μας. Χωρίς να θέλουμε κι εμείς την προσφορά Του, χωρίς και τη δική μας συνέργεια, δεν γίνεται τίποτε για τη σωτηρία και τη σχέση μας με τον Θεό. «Όστις θέλει οπίσω μου ελθείν…» τόνισε. «Οι βουλόμενοι αθλήσαι…» συνεχίζει και η Εκκλησία μας. Η ελευθερία: το μεγαλύτερο αγαθό που μη χρησιμοποιούμενο ορθά βεβαίως γίνεται και η αιτία της καταδίκης μας. 7. «Οὐαί τῷ ανθρώπῳ ἐκείνῳ δι’ οὗ ὁ υἱός τοῦ ἀνθρώπου παραδίδοται˙ καλόν ἦν αὐτῷ εἰ οὐκ ἐγεννήθη ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖνος» (Ματθ. 26, 24) (Αλίμονο στον άνθρωπο εκείνον που θα προδώσει τον Υιό του Ανθρώπου. Θα ’ταν καλύτερα γι’ αυτόν να μην είχε γεννηθεί». Η αποτίμησή Του για τον μαθητή Του Ιούδα. Ένας από τους παραδοξότερους λόγους του Κυρίου: Εκείνος που συνήργησε ώστε να έλθει ως άνθρωπος στον κόσμο ο Ιούδας, ο Ίδιος κάνει την αποτίμηση. Βρισκόμαστε μπροστά σε μέγιστο μυστήριο που αποκαλύπτει και πάλι το πόσο ο Κύριος σέβεται την ελευθερία μας. Παλεύει να την υποκινήσει, να τη γοητεύσει, αλλά την τελική απάντηση την αφήνει πάντοτε σ’ εμάς. 8. «Ὕπαγε ὀπίσω μου, σατανᾶ ὅτι οὐ φρονεῖς τά τοῦ Θεοῦ, ἀλλά τά τῶν ἀνθρώπων» (Μάρκ. 8, 33) (Φύγε από μπροστά μου, σατανά! Δεν σκέφτεσαι όπως θέλει ο Θεός αλλά όπως θέλουν οι άνθρωποι). Ο λόγος Του προς τον μαθητή Του Πέτρο, όταν εκείνος προσπάθησε να τον αποτρέψει από το πάθος Του! Εξέφρασε την αγάπη του ο Πέτρος προς τον δάσκαλό Του, αλλά η αγάπη του αυτή ήταν απλώς συναισθηματική, εντελώς ανθρώπινη, στο βάθος εγωιστική και άπιστη. Διότι προτρέποντας τον Κύριο ο Πέτρος να μην ακολουθήσει το θέλημα του Θεού φανέρωνε ότι τελικώς δεν αποδέχεται τον Κύριο – «Κύριος» γινόταν ο ίδιος και όχι ο πραγματικός Κύριος ως Θεός. Παρόμοια φερόμαστε συχνά οι άνθρωποι, υποκινώντας και προτρέποντας αγαπημένους συνανθρώπους μας να «σώσουν» τη ζωή τους, διαγράφοντας όμως το θέλημα του Θεού. Γινόμαστε «όπλα» του Πονηρού από τα εκ δεξιών λεγόμενα. Δηλαδή φαίνεται ότι κάνουμε κάτι καλό, αλλά στην πραγματικότητα υπηρετούμε το πονηρό και τον Πονηρό. 9. «Μή μοῦ ἅπτου˙ οὔπω γάρ ἀναβέβηκα πρός τον πατέρα μου» (Ιω. 20, 17) (Μη μ’ αγγίζεις, της λέει ο Ιησούς, γιατί δεν ανέβηκα ακόμα προς τον Πατέρα μου). Ο λόγος του αναστημένου Κυρίου προς τη Μαρία τη Μαγδαληνή. Πράγματι παράδοξος και αυτός ο λόγος. Τι πιο φυσικό για τη Μαρία που αγαπούσε υπερβαλλόντως τον Κύριο, ο Οποίος την είχε απαλλάξει από την καταδυναστεία των παθών της για να ζήσει ελεύθερα, από το να γονατίσει και να αγκαλιάσει τα πόδια Του; Το ίδιο άλλωστε δεν είχε συμβεί, δύο φορές μάλιστα με άλλες γυναίκες, μπορεί και μπροστά της εφόσον ήταν ακόλουθη του Κυρίου; Η άσωτη πόρνη που πρόσφερε το πανάκριβο μύρο στα πόδια του Κυρίου, σκουπίζοντάς τα με τα μαλλιά της, κι έπειτα και η Μαρία η αδελφή του Λαζάρου που προέβη σε παρόμοια κίνηση; Πώς λοιπόν τώρα ο Κύριος με αυστηρό τρόπο την αποτρέπει από το άγγιγμά Του; Διότι μετά την Ανάσταση του Κυρίου ο μόνος τρόπος προσέγγισής Του δεν είναι ο αισθητός, όπως όταν ήταν εν σώματι με τους μαθητές Του, αλλά είναι μέσα από τη Θεία κοινωνία και μέσα από την τήρηση των αγίων Του εντολών – μία προσέγγιση κατά πολύ ανώτερη από ένα άγγιγμα σωματικό, αφού με τη θεία Κοινωνία γινόμαστε σύσσωμοι και σύναιμοι με τον Ίδιο. Ο απόστολος Παύλος λέει κάτι παρεμφερές που φωτίζει την αλήθεια αυτή: Το αν είχα δει τον Κύριο όσο βρισκόταν στον κόσμο τούτο δεν μου προσθέτει τίποτε. Η πνευματική μου σχέση μ’ Εκείνον είναι το σημαντικό. 10. «Αρκεί σοι η χάρις μου. Η γαρ δύναμίς μου εν ασθενεία τελειούται» (Β΄ Κορ. 12, 9) (Σου αρκεί η χάρη μου, γιατί η δύναμή μου φανερώνεται στην πληρότητά της μέσα στην αδυναμία σου). Ο λόγος του Χριστού στον πονεμένο απόστολο Παύλο. Πρόκειται για τη συμμετοχή στο πάθος του Κυρίου που ανάγει τον άνθρωπο στην Ανάσταση ήδη από τη ζωή αυτή. Όπως ο Κύριος πάνω στον Σταυρό φανερώνει την παντοδυναμία Του, έτσι και ο πιστός: μέσα από τη σωματική αδυναμία του, μέσα από τους πόνους και τις αρρώστιες του, όταν τα αντιμετωπίζει εν πίστει και με αίσθηση ότι είναι μέλος Χριστού, στην πραγματικότητα οδηγείται στη μεγαλύτερη δύναμη που μπορεί να φτάσει. Η αδυναμία του συνιστά την προϋπόθεση για να ενεργοποιηθεί η δύναμη του Χριστού μέσα στην ύπαρξή του. Όσο δηλαδή μειώνεται ο ίδιος, τόσο και αυξάνεται εν αυτώ ο Κύριος. «Όταν ασθενώ, τότε δυνατός ειμι». Από την άποψη αυτή όταν αρχίζουμε να πονάμε και να μην αισθανόμαστε καλά, όταν αρχίζουμε δηλαδή να φαίνεται ότι χάνουμε τον κόσμο κάτω από τα πόδια μας, τότε πρέπει να στρέφουμε τον λογισμό μας στον τρόπο που ενεργεί ο Θεός μας: μας έχει παραλάβει για να μας οδηγήσει σε παραπάνω επίπεδο! Κι επίσης κατανοούμε ότι μάλλον οι πιο ισχυρές περιοχές της γης, αυτές που περικλείουν την παντοδυναμία της χάρης του Θεού είναι τα νοσοκομεία, οι κλινικές, τα κρεβάτια των αρρώστων. Μπροστά στον άρρωστο πρέπει μάλλον να σκύβουμε το κεφάλι και να βγάζουμε τα υποδήματά μας: βρισκόμαστε σε τόπο ιερό. Κι αυτό ασφαλώς όχι μόνο στους άλλους, αλλά και σε εμάς τους ίδιους. Γ. «Η Εκκλησία ζει και προβάλλει έναν Χριστό επικίνδυνο για το βόλεμά μας, για τη νοοτροπία και τον πολιτισμό. Και είναι επικίνδυνος ο Χριστός γιατί στην εγωιστική παντοδυναμία του ανθρώπου προβάλλει την θυσία του Θεανθρώπου. Ο Χριστός της Εκκλησίας δεν είναι ένας δάσκαλος, αλλά ο Σωτήρας όλων μας, δεν μιλά μόνο για Αγάπη αλλά κάνει πράξη την Αγάπη, θυσιάζοντας την ύπαρξη Του για να ζήσουμε αιώνια, με την απόλυτη γνώση ότι και οι μετά απ’ Αυτόν θα εξακολουθούν καθημερινά να Τον Σταυρώνουν με τις αμαρτίες τους και πολλοί δεν θα πιστεύουν. Είναι επικίνδυνος ο Χριστός της Εκκλησίας γιατί ενώ είναι Θεός γίνεται άνθρωπος και πεθαίνει για μας, ενώ ξέρει ότι ο άνθρωπος θα εξακολουθεί να έχει ως θεό τον εαυτό του. Είναι επικίνδυνος ο Χριστός της Εκκλησίας γιατί ξέρει να συγχωρεί και να βάζει τον Ληστή στον Παράδεισο, ενώ σήμερα ο άνθρωπος ξέρει μονάχα να κατακρίνει τον άλλο και να τον κάνει κόλασή του. Είναι επικίνδυνος γιατί δέχεται τον άνθρωπο όπως είναι, με τα τραύματά του, με τις αδυναμίες του και τον μεταμορφώνει, ενώ ο άνθρωπος δέχεται μόνο τους τέλειους της διαφήμισης κι αυτούς που κάνουν τα θελήματά του. Είναι επικίνδυνος ο Χριστός γιατί προσφέρει την αναρχία της Αγάπης, ενώ η ανθρώπινη εξουσία στηρίζεται στο δίκιο του οικονομικά ισχυρού. Είναι επικίνδυνος γιατί προτείνει μιαν αλλιώτικη ζωή βασισμένη στην ευαισθησία για τον Άλλο, ενώ η εποχή μας μιλάει μόνο για τα ατομικά δικαιώματα που μετριούνται με μεζούρες. Είναι επικίνδυνος γιατί μιλάει για Πόνο και Κόπο, ενώ οι άνθρωποι τα θέλουν όλα χωρίς να κοπιάσουν για τίποτα. Είναι επικίνδυνος γιατί δίνει σ’ όλους μας το χέρι της Ανάστασης κι εμείς μάθαμε να βασιζόμαστε μόνο στα δικά μας χέρια. Μας δίνει το Σώμα και το Αίμα Του, αντί για τα άχυρα της καθημερινότητας. Είναι επικίνδυνος ο Χριστός της Εκκλησίας γιατί μας έδωσε την ελευθερία, αντί για την υποδούλωση στα πάθη, την αδιαφορία, την καλοπέραση! Ζούμε οι περισσότεροι έναν ακίνδυνο Χριστό, έναν «γλυκό» άνθρωπο. Καιρός να ζήσουμε τον επικίνδυνο Θεάνθρωπο, αυτόν που βάζει μαχαίρι στις καρδιές μας και τις κάνει κομμάτια, για να μοιραστούν σε όλους, από Αγάπη και για την όντως Ελευθερία. Κι όσο αυτοί που κατευθύνουν τις ζωές μας νιώθουν πως υπάρχει ο επικίνδυνος Χριστός, τόσο θα αγωνίζονται να κρατήσουν και να κρατήσουμε τον ακίνδυνο» (π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός).

27 Μαρτίου 2023

ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ ΚΑΙ ΑΝΕΚΔΟΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΖΩΗ ΤΟΥ ΑΡΧΙΣΤΡΑΤΗΓΟΥ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ

4 Φεβρουαρίου του 1843. Ο Θοδωρής Κολοκοτρώνης, αρπάζεται από τα φτερά της δόξας και μπαίνει διά παντός στο άγιο εικονοστάσι του Γένους. Τελευταία του επιθυμία, να βάλουν, στο μνήμα του την ημισέληνο, κάτω από τα τσαρούχια του, να την πατάει και πεθαμένος την Τουρκιά, όπως την πατούσε και όταν την πολεμούσε και την κατατρόπωνε… Διαβάζεις τα απομνημονεύματά και τις φυλλάδες του για την Εθνεγερσία και νομίζεις ότι ανοίγεις ένα «μυρογιάλι», εκείνα τα μικρά φιαλίδια που περιέχουν αρώματα εξαίσια. Οσμή ευωδίας πνευματική αναδίδεται, παρ' όλα τα πάθια και τους καημούς εκείνης της περιόδου. Έχω το συνήθειο, όταν συναντώ στα αναγνώσματά μου, λόγια και επεισόδια των αγωνιστών, που στέκεσαι και τα ξαναδιαβάζεις, που κρύβουν στα φυλλώματά τους πετράδια, να τα καταγράφω, για να μην λησμονηθούν. Σκοπός μου να τα μοιραστώ με τους μαθητές μου. Σ' αυτές τις εξοπλιστικές ηλικίες, τα παιδιά δεν θέλουν περισπούδαστες αναλύσεις και κενόλογες φλυαρίες. Μαθαίνουν με το παράδειγμα, με το παραμύθι, με την αξία και την αρετή σαρκωμένες σε πρόσωπα. Το λυμφατικό κράτος διδάσκει με συνταγές μαγειρικής, εμείς θα επιμένουμε να δίνουμε στους μαθητές μας παραδείγματα από τα αντρειωμένα χρόνια. Είπαμε πνευματικό αρματολίκι… Ξαναθυμίζω, λοιπόν, κάποια από τα λεβέντικα του Κολοκοτρώνη και ας είναι αυτά, ταπεινό μνημόσυνο στον ελευθερωτή μας. Μάχη της Γράνας, 10 Αυγούστου του 1821. Βγήκαν οι πολιορκημένοι στην Τριπολιτσά Τούρκοι να χτυπήσουν τους Έλληνες. Ο Κολοκοτρώνης είχε διατάξει να ανοιχθεί τάφρος (γράνα) 700 μέτρων, βάθους ενός και πλάτους δύο μέτρων. Κάποια στιγμή οι Τούρκοι επιτίθενται στη γράνα και από τις δύο μεριές. Έπρεπε ο Γέρος του Μοριά να διατάξει τα παλληκάρια του να χωριστούν, να μοιραστούν τα καριοφίλια, να «χτυπούν» οι μισοί προς την μία πλευρά και οι άλλοι μισοί προς την άλλη. Ερωτώ τους μαθητές μου πώς το έκανε πάνω στην αντάρα της μάχης: Τους βασάνισα κανένα πεντάλεπτο και άκουσα απίθανες απαντήσεις. Τι είπε ο Κολοκοτρώνης και αμέσως χωρίστηκαν τα ντουφέκια; «Κώλο με κώλο ωρέ Έλληνες!». «Χαμός» στην τάξη, γέλια και θαυμασμός για την μεγαλοφυία του Γέρου. Λίγο πριν συλλάβει η βαυαρική αντιβασιλεία τον ελευθερωτή του Έθνους μας, ο αντιβασιλεύς Άρμανσπεργκ, θέλοντας να τον δοκιμάσει, του είπε: -Έχεις πολλούς εχθρούς, στρατηγέ. Έχω παραδέχτηκε ο Κολοκοτρώνης, μα δύο απ’ αυτούς, στέκονται οι χειρότεροι απ’ όλους. Και ποιοί είναι οι δύο αυτοί εχθροί σου; ρώτησε περίεργα ο προϊστάμενος των αντιβασιλιάδων. Ο Γέρος του αποκρίθηκε: Ο ένας τ’ όνομά μου κι ο άλλος οι δούλεψές μου για την πατρίδα. Σεπτέμβριος του 1833. Έστειλαν οι Βαυαροί ένα «τσούρμο», σαράντα «χωροφύλακες» για να αλυσοδέσουν, ποιόν; το αθάνατο Εικοσιένα. Αρχηγός τους κάποιος ευτελής και γλοιώδης μοίραρχος, ονόματι Κλεόπας. Μόλις τον είδε ο Γέρος του Μοριά, είπε: Έφτανε, ωρέ Κλεόπα, να μου στείλουν ένα σκυλί μαλλιαρό, από εκείνα όπου κάνουν θελήματα, μ’ ένα γράμμα στο στόμα να πάω στ’ Ανάπλι και μ’ ένα φαναράκι να φέγγει και των δυονών μας... Είναι χαρακτηριστικός ο τρόπος που έκοψε το κάπνισμα ο Κολοκοτρώνης. Όταν κάποτε ξέμεινε από καπνό, έξυσε την πίπα του για να καπνίσει όσα υπολείμματα είχαν μείνει, αλλά αηδίασε από την πίκρα. «Ορίστε άνθρωπος που θέλει να ελευθερώσει τον τόπο του και δεν μπορεί ο ίδιος να ελευθερωθεί από το πάθος του. Θεέ μου συγχώρα με», είπε και πέταξε τον καπνό και τα σύνεργά του. Η μάχη στο Βαλτέτσι κράτησε σχεδόν 23 ώρες και ήταν η πρώτη σημαντική νίκη του Αγώνα. Αμέσως μετά τη μάχη, ο Κολοκοτρώνης συγκινημένος μίλησε προς τους νικητές και όπως αναφέρει ο ίδιος στα Απομνημονεύματά του, τους είπε μεταξύ άλλων ότι η ημέρα αυτή πρέπει να καθαγιαστεί με νηστεία όλων και να εορτάζεται η επέτειός της εις «αιώνας αιώνων, έως ου στέκει το έθνος, διότι ήτο η ελευθερία της πατρίδος». Η νίκη στο Βαλτέτσι ενίσχυσε το ηθικό και την αυτοπεποίθηση των Ελλήνων, στοιχεία που έπαιξαν αποφασιστικό ρόλο στην άλωση της Τριπολιτσάς (23 Σεπτεμβρίου 1821). Στα πρώτα χρόνια της Επανάστασης του 1821, στην Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας συνέβη το εξής περιστατικό. Οι πληρεξούσιοι, όπως έλεγαν τότε τους βουλευτές του νεοσύστατου ελληνικού κράτους, συνεδρίαζαν στα χωράφια και τα περιβόλια, όπως οι αρχαίοι πρόγονοί μας. Όλοι τους κάθονταν σταυροπόδι, κάτω στο χώμα και μόνον ο Κολοκοτρώνης ήταν σκαρφαλωμένος στη διχάλα μιας λεμονιάς. Κάποτε, λοιπόν, ήθελαν να ψηφίσουν ένα νομοσχέδιο και μερικοί πληρεξούσιοι πρότειναν να κοπεί στο κείμενο του νομοσχεδίου η φράση «εν αυτή». Ο Πρόεδρος της Συνελεύσεως προσπαθούσε να τους πείσει πως δεν ήταν σωστό να περικοπούν οι δύο αυτές λέξεις, η φράση «εν αυτή», γιατί θα αλλοιωνόταν όλο το νόημα του σχετικού άρθρου. Κάποια στιγμή δύο πληρεξούσιοι σηκώθηκαν οργισμένοι από τις «θέσεις» τους και άρχισαν να φωνάζουν προς το προεδρείο: Να κοπεί το «εν αυτή». Ναι, να κοπεί. Το «εν αυτή» να κοπεί οπωσδήποτε, ο άλλος. Όχι, δεν κόβεται το «εν αυτή» και η συνεδρίαση εξελισσόταν σε σύρραξη. Ο Γέρος του Μοριά λαγοκοιμόταν, αφήνοντας τους λογιότατους να ερίζουν, με την ακατανόητη, γι’ αυτόν, στεγνή και τυποποιημένη γλώσσα τους. Ακούγοντας όμως τα λόγια και την φασαρία, πήδηξε μ’ ένα σάλτο κάτω από την λεμονιά και πηγαίνοντας κατ’ ευθείαν προς το προεδρείο, έξαλλος άρχισε να ρωτά: τίνος το αυτί θα κόψετε, ωρέ πατριώτες; Τόσο μεγάλο έγκλημα έκανε ο άνθρωπος. Ντροπή μας Έλληνες. Εμείς αγωνιστήκαμε τόσα χρόνια για να διώξουμε τον τύραννο και τώρα θ’ αρχίσουμε να κόβουμε τα αυτιά του κοσμάκη; Μέσα σ’ ένα πανδαιμόνιο από γέλια, χρειάστηκε να επέμβει ο Πρόεδρος, για να εξηγήσει στον Κολοκοτρώνη ότι παρεξήγησε τα πράγματα. Στο τέλος, βέβαια, κατάλαβε και ο Κολοκοτρώνης την γκάφα του και τους είπε χαμογελώντας: Ε! Καλά δα, δεν είναι και τίποτα σπουδαίο, ωρέ γραμματιζούμενοι. Πώς θέλετε να καταλάβω, εγώ ο σκράπας, τις ελληνικούρες σας. Λέξεις κόψτε όσες θέλετε, αυτιά μια φορά να μην πειράξετε, γιατί θά ’χουμε άσχημα ξεμπερδέματα. Είπα κι εγώ παλάβωσαν οι καλαμαράδες. Τι κόρακα μαθές! Αιωνία του η μνήμη και η ευγνωμοσύνη του έθνους μας στον αθάνατο Γέρο του Μοριά. Να ΄χουμε την ευχή του…

26 Μαρτίου 2023

«Φέρετε αυτόν προς Με».

Μελετώντας το ευαγγέλιο της σημερινής ημέρας, είδα στην περίπτωση του νέου που μας παρουσιάζει, το δράμα της νέας γενιάς του καιρού μας. Υπάρχει άραγε κάποιος που διαφωνεί πως οι νέοι σήμερα, πέφτουν πότε στη φωτιά για να καούν και πότε στο νερό για να πνιγούν, όπως ο νέος της ευαγγελικής περικοπής; Πέφτουν και καίγονται στη φωτιά των παγίδων και των προτύπων της εποχής μας. Ρίχνονται στα νερά της απογοήτευσης, ναυαγοί χωρίς ελπίδα. Μεταβάλλονται σε σωματικά και ψυχικά ερείπια από το σύγχρονο «άλλαλο πνεύμα» των ναρκωτικών, στα οποία τους στρέφει η κρίση που διέρχεται ο πολιτισμός μας. Στο όνομα δήθεν της ελευθερίας, ποδοπατούν ιδανικά, αμφισβητούν αξίες. Το πρόβλημα είναι πραγματικά μεγάλο και πολύπλοκο κι αυτό δεν το λέω μόνον εγώ αλλά και οι κοινωνιολόγοι, οι ψυχολόγοι, οι εκπαιδευτικοί, ορισμένοι εκκλησιαστικοί ταγοί, οι οποίοι αναγνωρίζουν το πρόβλημα, αναζητούν κάποια λύση, παίρνουν μέτρα για την περιστολή του. Ωστόσο, η ηθική αρρώστια προχωράει, η κρίση γίνεται όλο και πιο μεγάλη από μέρα σε μέρα και μαζί και η αγωνία για το μέλλον. Όμως, αν αναλύσουμε το ευαγγέλιο σύμφωνα με το παραπάνω περιστατικό, δεν θα δούμε ανάγλυφα μόνο το πρόβλημα. Θα δούμε και τη λύση που είναι η πιο αποτελεσματική στο σημερινό αδιέξοδο. Ποια είναι αυτή; Η απάντηση Του Χριστού στην παράκληση του δυστυχισμένου πατέρα του νέου της περικοπής: «Φέρετε αυτόν προς Με». Μέσα σ' αυτές τις τέσσερις λέξεις, βρίσκεται η λύση του προβλήματος. Πρίν πλησιάσει Τον Χριστό πολλές πόρτες είχε χτυπήσει ο συγκεκριμένος πατέρας ζητώντας βοήθεια. Άπειρα μέσα είχε μεταχειριστεί για να χαρίσει την υγεία στον γιό του, χωρίς κανένα αποτέλεσμα. Μόλις όμως εκτελεί την παραγγελία που του δίνει ο Χριστός και οδηγεί σ' Εκείνον το παιδί του, βρίσκει αυτό που τόσα χρόνια αναζητούσε. Ο νεός θεραπεύεται, γίνεται καινούργιος άνθρωπος! «Φέρετε αυτούς προς με», λέει και σήμερα για τους νέους ο Χριστός, σε γονείς, αρχιερείς, πνευματικούς, κατηχητές, παιδαγωγούς. «Βοηθήστε τους να με συναντήσουν». Είναι αλήθεια πως μέχρι τώρα, ως κοινωνία, δοκιμάσαμε όλα τα μέσα για να σώσουμε τη νεότητα. Μεταρρυθμίσαμε τα εκπαιδευτικά μας συστήματα. Προσφέραμε το μεγαλύτερο μέρος των κόπως μας για να τους εξασφαλίσουμε άνετη ζωή, επιστημονική και τεχνική κατάρτιση. Γιατί δεν δοκιμάζουμε την υπόδειξη Του Χριστού; Είναι σαφώς πιο δύσκολο το έργο. Πιο δύσκολο από κάθε άλλο που μέχρι σήμερα επιχειρήσαμε. Απαιτεί προσπάθειες, αγώνες, θυσίες. Για να φέρουμε τους νέους κοντά στον Χριστό, βασική προϋπόθεση είναι να ζούμε εμείς κοντά Του. Η αλήθεια, η αγάπη, η ειρήνη, η δικαιοσύνη, η ελευθερία, να είναι τα γνωρίσματα της κοινωνίας μας. Μόνον έτσι θα πείσουμε τους νέους ανθρώπους ότι αυτές οι αξίες είναι δώρα που ο Χριστός προσφέρει σ' όσους Τον συναντούν και θα τους αποκαλύψουμε όλους αυτούς τους τυχοδιώκτες που τις καπηλεύονται και τις χρησιμοποιούν ως δολώματα για να τους παρασύρουν στην καταστροφή. Ένα πλησίασμα Του Χριστού, είναι πρώτα θέμα αγωγής, διδαχής, καλλιέργειας. Όμως, πολύ περισσότερο, είναι υπόθεση παραδείγματος. Απαραίτητο συμπλήρωμα κάθε αγωγής είναι το παράδειγμα. Χωρίς αυτό και η καλύτερη αγωγή καταντά ματαιοπονία. Ένας από τους σημαντικότερους φιλοσόφους της Αναγέννησης, ο Φραγκίσκος Βάκων, έλεγε: «Όποιος δίνει καλή συμβουλή χτίζει με το ένα χέρι. Όποιος δίνει καλή συμβουλή και κακό παράδειγμα με το ένα χέρι χτίζει και με το άλλο γκρεμίζει. Όποιος δίνει καλή συμβουλή και καλό παράδειγμα, χτίζει και με τα δύο χέρια». Γι' αυτό ήρθε η ώρα να πούμε πως για τη σημερινή κρίση της νέας γενιάς, εμείς, με πρώτον απ' όλους εμένα, είμαστε οι κυρίως υπέυθυνοι. Απομακρύναμε τον Θεό από τη ζωή και τις επιδιώξεις μας. Τον απαρνηθήκαμε, Τον προδώσαμε. Έτσι οι επόμενες από εμάς γενιές, γεννήθηκαν μακριά Του. Δεν Τον είδαν στο παράδειγμά μας. Και στις περιπτώσεις ακόμα που τους προσφέραμε την γεύση Του, ήταν μια γεύση στυφή, γεμάτη απαγορεύσεις. Ο Θεός που τους προβάλλαμε ήταν φτιαγμένος στα δικά μας μέτρα, ντυμένος με τις δικές μας φιλοδοξίες και δεν είχε καμία σχέση με την πραγματικότητα. Εμείς, με τα χέρια μας, δημιουργήσαμε το σημερινό θλιβερό κατάντημα. Είπαμε στα νέα παιδιά, πιο πολύ με τα έργα μας παρά με τα λόγια μας, πως ο άνθρωπος είναι μόνον ύλη και μόλις κλείσει τα μάτια του σ' αυτόν τον κόσμο, γίνεται χώμα, δεν μένει τίποτα απ' αυτόν και με θαυμαστή συνέπεια υιοθέτησαν ως βιοθεωρία το μηδενισμό. Τα κάναμε να νομίζουν πως η πίστη στον Θεό είναι ένα όμορφο κατασκεύασμα για να δίνει θάρρος στους δειλούς κι εκείνα, επειδή ακριβώς δεν ήθελαν να χαρακτηρίζονται από δειλία αλλά από γενναιότητα, γκρέμισαν την αξία της Πίστεώς μας από τα αιώνια βάθρα του Γένους μας και ποδοπάτησαν την ηθική ως «ταμπού του κατεστημένου». Πληρώνουμε τώρα τις συνέπειες. Θρηνούμε πάνω από ερείπια. Αγωνιούμε πάνω από ψυχές-ηφαίστεια έτοιμα να εκραγούν. Όμως ποτέ δεν είναι αργά. Μπορούμε από σήμερα ν' αρχίσουμε ό,τι δεν κάναμε στο παρελθόν. Το πλησίασμα Του Θεού να γίνει η συνισταμένη των φροντίδων και των προσπάθειών μας για τα νέα παιδιά. Να είμαστε βέβαιοι πως θα γίνουμε δημιουργοί ενός καινούργιου κόσμου, «όμορφου, αγγελικά πλασμένου», αν πλησιάζοντας πρώτα εμείς Τον Θεό, μπορέσουμε να Του απαντήσουμε: «Κύριε, φέραμε κοντά Σου τα νιάτα!».

25 Μαρτίου 2023

Τραβώντας τα γιαταγάνια τους συνέτριψαν τίς ἁλυσίδες τεσσάρων αἰώνων.

Ἦταν σὰν νὰ τοὺς ἔκοψε κάποιος ἀπὸ τοὺς βράχους τοῦ Ὀλύμπου, ἢ σὰν νὰ ξέμειναν ἀπὸ τὴ μυθικὴ ἐκείνη Τιτανομαχία. Ἢ μήπως ξέφυγαν τάχα μέσα ἀπὸ τὶς σελίδες τῆς Ὁμηρικῆς Ἰλιάδας καὶ ἐμφανίστηκαν χιλιάδες χρόνια ἀργότερα; Ὁ Μακρυγιάννης θὰ ἔλεγε: «Τοὺς ἔστειλες ἐσύ, Λεωνίδα»! Ὁ καθένας τους ἕνας μύθος! Ἄδραξαν τὸ σπαθὶ καὶ τὸ ντουφέκι, καὶ ρίχτηκαν μέσα στοὺς καπνούς. Δὲν τὸν φοβήθηκαν τὸν θάνατο ποτέ. Ἀντίθετα, τὸν προκαλοῦσαν· στὴν ἐπέλασή του τοῦ ᾿δειχναν τὰ μαρμαρένια ἁλώνια. Τὸ φρόνημά τους ἄκαμπτο σὰν γρανίτης. Νάτο: Ἦταν Ἰούλιος τοῦ 1823 κι ὁ Μάρκος Μπότσαρης, προχωρώντας πρὸς τὸ Καρπενήσι γιὰ νὰ πολεμήσει τὸν Μουσταὴ πασὰ τῆς Σκόδρας, πέρασε ἀπ᾿ τὸ Μοναστήρι τοῦ Προυσσοῦ. Μπῆκε στὴν ἐκκλησιά, προσευχήθηκε, καὶ στὴν πόρτα βγαίνοντας συναντᾶ ἕναν καλόγερο. Τοῦ δίνει μερικὰ νομίσματα καὶ τοῦ λέει: –Πάρ᾿ τα, καλόγερε, νὰ τὰ μοιράσεις στοὺς φτωχούς, γιὰ τὴν ψυχὴ τοῦ Μάρκου Μπότσαρη. –Τί; πέθανε ὁ Μάρκος; τὸν ρωτάει ξαφνιασμένος ὁ καλόγερος, ποὺ εἶχε ἀκούσει τόσα γι’ αὐτόν, χωρὶς ὅμως νὰ τὸν γνωρίζει. –Ὄχι, δὲν πέθανε, πηγαίνει ὅμως νὰ πεθάνει, τοῦ ἀποκρίνεται ὁ Μάρκος. Ὁ Κωνσταντίνος Κανάρης, ὅταν ρωτήθηκε πῶς τόλμησε νὰ πάει νὰ κάψει τὴ ναυαρχίδα τοῦ Καρᾶ Ἀλῆ, ἀπάντησε: Εἶπα στὸν ἑαυτό μου: –Κωνσταντή, θὰ πεθάνεις! Ἔτσι πορεύονταν πρὸς τὸν θάνατο! Ἡρωικοί! Κι ἂν πέθαναν, δὲν πέθαναν. Ἦταν ἀπ᾿ τὴ γενιὰ τῶν ἀθανάτων. Κι ὅταν σκοτώνονταν, βροντοφωνοῦσαν «Ἐλευθερία ἢ θάνατος»! Γιατὶ γι᾿ αὐτοὺς θάνατος ἦταν ἡ σκλαβιά. Ζωή τους καὶ χαρά τους ἡ Λευτεριά. Ἀπὸ τόπο σὲ τόπο κι ἀπὸ κορφὴ σὲ κορφὴ κρυφομιλοῦσαν νύχτα καὶ μέρα μαζί της. Ἄκουγαν τὴ φωνή της παντοῦ· στὶς ράχες, στὰ βουνά, στὶς ρεματιές, ἐκεῖ ποὺ κατοικοῦσαν στὶς πιὸ ἀπόκρημνες σπηλιές. Ἀπὸ γενιὰ σὲ γενιὰ ὁρκίζονταν πίστη στὸν παντοτινὸ Ἀρχηγό τους, τὸν Μαρμαρωμένο Βασιλιά. Καρτεροῦσαν τὴν ὥρα ποὺ Ἐκείνη ‒ ἡ Λευτεριά – θὰ τὸν ξυπνοῦσε. Κι ὅταν εἶδαν τὴν κόψη τοῦ σπαθιοῦ της ν᾿ ἀστράφτει ἀντίκρυ στὸν ἥλιο, καὶ τὸ βλέμμα της νὰ μετράει τὴ γῆ μὲ βιάση, τινάχτηκαν ὀρθοί. Ἀνέμισαν τὴ σημαία της, εὐλόγησαν στὶς ἐκκλησιὲς τὰ ἄρματά τους, ἔκαναν τὸν σταυρό τους καὶ τὴν ἀκολούθησαν. Ἀπὸ τὴν Ἅγια Λαύρα στὸ Βαλτέτσι, κι ἀπὸ τὰ Ψαρὰ στὸ Σούλι καὶ στὸ Χάνι τῆς Γραβιᾶς. Στὴν Ἀλαμάνα, στὸ Μεσολόγγι, στὰ Δερβενάκια, στὴν Τριπολιτσά. Βῆμα τὸ βῆμα περπατοῦσαν μαζί της τὴ σκλαβωμένη γῆ. Κι ὅπου πατοῦσαν, ἄναβε φωτιὰ ἡ Λευτεριὰ κι ἔλαμπε ἡ μορφή της μὲ φῶς ὑπερκόσμιο. Δὲν ἦταν ὑπεράνθρωποι. Ἄνθρωποι ἦταν. Μὲ ἀδυναμίες ὅπως ὅλοι μας. Κάποιοι μὲ πολλές. Καὶ ἄλλοι μὲ πολὺ μεγάλες. Ὅλοι τους ὅμως μὲ ἀπόφαση θανάτου. Μὲ τὴ λαχτάρα νὰ δοῦν τὴ βασίλισσα τῆς καρδιᾶς τους Λευτεριὰ νὰ βασιλεύει ἀπ᾿ ἄκρου σ᾿ ἄκρο στὴ γῆ ποὺ τὴ γέννησε. Αὐτὴ ἡ ἀπόφαση κι αὐτὴ ἡ λαχτάρα τοὺς ἔκανε νὰ ξεπερνοῦν τὶς ἀδυναμίες τους, νὰ ὑπερβαίνουν τὸν συνηθισμένο ἑαυτό τους, νὰ ὑψώνονται σὲ κόσμους οὐράνιους, νὰ ἀνεβαίνουν σὲ ὕψη δυσθεώρητα. Λόγιαζαν τὸν ἑαυτό τους ἀπεσταλμένο τοῦ Χριστοῦ νὰ ξαναδώσουν στὶς ἐκκλησιές Του τὴν παλιά τους λαμπρότητα, νὰ σταματήσουν τοὺς βίαιους ἐξισλαμισμούς, τὴν ἐφιαλτικὴ τυραννία τῶν ἀγροίκων κατακτητῶν. Λογιάστηκαν ἀγαπημένα παιδιὰ τῆς Παναγιᾶς. Στὴν ἀγκαλιά της ἀκουμποῦσαν τοὺς πόνους, τὶς θλίψεις, τὶς ἀγωνίες τους. Ἔπραξαν τὸ χρέος τους. Τραβώντας τὰ γιαταγάνια τους συνέτριψαν τὶς ἁλυσίδες τεσσάρων αἰώνων. Παρέδωσαν ἐλεύθερη πατρίδα. Μὲ τὸ στόμα τοῦ μεγάλου Κολοκοτρώνη στὶς 8 Νοεμβρίου τοῦ 1838 στὴν Πνύκα ἄφησαν σὲ ὅλους ἐμᾶς τὴν αἰώνια παρακαταθήκη τους: «Πρέπει νὰ φυλάξετε τὴν πίστη σας καὶ νὰ τὴ στερεώσετε, διότι, ὅταν ἐπιάσαμε τὰ ἄρματα, εἴπαμε πρῶτα ὑπὲρ πίστεως καὶ ἔπειτα ὑπὲρ πατρίδος... Εἰς ἐσᾶς μένει νὰ ἰσάσετε καὶ νὰ στολίσετε τὸν τόπο, ὅπου ἐμεῖς ἐλευθερώσαμε». Δυὸ αἰῶνες μετὰ ὁ λόγος τοῦ κορυφαίου τῶν Τιτάνων παραμένει περισσότερο ἐπίκαιρος ἀπὸ ποτέ. ''Ο ΣΩΤΗΡ'' 2217

24 Μαρτίου 2023

«Ιδε, θύγατερ, ἄκουσον, θύγατερ», «πρόσεξε, από εσένα εξαρτιόμαστε».

«...ἄκουσον, θύγατερ, καὶ ἴδε καὶ κλῖνον τὸ οὖς σου καὶ ἐπιλάθου τοῦ λαοῦ σου καὶ τοῦ οἴκου τοῦ πατρός σου·...» (44,11 Ψαλμος) Δηλαδή, «άκουσε, ω θυγατέρα, και πρόσεξε και κάνε έτσι το αυτί σου να ακούσεις»! Περίφημο. Λέγει ο Μέγας Βασίλειος ότι αυτό το «θύγατερ» ανήκει στον Δαβίδ· που συμβουλεύει μυστικά τη μακρινή του εκείνη απόγονο, δηλαδή τη Θεοτόκο Μαρία, τη μακρινή του εκείνη θυγατέρα- απέχει δε χίλια χρόνια- όταν της λέγει ότι «εσύ είσαι θυγατέρα μου, διότι είσαι εκ του σπέρματός μου». Λοιπόν, πρόσεξε, να έχεις γυμνασμένο τον νου σου προς θεωρίαν! Εκείνο το «ἴδε», κοίταξε, θα πει «να έχεις θεωρία»· ώστε όταν έχεις αυτήν την πνευματική θεωρία να μπορέσεις να αποδεχτείς την πρόταση που θα σου κάνει ο αρχάγγελος Γαβριήλ, για το μεγάλο εκείνο θέμα, που εμένα ο Θεός μού ορκίστηκε ότι θα μου το δώσει. Ότι θα έρθει ο Μεσσίας. Ακόμη ο Μέγας Αθανάσιος γράφει ότι εκείνο το «ἄκουσον» αναφέρεται πάλι στη Θεοτόκο και πάλι μυστικά συμβουλεύει ο Δαβίδ τη μακρινή του απόγονο να υπακούσει στο θέλημα του Πατρός, για να γίνει η μητέρα του Θεού Λόγου, κατά το ανθρώπινον. Ως να λέγει ο Δαβίδ στη Θεοτόκο τη Μαρία: «Πρόσεξε, παιδί μου, πρόσεξε, να ζεις τη θεωρία του Θεού και να είσαι υπάκουος στον Θεό, διότι αλίμονό μου, αλίμονό μας· αν δεν ακούσεις, δε θα έρθει ο Μεσσίας στον κόσμο». Όλη η υφήλιος, όλη η ιστορία, και ο Αδάμ και η Εύα, όλοι οι απόγονοί του κρεμάστηκαν από τη Μαρία! Αν έπρεπε να το βλέπαμε αυτό κατά έναν οπτικό τρόπο, θα βλέπαμε τούτο: ότι η ανθρωπότητα ολόκληρη είχε πιασμένη την αναπνοή της σε ένα πρόσωπο. Αυτό το πρόσωπο θα σταθεί σωστό; Εμείς δε σταθήκαμε σωστοί. Ούτε ο Αδάμ, ούτε η Εύα, ούτε ο Δαβίδ, κανείς. Κανείς! Ποιο θα είναι το πρόσωπο εκείνο που θα σταθεί σωστό, απόλυτα σωστό, που να φέρει τον Μεσσία στον κόσμο; Γι’ αυτό λοιπόν, βλέπουμε μία αγωνιώδη φροντίδα του Δαβίδ, μα και ολοκλήρου της ανθρωπότητας, γύρω από το θέμα αυτό. «ἴδε, θύγατερ, ἄκουσον, θύγατερ», «πρόσεξε, από εσένα εξαρτιόμαστε».

23 Μαρτίου 2023

Τέτοιας εὐλογίας παιδιὰ ἦταν καί ἐκεῖνα πού ἄφησε πίσω του ὁ μεγαλόψυχος Μάρκος Μπότσαρης

Αἰῶνες βάστηξε ἡ Πατρίδα τὸν τυραννικὸ ζυγό. Ὅμως. Δὲν ταίριαζε στὴν τιμὴ τῶν παλληκαριῶν νὰ βλέπουν λύκους νὰ φωλιάζουν στὶς ἐκκλησιὲς, νὰ μετατρέπουν μοναστήρια σὲ ἀχούρια ἀλόγων. Μήτε ν' ἁρπάζουν τὰ παιδιὰ ἀπὸ τὸν κόρφο τῆς μάνας τους. Ἀνθρώπους νὰ ἐξαγοράζουν τὸ κεφάλι τους μὲ τὸ χαράτσι. Δὲν ἄντεχαν ἄλλο οἱ Ἕλληνες νὰ ζοῦν ζωὴ χειρότερη τῶν πλέον ντροπιασμένων σκλάβων. Τέτοιες ἡμέρες τοῦ 21 ἦταν ὅταν οἱ Ἕλληνες ἔπαιρναν τ' ἅρματα. Ὑπῆρξαν βεβαίως κι ἐκεῖνοι πού, ἐνῶ εἶχαν κάθε εὐκολία νὰ πολεμήσουν, εἴτε δείλιασαν, εἴτε πρόδωσαν τ' ἀδέλφια τους. Ὁ Σηκωμὸς ἔγινε γιὰ τοὺς τόπους τῶν γονέων μας. Γιὰ τὴν Πίστη ἐκείνων, γιὰ τὴν Πίστη τὴν δικὴ μας καὶ γιὰ τὴν Πίστη τῶν παιδιῶν μας. Μέσα στὸν Ἀγῶνα ἔγιναν φοβερές ἀνδραγαθίες. Μανάδες γέννησαν κι ἀνέστησαν παιδιὰ μέσα στὸ ἀνήλιο τὸ σκοτάδι. Τέτοιας εὐλογίας παιδιὰ ἦταν καὶ ἐκεῖνα πού ἄφησε πίσω του ὁ μεγαλόψυχος Μάρκος Μπότσαρης. Ὅταν ἡ Μάρκαινα ἔμαθε τὸν θάνατο τοῦ ἥρωά της, ἔτυχε νὰ χτενίζει τὰ μαλλάκια τοῦ γιοῦ τους. Ἦταν ἀγόρι ἀκόμη, ἕνδεκα ἐτῶν. Κι ἀρχίζει νὰ μοιρολογεῖ τὸν χαμένο της Μάρκο. Ὁ Δημητράκης δὲν τὴν ἄφησε νὰ κλάψει. Γυρίζει μὲ θάρρος καὶ τῆς λέει. - Ὁ πατέρας σκοτώθηκε γιὰ τὴν Πατρίδα. Ἡ ψυχὴ του πάει στὸν Παράδεισο. Μὴν κλαῖς Μάνα!Βγάλε τὰ μαῦρα κι ἄφησέ με νὰ πάω στὸν θεῖο μου. Θέλω νὰ πολεμήσω στὸ πλευρὸ του. Δῶσε μου ἕνα ἄλογο. Δῶσε μου κι ἅρματα. Μπορῶ νὰ τὰ κρατάω! Θέλω νὰ πάρω πίσω τὸ αἷμα τοῦ πατέρα! Παιδὶ ἀναστημένο ἀπ' τὴν ὀρφάνια, διδάχθηκε πολλὰ ἀπὸ τὸν τέλειο ἔπαινο τοῦ πατρὸς του. Ἀπὸ πέντε γενεὲς κατέβαινε σ' ἐκεῖνον τὸ Καπετανάτο. Ὅταν στὰ παλληκάρια ἀνταμώνει ἡ παλληκαριὰ μὲ τὰ γράμματα, ἀναγεννᾶται ἡ Ἐλπίδα. Ὁ Δημήτρης Μπότσαρης διδάχθηκε καὶ τ' ἅρματα καὶ τὴν ἀρετή. Σπούδασε στὴν Εὐρώπη καὶ ἀνδρώθηκε σὲ σπουδαῖο ἀξιωματικό. Ἔγινε σπάνιος ἄνθρωπος. Τὸ 1862, ὡς ὑπουργὸς τῶν ἀξιωματικῶν, ἀπέκτησε τὸ προσωνύμιο "ὑπουργὸς τοῦ αἵματος". Ὁ γιὸς τοῦ Μάρκου κράτησε τὸν Ὅρκο. Φίλτατε Ἀναγνώστη. Δοκιμὴ τῶν ἀληθινῶν ἀνθρώπων παραμένει ὁ Ἀγῶνας. Εἴμαστε κληρονόμοι ἐκείνων ποὺ ἔτρεμαν οἱ λόγγοι καὶ τὰ βουνὰ στὸ ὄνομά τους. Τέτοιων προγόνων κληρονόμοι εἴμαστε. Πατρίδα μας παραμένει ἡ Ἐλευθερία ὑπὲρ τῆς ὁποίας θυσίασαν τὸ πᾶν. Σειρὰ μας νὰ δώσουμε τὸν Μέγα Ὅρκο. Λέει ὁ Ποιητής. Ὄχι ποῦ πᾶμε πιά, ἀλλὰ ἀπὸ ποῦθε κινήσαμε·αὐτὸ σήμερα βαραίνει γιὰ μᾶς. Ἡ Ἱερότητα τοῦ Σκοποῦ μετουσιώνει τὸ Ὑπὲρ Πατρίδος σὲ πράξη. Πράξη βαθύτατα πολιτική, μὲ ἀκρίβεια ἠθική. Υἱοὺς παίδευε.

22 Μαρτίου 2023

Κι αν δεν αλλάξουμε, ο κόσμος δεν θ' αλλάξει.

Ο σύγχρονος άνθρωπος θέλει να τρώει καλά, κι αν τρώει καλά μετά θέλει να τρώει ακόμη καλύτερα. Θέλει ένα δικό του σπίτι, κι αν έχει δικό του σπίτι, μετά θέλει μεγαλύτερο, η δεύτερο. Θέλει ένα καλό αυτοκίνητο, κι αν έχει αυτοκίνητο, πάντοτε θέλει ένα καλύτερο. Θέλει να έχει λεφτά στην τράπεζα κι αν έχει, θέλει πάντοτε περισσότερα. Θέλει καλύτερη δουλειά. Θέλει να τον θαυμάζουν, κι αν τον θαυμάζουν, θέλει να τον θαυμάζουν περισσότεροι. Προβάλει στο "κοινό του", το φαγητό του, τα επιτεύγματα του, τα ταξίδια του, προβάλει το χαμόγελο του για να κρύψει τα πραγματικά του συναισθήματα. Ποστάρει τη φάτσα του, τα ρούχα του, τα αξεσουάρ του,και θα τα προβάλει κι αύριο και μεθαύριο και για όσο χρειαστεί, για να παίρνει δόσεις επιβεβαίωσης που φαίνεται πως δεν θα τον ικανοποιήσουν ποτέ. Θέλει την ευκολία του σε όλα. Θέλει έξυπνα κινητά, έξυπνα σπίτια,έξυπνες τηλεοράσεις, έξυπνες πόλεις, να κάνουν τα πάντα για το ανόητο εγώ του. Δεν θέλει να ζορίζεται,αλλά θέλει να επιλέγει ελεύθερα και να παίρνει αποφάσεις. Να παντρεύεται αργά, να χωρίζει εύκολα, ν' αλλάζει φίλο, ν' αλλάζει φύλο. Θέλει πορνό. Πολύ πορνό και δωρεάν.Να παίρνει μάτι παντού.Από το πρόστυχο ντεκολτέ της συναδέρφου του,μέχρι τις διαφημίσεις στην τιβι ώστε να επιλέξει το προϊόν. Θέλει να κρίνει τους άλλους, αλλά δεν θέλει να κρίνεται. Δεν θέλει να σκέφτεται,θέλει να σκέφτεται όσο το δυνατόν λιγότεροαλλά θέλει να "συμφωνεί" και να έχει "άποψη" για όλα, των "άλλων". Θέλει να "ευχαριστιέται" με κάθε λογής ψεύτικες "απολαύσεις" και να γεμίζει τη ζωή του με δαύτες. Κι αυτές και άλλες πολλές είναι οι "αξίες" που έχει αυτός ο κακόμοιρος ο σύγχρονος άνθρωπος. Όλες γύρω από χρήμα, την καλοπέραση και το "εγώ" του. Αξίες της ύλης. Του ερπετού. Θέλει να γίνει Θεός, κι αν δεν μπορεί να γίνει θέλει να φαίνεται "σαν θεός". Κι όμως. Δεν νιώθει ποτέ γεμάτος, πραγματικά ευτυχισμένος αλλά αρέσκεται να σβήνει τα προβλήματα με χάπια. Κι από την άλλη, μισεί τις "αξίες" που προϋποθέτουν διάκριση και κόπο. Δέσμευση και ήθος.Τις αξίες του "πνεύματος" και του "φωτός.Του πραγματικού πολιτισμού. Το να είσαι ειλικρινής "πάντοτε" δεν πουλάει. Μπορείς και να λες όσα ψέματα θες "αν αυτό σε βολεύει". Το να κλέβουν οι άλλοι, είναι πάντοτε κατακριτέο,αλλά εσύ μπορείς να κλέβεις "λίγο" αν είναι για το καλό σου. Το να κάνεις εσύ λάθος έχει "κόστος".Η μετάνοια έχει κόστος. Η συγχώρεση έχει κόστος.Και αυτό ρίχνει τις "καταθέσεις" του "εγώ" πιο χαμηλά. Όμως το να φταίνε για όλα οι άλλοι, είναι "σέξι". Το να βοηθάς τον άλλον όταν στο ζητά χωρίς "αντίκρυσμα"είναι εις βάρος των "συμφερόντων σου". Το να βλέπεις τον εχθρό σου, με "αγαθό" τρόπο φαίνεται απίθανο και παράλογο. Γι' αυτό προτιμάς να τον "λυπάσαι" και να σε φοβάται για να κάνεις ειρήνη μαζί του. Το να σκέφτεσαι με την καρδιά σου, σε κάνει μαλθακό.Ενώ το να σκέφτεσαι με το μυαλό σε κάνει "αξιοπρεπή". Δεκάδες αξίες που ξεχάσαμε. Προσαρμόσαμε κατά το δοκούν.Δημιουργήσαμε σαθρά θεμέλια στον χαρακτήρα μας.Δεν είμαστε πλέον "εμείς". Δεν είμαστε άνθρωποι.Έχουμε γίνει κάτι "άλλο". Απάνθρωπο.Κι αν δεν αλλάξουμε, ο κόσμος δεν θ' αλλάξει.

21 Μαρτίου 2023

Σημεία από τον βίο του Αγ.Γεωργίου Καρσλίδη τα φοβερά χρόνια του ανταρτοπόλεμου

Κάποια μέρα κατά τη διάρκεια του εμφυλίου συνέλαβαν τον Γέροντα και τον οδήγησαν προς την Παναγίτσα, ένα ξωκκλήσι έξω από το χωριό, για να τον σκοτώσουν. Εκείνος τους ζήτησε να τον αφήσουν να προσευχηθει για λίγο. Μεγαλοφώνως έκανε την προσευχή του και όταν τελείωσε, τους είπε άφοβα: "Τώρα είμαι έτοιμος"! Αυτοί ανεξήγητα τότε, τον άφησαν ελεύθερο. Τι βίωσαν και του χάρισαν τη ζωή, κάνεις δεν έμαθε. Κάποια μέρα πάλι πήγε μια ομάδα ανταρτών από ένα χωριό της Δράμας με πολλά ζώα και φόρτωσε πολλά πράγματα του μοναστηριού. Ο Γέροντας έμεινε ατάραχος. Όμως, όταν ένας από αυτούς πήρε μια ιερατική στολή, τον ρώτησε τι θα την κάνει. Εκείνος, με πολλή αυθάδεια, του είπε: "θα την κάνω εσώρουχα για την γυναίκα μου". Δεν πρόλαβε όμως ο κλέφτης να απομακρυνθεί από το Μοναστήρι κι ένα από τα ζώα του τον κτύπησε τόσο πολύ, που τον άφησε επιτόπου νεκρό. Αυτοι που ήταν μαζί του φοβήθηκαν τόσο πολύ, που άφησαν τα κλοπιμαια κι αναχωρησαν συγκλονισμενοι. Ενα άλλο σημείο, εκείνα τα φοβερά χρόνια του ανταρτοπόλεμου, ήταν το ότι σε κάποια Θεία Λειτουργία η εικόνα της Παναγίας και του Τιμίου Προδρόμου δακρυρροούσαν. Σαν μαργαριτάρια τα δάκρυα έρρεαν από τις εικόνες. Η Ε.Β. πήγε και τα σκούπισε μετά τη Θεία Λειτουργία. Ο Γέροντας όμως τη μάλωσε, γιατί αυτό έδειχνε ότι η Παναγια έκλαιγε για τα παιδιά που χανόταν! Οσιε του Θεού πρεσβευε υπερ ημών και υπέρ του κόσμου άπαντα. Αμην

20 Μαρτίου 2023

Μόνον ἐπάγη τό ξύλον, Χριστέ, τοῦ Σταυροῦ σου, τά θεμέλια ἐσαλεύθησαν τοῦ θανάτου, Κύριε

Την Κυριακή της Σταυροπροσκυνήσεως, θα βρούμε πολλές φορές στον Όρθρο της μεγάλης αυτής εορτής το αρχαίο ρήμα “πήγνυμι” σε διάφορες μορφές, αλλά και σύνθετο (“ἐμπήγνυμι”, “προσπήγνυμι”). “Πήγνυμι” λοιπόν σημαίνει “στερεώνω”, “κάνω κάτι να είναι σταθερό”, “καρφώνω”. Παρόμοια σημασία (με μεγαλύτερη έμφαση) έχουν και τα σύνθετα που αναφέραμε (από δε το “ἐμπήγνυμι” προέρχεται το νεοελληνικό “μπήγω/μπήζω”). Βρίσκουμε λοιπόν στον Όρθρο φράσεις όπως: “Μόνον ἐπάγη τὸ ξύλον, Χριστέ, τοῦ Σταυροῦ σου, τὰ θεμέλια ἐσαλεύθησαν τοῦ θανάτου, Κύριε” (“Και μόνο που στήθηκε/στερεώθηκε το ξύλο του Σταυρού σου, Χριστέ, τα θεμέλια του θανάτου σαλεύθηκαν, Κύριε”). “Θεοτόκε Παρθένε, ἱκέτευε τὸν Υἱόν σου τὸν ἑκουσίως προσπαγέντα ἐν Σταυρῷ…” (“Θεοτόκε Παρθένε, να ικετεύεις τον Υιό σου, ο οποίος εκούσια καρφώθηκε σε Σταυρό…”) “Τρεῖς σταυροὺς ἐπήξατο ἐν Γολγοθᾶ ὁ Πιλᾶτος, δύο τοῖς λῃστεύσασι, καὶ ἕνα τοῦ Ζωοδότου, ὃν εἶδεν ὁ ᾍδης καὶ εἶπε τοῖς κάτω· Ὦ λειτουργοί μου καὶ δυνάμεις μου, τίς ὁ ἐμπήξας ἧλον τῇ καρδίᾳ μου;” (“Τρεις σταυρούς έστησε στον Γολγοθά ο Πιλάτος: δύο για τους ληστές, και έναν του Ζωοδότη, τον οποίο είδε ο Άδης και είπε στους κάτω: ‘Λειτουργοί μου και δυνάμεις μου, ποιος είναι εκείνος που έμπηξε καρφί στην καρδιά μου;’ ”). Αξιοσημείωτη εδώ είναι η σύνδεση ανάμεσα στα καρφιά του Σταυρού του Χριστού και στο καρφί που μπήχτηκε στην καρδιά του Άδη. “Τὸ ξύλον ἐν ᾧ, Πάνσεμνε, τὰς ἀχράντους παλάμας ὑπὲρ ἡμῶν ἐξέτεινε προσπαγεὶς ὁ Υἱός σου, νῦν εὐσεβῶς προσκυνοῦμεν” (“Σήμερα προσκυνούμε με ευσέβεια, Πάνσεμνε [Θεοτόκε], το ξύλο πάνω στο οποίο άπλωσε για χάρη μας τις αμόλυντες παλάμες του ο Υιός σου, αφού καρφώθηκε [σ’ αυτό]”) “…προσκυνοῦντές σε [Σταυρέ], καὶ καρδίας καὶ ψυχάς φωτιζόμεθα σήμερον, θείᾳ χάριτι τοῦ ἐν σοὶ προσπαγέντος” (“…προσκυνώντας σε, Σταυρέ, φωτιζόμαστε σήμερα στις καρδιές και στις ψυχές, με τη θεία χάρη εκείνου που καρφώθηκε πάνω σου”) “Σὲ νῦν μετὰ φόβου Χριστιανοὶ ἀσπαζόμεθα, καὶ τὸν ἐν σοὶ προσπαγέντα Θεὸν δοξάζομεν λέγοντες· Κύριε, ὁ ἐν αὐτῷ προσπαγείς, ἐλέησον ἡμᾶς, ὡς ἀγαθὸς καὶ φιλάνθρωπος” (“Εσένα [Σταυρέ], με φόβο τώρα οι Χριστιανοί ασπαζόμαστε, και δοξάζουμε τον Θεό, ο οποίος καρφώθηκε πάνω σου, λέγοντας: ‘Κύριε, εσύ που καρφώθηκες πάνω σ’ αυτόν, ελέησέ μας, καθώς είσαι αγαθός και φιλάνθρωπος’ ”) “Σήμερον ὁ Δεσπότης τῆς Κτίσεως καὶ Κύριος τῆς δόξης τῷ Σταυρῷ προσπήγνυται” (“Σήμερα ο Δεσπότης της Κτίσης και Κύριος της δόξας καρφώνεται στον Σταυρό”) Και στις Πράξεις των Αποστόλων (2:23): “τοῦτον [ενν.: Ἰησοῦν τὸν Ναζωραῖον]… διὰ χειρῶν ἀνόμων προσπήξαντες ἀνείλετε” (“αυτόν [ενν.: τον Ιησού τον Ναζωραίο]… με παράνομα χέρια φονεύσατε, καρφώνοντάς τον [ενν.: σε σταυρό]”)

19 Μαρτίου 2023

Ο Σταυρός είναι η πηγή της σωτηρίας, είναι η εγγύηση της Ανάστασης

Και για τον Σταυρό θέλω να σας ρωτήσω το ίδιο. Ο Σταυρός, όπως συχνά το ακούμε προκαλεί μια αρνητική αίσθηση. Ο καθένας κουβαλάει τον σταυρό του. Ο χριστιανός πρέπει να κουβαλήσει τον σταυρό του. Ο σταυρός ως προϋπόθεση να είσαι χριστιανός, ο Σταυρός ως αντίθετο της χαράς της ζωής, της εδώ ζωής -Ο Σταυρός είναι η πηγή της σωτηρίας, είναι η εγγύηση της Ανάστασης. Χωρίς Σταυρό δεν υπάρχει Ανάσταση και Ανάσταση σημαίνει ανακαίνιση ζωής. Ο θάνατος του Χριστού οδηγεί σε ανάσταση ζωής. Αυτή είναι η εμπειρία της Εκκλησίας μέσα στην ιστορία. Γι΄ αυτό κάνουμε το σημείο του σταυρού, γι΄ αυτό φοράμε σταυρό. Δεν είναι δεισιδαιμονία, είναι εμπειρία. Και φυσικά δεν σημαίνει ότι δεν θα βρεθείς σε κίνδυνο ή δεν θα αρρωστήσεις, αλλά ό,τι και αν σου συμβεί είναι παρών ο Θεός, είσαι κάτω από το βλέμμα του, αυτό σου αρκεί. Δείτε πώς ο ίδιος ο Χριστός αποκαλύπτει το δικό του πάθος στους μαθητές. Καταρχάς δεν τους μιλάει μόνο για ανάσταση και για νίκη και θρίαμβο, αλλά τους μιλάει για πάθος, μαστιγώσεις και σταυρό, για τον δικό του θάνατο. Δεν τους προτρέπει να τον γνωρίσουν μόνον στη μεταμόρφωση, αλλά να αναγνωρίσουν τη θεότητά του όταν Τον αντικρύσουν στον σταυρό. Ούτε τους υπόσχεται επίγεια καλοπέραση. Αντίθετα, τους λέει ότι «εἰ ἐμέ ἐδίωξαν καί ὑμᾶς διώξουσι» και ότι όποιος θέλει να τον ακολουθήσει πρέπει να απαρνηθεί τον εγωκεντρικό εαυτό του και να σηκώσει τον σταυρό του. Μιλάει για διωγμούς και πειρασμούς, για «στενή πύλη καί τεθλιμμένη ὁδό». Όταν ο Πέτρος ομολογεί τη θεότητά του Χριστού, του λέει ότι αυτό είναι αποκάλυψη του Θεού μέσα του· όταν όμως αρνείται τη σταύρωσή του, τον επιτιμά λέγοντας πως αυτό αποτελεί φωνή του διαβόλου μέσα του. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να καταλάβουμε πως η πορεία μας πρέπει να έχει θυσία. Όπως ο Χριστός προσφέρεται «κλώμενος», κομματιασμένος και «εκχυνόμενος», ματωμένος, έτσι και εμείς πρέπει να κάνουμε καθώς αντιμετωπίζουμε τους πειρασμούς μας, τις δοκιμασίες μας, τις απρόβλεπτες δυσκολίες, τις ασθένειες, τους θανάτους, τα αδιέξοδα, τις καταστροφές, τις διαταραγμένες σχέσεις μας, τον εαυτό μας, γιατί αυτός είναι ο μεγαλύτερος σταυρός. Όλα τα σηκώνουμε με πνεύμα θυσίας, όχι με πνεύμα καλοπέρασης. Έτσι λοιπόν δεν προσεγγίζουμε τον Θεό για να μας έρθουν όλα βολικά, αλλά για να μπορούμε να αντέξουμε τον κάθε σταυρό και κυρίως τον εαυτό μας. Και έτσι να ακολουθήσουμε τον Χριστό. Πρέπει να το καταλάβουμε· είναι πρόβλημα ο εαυτός μας, δεν είναι το πρόβλημα ο άλλος. Αντίθετα ο συνάνθρωπός μας είναι ευκαιρία, είναι ευλογία στη ζωή μας. Ο εαυτός μας έχει μιζέρια, κουβαλάει πτώση, είναι μικροπρεπής, είναι μικρονοϊκός, είναι στενός. Όταν το καταλάβει κάποιος αυτό το πράγμα, τότε πρέπει να διασπάσει το άτομό του, πρέπει να ξεφύγει από το βαρυτικό πεδίο του εγώ για να αποκτήσει ταχύτητα διαφυγής. Στην ουσία αυτό που μας χρειάζεται είναι να πιστεύσουμε σε σταυρωμένο και αναστημένο Θεό και να αποφασίσουμε να σταυρωθούμε και εμείς μαζί του. Ελεύθερος είναι ο σταυρωμένος, ζωντανός ο αναστημένος. Ο σταυρός τελικά είναι πηγή ζωής και αίτιος χαράς και σε αυτή τη ζωή. Έτσι είναι αυτά τα πράγματα. Δυστυχώς, δεν μας μαθαίνουν τέτοια φυσική, μας μαθαίνουν τη φυσική του εγωκεντρισμού.

18 Μαρτίου 2023

Ποιος, αλήθεια, λέει στους οπαδούς του ότι για να τον ακολουθήσουν θα πρέπει ν’ αρνηθούν τον εαυτό τους και να σηκώσουν το σταυρό τους, χωρίς να ρισκάρει να μείνει μόνος;

Ποιος, αλήθεια, λέει στους οπαδούς του ότι για να τον ακολουθήσουν θα πρέπει ν’ αρνηθούν τον εαυτό τους και να σηκώσουν το σταυρό τους, χωρίς να ρισκάρει να μείνει μόνος; Ποιος θα τολμήσει να αρνηθεί τον εαυτό του, δηλαδή τα χαρίσματά του, τις επιθυμίες του, τα θέλω του, επειδή το ζητά ο Θεός του; Ποιος αγόγγυστα θα σηκώσει το σταυρό του, μικρό ή μεγάλο, στηριγμένος στο λόγο του Εσταυρωμένου; Κι όμως! Εκατομμύρια το έχουν κάνει! Ωστόσο αυτό δεν είναι λόγος ικανός να σε ωθήσει να Τον ακολουθήσεις κι εσύ «αρνούμενος τον εαυτό σου και σηκώνοντας το σταυρό σου». Ο λόγος είναι μόνο προσωπικός, στηριγμένος στη σχέση με το Χριστό ως θεανθρώπινο πρόσωπο. Αθόρυβα, καρδιακά, αποφασίζεις να πεθάνεις για χάρη των λόγων Του, για χάρη του προσώπου Του. Όπως δεν καθορίζεται ο έρωτας, έτσι και δεν χωρά σε καλούπια η επιθυμία να Τον ακολουθήσεις. Ο Σταυρός του Κυρίου! Η δυναμική της θυσίας Του για χάρη των αγαπημένων! Δέχεται τους εμπαιγμούς, την εγκατάλειψη των οικείων, την προδοσία, την αποτυχία του έργου Του, τη μοναξιά και την άρνηση, για να γευτεί, τελικά, την «εις Άδου κάθοδόν» Του. Ο σταυρός του καθενός μας! Η ευκαιρία να εκφράσουμε την αγάπη μας, την αφοσίωσή μας, την πίστη και την ελπίδα μας σ’ Εκείνον που πεθαίνει χωρίς εμάς. «Δια των λόγων των χειλέων σου εγώ εφύλαξα οδούς σκληράς»: “Επειδή το είπες Εσύ, εγώ ακολούθησα δύσκολους, σκληρούς δρόμους”. Γιατί ό,τι γίνεται για το Χριστό ελκύει τη Χάρη του Αγίου Πνεύματος, θα μας επισημάνει ο «άγιος της χαράς», ο Άγιος Σεραφείμ. Κι έτσι ο σταυρός μας γίνεται ελαφρύς, εύκολος. «Δια του Σταυρού ήλθε χαρά εν όλω τω κόσμω». Το καταλαβαίνεις, το ζεις μαζί με τους αγίους, παλαιότερους και σύγχρονους. Στη σκληρότητα του σταυρού, αν υπομένεις μ’ εμπιστοσύνη στο Θεό των Πατέρων σου κι αν ελπίζεις προσμένοντας την ανάστασή σου, θα βιώνεις την υπέρλογο χάρη που χαρίζει ειρήνη και ανάπαυση καρδιακή. Όταν προβάλλεται ο Σταυρός του Κυρίου στο μέσο του ναού είναι για να μας τονίσει πως ο δικός μας Θεός δεν ζητά από τους «ακολουθούντας Αυτόν» ό,τι ο ίδιος δεν έζησε. Σε καλεί να πορευτείς το δρόμο που βάδισε πρώτα Αυτός. Γι αυτό δεν χωράει παράπονα ούτε «γιατί Θεέ μου;». Κι ακόμα, νιώθεις πως δεν είσαι μόνος κι ας κατεβαίνεις κάποιες φορές στον Άδη του εαυτού σου. Φαίνεται πως η ζωή του κάθε ανθρώπου «όπου γης» είναι συνυφασμένη με πόνο και δάκρυ. Με τον Εσταυρωμένο μεταποιείται σε αναμονή ανάστασης «νυν και αεί». Δεν γίνεται όλη η ζωή μας να είναι πόνος ούτε, βέβαια, και χαρά. Άλλοτε το ένα κι άλλοτε το άλλο. Τα φαινόμενα και η λογική αυτό δείχνουν. Όμως, η Εκκλησία μιλά για χαρμολύπη. Αναδεικνύει, στο πρόσωπο του ιδρυτή και των μελών της, τη «χαρά δια του σταυρού». Η πείρα βεβαιώνει πως με το Χριστό όλα γίνονται εύκολα, απλά, ευλογία. Χωρίς εξηγήσεις και δικαιολογίες , στηριγμένος στην επιθυμία σου να Τον ακολουθήσεις, δέχεσαι τις δυσκολίες της ζωής ως μέσα για να θεραπευτείς από τις ψυχικές ασθένειές σου, να πας παρακάτω, να γευτείς την πληρότητα του προσώπου σου ενωμένος με το Θεό και τους ανθρώπους.

17 Μαρτίου 2023

‘’Νουν κρατούμε...’’

Τυχαία έπεσα τις προάλλες πάνω σε έναν κειμενάκι του Άγιου Ιωάννου της Κλίμακος. Μόλις το διάβασα είπα μέσα μου με έκπληξη….αυτό των νέων: «τι είπες τώρα ρε φίλε;» Ένα κείμενο που μας δείχνει από την μια την ειδικότητα των Νηπτικών πατέρων (χειρουργική νευρώνων της ψυχής) και από την άλλη τα πολλά μέτωπα που καλούμαστε να αγωνιστούμε ως χριστιανοί για τον καθαρισμό, τον φωτισμό και την Θέωση αυτής….. Γράφει ο Άγιος: «Κάποτε, ενώ με είχε κυριεύσει η ραθυμία και σχεδόν εσκεπτόμουν να εγκαταλείψω το κελλί μου, με επισκέφθηκαν μερικοί άνδρες και με εμακάρισαν αρκετά ως ησυχαστή. Ο λογισμός τότε της ραθυμίας ανεχώρησε παρευθύς διωγμένος από την κενοδοξία. Και εθαύμασα πώς ο τρίβολος αυτός δαίμων αντιμάχεται όλα τα άλλα πονηρά πνεύματα!» Κάποτε είχαν ρωτήσει ένα καλόγερο‘’τι κάνουν εδώ στην ερημιά’’ και εκείνος απάντησε: ‘’νουν κρατούμε’’….. Δηλαδή αγωνίζονται να κρατάνε την ύπαρξη τους κοντά στο Χριστό γιατί όσο γλιστρά μακριά απ’ το Φως Του τόσο χάνει το ‘’οξυγόνο’’ της και νεκρώνεται…. Μερικοί νομίζουν ότι σαν νηστέψουν λίγο, πάνε καμιά Κυριακή εκκλησία,δώσουν κανά ευρώ ελεημοσύνη,ψελλίζουν και δυο δράμια προσευχής πριν κοιμηθούν ότι αυτό είναι…. είναι ‘’εν τάξει’’ πνευματικά…. Λησμονάμε κάτι σημαντικό,ότι συνάμα με τα παραπάνω πανέμορφά άνθη στο περιβόλι της καρδιάς μας αναφύονται και ζιζάνια παθών(με πρώτο αυτό της υπερηφάνειας)τα οποία μπλέκονται στον κορμό όλων των παραπάνω καλών κινήσεων και δεχόμενα από κοινού την σχετική φροντίδα…..δυναμώνουν…. Χρειάζεται στην φάση αυτή ή να τα ξεριζώσουμε ή να πάψουμε να τα ποτίζουμε….. Αντιλαμβανόμαστε λοιπόν ότι το να είσαι χριστιανός….να αγωνίζεσαι….. δεν είναι καθόλου ‘’ευκολάκι’’….. Όταν ο άλλος λ.χ σιωπά ή κάνει τον χαζό μην τον υποτιμάς γιατί δίνει κάτι ξεγυρισμένες μάχες εντός του που ίσως για σένα και στην σκέψη μόνο θα φαίνονταν εφιάλτες… π.Ιωάννης Παπαδημητρίου

16 Μαρτίου 2023

Οι Άγιοι Μάρτυρες Βασιλίσκος, Ευτρόπιος και Κλεόνικος(+3/16 Μαρτίου)

Οι Άγιοι Μάρτυρες Βασιλίσκος, Ευτρόπιος και Κλεόνικος κατάγονταν από την Αμάσεια του Πόντου και έζησαν κατά τους χρόνους του αυτοκράτορα Μαξιμιανού (286-305 ).Ήταν στρατιώτες και συγγενείς του Αγίου Θεοδώρου του Τήρωνος. Ως Χριστιανοί διαβλήθηκαν στον ηγεμόνα Ασκληπιόδοτο, ο οποίος τους συνέλαβε και τους βασάνισε σκληρά. Όμως οι Μάρτυρες, αφού παρουσιάσθηκε σε αυτούς ο Κύριος και ο Άγιος Μεγαλομάρτυρας Θεόδωρος, έγιναν υγιείς. Μέσα στη φυλακή οι τρεις νέοι δεν έχασαν ούτε το θάρρος ούτε την πίστη τους. Αντιθέτως εξακολούθησαν να λατρεύουν τον Ένα και Αληθινό Θεό. Με το κήρυγμά τους και το παράδειγμα που προσέφερε το ήθος, η αντοχή και το θάρρος τους, οδήγησαν πολλούς συγκρατούμενους τους στην αληθινή πίστη. Ο Ασκληπιόδοτος πληροφορήθηκε την Χριστιανική δράση των τριών κρατουμένων και την επίδραση που ασκούσαν στους φυλακισμένους ειδωλολάτρες και διέταξε να τους οδηγήσουν και πάλι ενώπιόν του. Ο ηγεμόνας τότε άρχισε να κολακεύει τον Άγιο Κλεόνικο, για να αρνηθεί την πίστη του Χριστού, υποσχόμενος δώρα και τιμές. Ο Άγιος όμως αφού γέλασε, χλεύασε την αρρώστια των ειδώλων. Και ενώ ετελείτο θυσία, με προσευχή κατέρριψε το είδωλο της Αρτέμιδος. Αμέσως ο ηγεμόνας έδωσε εντολή να βασανισθούν. Τότε ο Κύριος εμφανίσθηκε στους τρεις νέους και στο πλήθος των ειδωλολατρών, οι οποίοι παρακολουθούσαν το μαστίγωμα των Χριστιανών, έχοντας στο πλευρό Του τον Άγιο Μεγαλομάρτυρα Θεόδωρο. Οι τρεις Χριστιανοί αξιώθηκαν της θαυματουργικής ιάσεως των τραυμάτων τους, ενώ πολλοί ειδωλολάτρες που είδαν το θαύμα, βαπτίσθηκαν Χριστιανοί. Ο Ασκληπιόδοτος όμως όχι μόνο δεν άλλαξε στάση, αλλά διέταξε να αποκεφαλισθούν όλοι οι νεοφώτιστοι Χριστιανοί. Ο Ασκληπιόδοτος και οι ειδωλολάτρες, τυφλοί από οργή, διέταξαν τους δημίους να περιχύσουν τους τρεις Μάρτυρες με καυτή πίσσα. Όμως, νέα θαυματουργική ενέργεια από τη Θεία Χάρη δεν επέτρεψε οι πιστοί νέοι να πάθουν το παραμικρό, ενώ η καυτή πίσσα έπεσε και κατέκαψε τους δημίους. Όμως, ο σκληρόκαρδος ηγεμόνας δεν μπορούσε να δει την αλήθεια, η οποία παρουσιαζόταν μπροστά στα μάτια του. Έτσι, πρόσταξε την σταυρική καταδίκη του Ευτροπίου και του Κλεονίκου και τη φυλάκιση του Βασιλίσκου. Οι δύο νέοι πέρασαν την τελευταία νύχτα της ζωής τους προσευχόμενοι. Και πάλι ο Κύριος εμφανίσθηκε μπροστά τους, για να τους ενθαρρύνει. Στις 3/16 Μαρτίου του 308, ο Ευτρόπιος και ο Κλεόνικος κοσμήθηκαν με τους στέφανους της αγιότητας και του μαρτυρίου διά του σταυρικού τους θανάτου. Ο Βασιλίσκος παρέμεινε έγκλειστος στη φυλακή, όπου και πέθανε μετά από μερικά χρόνια, κερδίζοντας την αιώνια ζωή. Περισσότερα για τον Άγιο Βασιλίσκο μπορείτε να διαβάσετε στις 22 Μαΐου όπου επαναλαμβάνεται η μνήμη του.

15 Μαρτίου 2023

Συγκρίνοντας την Ελληνορθόδοξη αγιογραφία με την αναγεννησιακή θρησκευτική ζωγραφική

Συγκρίνοντας την Ελληνορθόδοξη αγιογραφία με την αντίστοιχη αναγεννησιακή θρησκευτική ζωγραφική, θα διαπιστώσουμε ότι υπάρχουν πολλές και ουσιαστικές διαφορές, οι οποίες καθιστούν τη αγιογραφία μία μοναδική, μέσα στην ζωή, τέχνη. Στα θρησκευτικά θέματα της Δύσεως κυριαρχεί ο ρεαλισμός και ο ανθρωπομορφισμός.Όλα ζωγραφίζονται όπως ακριβώς φαίνονται. Τα πρόσωπα των αγίων είναι αμετουσίωτα και κοσμικά, πιστά αντίγραφα των μοντέλων που χρησιμοποίησε ο ζωγράφος. Στην Ορθόδοξη εικόνα όλα πρέπει να μετουσιωθούν σε πνεύμα. Όλα πρέπει να αγιασθούν, ακόμη και τα άψυχα, τα βουνά τα δένδρα τα κτίρια. Τίποτε δεν πρέπει να μείνει όπως φαίνεται. Τίποτε στην ζωή μας, δεν πρέπει να μείνει θνητό. Το ύφος της Βυζαντινής εικονογραφίας είναι ποιητικό και λιγότερο θνητό, κοσμικό, που παρέρχεται. Τα πάντα, ιδού αναβαίνουν. Οι εικόνες δεν μοιάζουν με φωτογραφίες. Οι φωτογραφίες είναι ρεαλιστικές, άψογα αντίγραφα των προσώπων που παριστούν, αλλά εικονίζουν κυρίως μόνο το πρόσκαιρο ή ψευδές επιφανειακό και όχι το εσώτερο. Ο αγιογράφος λαμβάνει υπ'όψιν τα φυσιογνωμικά χαρακτηριστικά του αγίου, αλλά τα ζωγραφίζει με τέτοιο τρόπο ώστε η εικόνα να προβάλει περισσότερο την αγιοσύνη, την θεανθρωποσύνη του και υπό το υπερβατικό αυτό πρίσμα, την εξωτερική του εμφάνιση. Όλα τα έργα της κοσμικής ζωγραφικής είναι επηρρεασμένα από τα συναισθήματα, τις ιδέες και την ψυχική κατάσταση του καλλιτέχνη. Μια τέτοια εικόνα, στην οποία κυριαρχεί το προσωπικό με την έννοια ενός -ιδιότροπου πολλές φορές- υποκειμενισμού που δεν απηχεί καθολικότητα, δεν μπορεί να έχει μιά εις βάθος και ύψος υπαρξιακή, οντολογική, υπερβατική, γιά σύμπαν το ανθρώπινο γένος, λειτουργική αξία. Η ορθόδοξη αγιογραφία βαδίζει στο μονοπάτι τής αυταπάρνησης, τής υποταγής του «εγώ», το οποίο συνθλίβεται μπροστά στην αποκαλυφθείσα αλήθεια, τού θεωμένου εγώ, τής εικόνας δηλαδή τού ανθρώπου ως θεού κατά χάριν, αγίου. Η αγιογραφία είναι εκκλησιαστικό διακόνημα και το έργο του Αγιογράφου μοιάζει με το έργο του Ιερέως. Ο άγιος Θεοδόσιος ο ερημίτης μας λέει: «Ο ένας συνθέτει το Σώμα και το αίμα τού Κυρίου και ο άλλος το παριστά».

14 Μαρτίου 2023

-Γέροντα, εάν την ώρα που προσευχόμαστε έχει φασαρία στο σπίτι, τι κάνουμε;

-Γέροντα, εάν την ώρα που προσευχόμαστε έχει φασαρία στο σπίτι, τι κάνουμε; -Τι να κάνουμε; Δεν μπορούμε να εξαναγκάσουμε τους άλλους να κάνουν αυτό που εμείς θέλουμε, όσο Άγιο έργο κι αν είναι. Δεν μπορούμε να τους εξαναγκάσουμε. Θυμάμαι είχαμε ένα απλό γεροντάκι στο Άγιο Όρος, ο οποίος μόλις έβγαινε έξω από το Όρος και έμπαινε μέσα στο λεωφορείο έλεγε: "Κλείστε το ραδιόφωνο!" Οι υπόλοιποι επιβάτες διαμαρτύρονταν διότι ήθελαν ραδιόφωνο. Εκείνος ο παππούς αμέσως έδινε διαταγή: "Κλείστε το ραδιόφωνο!". Εντάξει, το έκλεινε ο οδηγός, τι να κάνει.Οι άλλοι μοναχοί σιωπούσαν. Σε λίγη ώρα άμα μιλούσε κανένας από τους διπλανούς: "Σταματήστε! Εγώ τώρα κάνω Εσπερινό!". Παππούλη, εδώ δεν είναι η Νέα Σκήτη! Εδώ είναι το λεωφορείο που μας παίρνει στη Θεσσαλονίκη. Αν θες να κάνεις Εσπερινό κάμε τον μόνος σου, οι άλλοι δεν είναι υποχρεωμένοι. Τον άκουγαν όμως συνήθως. Δεν μπορούμε να επιβάλουμε εμείς αυτό που θέλουμε μέσα στο σπίτι μας. Να σεβόμαστε την ελευθερία των άλλων ανθρώπων. Τελικά, ξέρετε, δεν μας εμποδίζει κανένας. Ούτε οι θόρυβοι ούτε οι φασαρίες. Κανένας δεν μας εμποδίζει. Αυτά όλα είναι αδυναμίες δικές μας. Εμείς είμαστε αδύναμοι. Εάν θέλω να προσευχηθώ και να επικαλεστώ το όνομα του Χριστού τίποτα δεν μπορεί να με εμποδίσει. Σίγουρα η ησυχία είναι βοηθητικό εργαλείο. Αλλά δεν εμποδίζει τίποτα την καρδιά μας να στραφεί και να μιλήσει και να επικαλεστεί το όνομα του Κυρίου. Και μάλιστα όσο πιο πολλές δυσκολίες έχουμε την ώρα της προσευχής μας τόσο πιο πολύ η Χάρις βοηθάει τον προσευχόμενο άνθρωπο. Όσο πιο πολλές δυσκολίες ανθρώπινες έχουμε τόσο πιο πολλές ευκολίες θεϊκές θα απολαμβάνουμε κατά την ώρα της προσευχής μας. Γι' αυτό δεν πρέπει να αιτιώμαστε ότι "δεν προσεύχομαι διότι στο σπίτι έχει φασαρία". Όταν θέλω να προσευχηθώ δεν με ενοχλεί τίποτα. Μπορώ να πάω στο δωμάτιό μου, να κάτσω στον οποιονδήποτε χώρο κι εκεί να μπω μέσα στην καρδιά μου και να επικαλεστώ το όνομα του Χριστού. Και αμέσως θα αισθανθώ αυτή την παρουσία του Θεού μέσα μου. Καλή είναι η ησυχία και ωφέλιμη αλλά η ησυχία αρχίζει από την καρδία μας. Εάν η καρδιά μας είναι ακατάστατη και θορυβώδης και μέσα στην έρημο να πάμε δεν θα βρούμε ησυχία. Εαν η καρδιά μας έχει ησυχία και έχει ειρήνη και επικαλείται το όνομα του Χριστού -το οποίο είναι πανάγιο και φέρνει όλα τα αγαθά του Αγίου Πνεύματος- και μέσα στο χειρότερο πόλεμο να βρεθούμε δεν θα μας ενοχλήσει καθόλου. Τίποτα δεν μπορεί να μας ενοχλήσει αν έχουμε εσωτερική ειρήνη. Άρα λοιπόν όταν στο σπίτι μας δεν υπάρχουν οι απαραίτητες προϋποθέσεις και δεν μπορούμε να κάνουνε τίποτα άλλο, δεν μπορούμε να φύγουμε από το σπίτι, δεν μπορούμε να εξαναγκάσουμε τους άλλους να κάνουν αυτό που θέλουμε αλλά εμείς θα συνεχίσουμε να αγωνιζόμαστε προσευχόμενοι και επειδή είναι Χάρις Θεού, ενέργεια Θεού η προσευχή, και τον εαυτό μας θα βοηθήσουμε αλλά και στους άλλους ανθρώπους θα επιδράσει σιγά-σιγά η προσευχή επάνω τους και θα αλλοιωθούν και θα γίνουν και αυτοί πνευματικοί άνθρωποι.

13 Μαρτίου 2023

Το δυσκολότερο πράγμα σήμερα είναι να πεις σε κάποιον να κάτσει 2 λεπτά με τον εαυτό του

Ένας τρόπος έκφρασης ζωής και εμπειρίας της πίστεως μέσα σε σχέση με το πρόσωπο του Χριστού είναι η προσευχή. Αν μπορούσαμε να δώσουμε έναν ορισμό για την ποιότητα της προσευχής αυτός δεν θα ήταν άλλος από μια ρήση του Αγίου Ιωάννου της Κλίμακος. Μια ρήση η οποία σκανδαλίζει τον λογικό και κοσμικό μας νου, προσευχή «είναι συνουσία και ένωση του ανθρώπου με τον Θεό». Μια φοβερή ερωτική θεολογική έκφραση η οποία δεν είναι ένας μόνος φιλοσοφικός όρος αλλά είναι ένα απόσταγμα που βγαίνει βιωματικά από την γαμήλια αυτή σχέση, η οποία λέγεται προσευχή . Στην Εκκλησία δεν προσευχόμαστε διότι πρέπει, επειδή έτσι λένε τα υμνολογικά βιβλία. Η προσευχή είναι ανάγκη της ψυχής μας. Δεν έχει ανάγκη την προσευχή μας ο Θεός , εμείς την έχουμε ανάγκη, διότι δεν μπορούμε χωρίς εκείνον. Η προσευχή μάς ξεδιψά , μάς αναζωογονεί, τρέφει την ύπαρξη μας. Έχουν γραφτεί πολλά περι προσευχής , θεωρίες και εμπειρίες Αγίων, τις οποίες τις βλέπουμε από μακριά ως κάτι απόμακρο στον σημερινό τεχνολογικό κόσμο μας. Πολλοί θεωρούν την προσευχή ως ένα θρησκευτικό τελετουργικό που πρέπει να γίνει για να τα έχουν καλά με το Θεό και να αναπαύσουν ψυχολογικά κάποιο ίσως θρησκευτικό συναίσθημα. Για να εξετάσουμε όμως το θέμα της προσευχής σε βάθος οφείλουμε να γνωρίσουμε τα πρόσωπα που εμπλέκονται σε αυτό το γεγονός. Αυτά τα πρόσωπα είναι δύο. Είμαι εγω ο άνθρωπος, το δημιούργημα και το άλλο είναι ο δημιουργός, ο πατέρας μου . Ξεκινάω να προσεύχομαι προς τον Πατέρα μου και αρχίζει η σχέση μας . Όπως το νεογέννητο ανοίγει τα μάτια και αντικρύζει το πρόσωπο της μάνας και του πατέρα ,έτσι και με την προσευχή ξεκινάει το ταξίδι της σωτηρίας αρκεί να νιώσω ποιος ειμαι εγώ και σε ποιον απευθύνομαι. Αυτός ο διάλογος αποτελεί Μυστήριο. Ποιο είναι ο Μυστήριο; Ο δημιουργός και το δημιούργημα σε μια συγκλονιστική σχέση , αυτό τα λέει όλα . Η προσευχή στην Ορθόδοξη πίστη δεν είναι απλά κάποιες κραυγές, ώστε να πούμε κάποια πράγματα διοτι πρέπει να τα πούμε. Έχω ανάγκη και θέλω να μιλήσω στον Θεό. Θέλω να μιλήσω στο Θεό να με ακούσει και να Τον ακούσω. Θέλω να μιλήσω στον πατέρα μου διότι τον χρειάζομαι. Η ύπαρξη μου αιμορραγεί και θέλω να μιλήσω σε Αυτόν που με έφτιαξε, ώστε να μου δείξει τον δρόμο της επαναφοράς, δηλαδή τον δρόμο της χάριτος μέσα από το βίωμα του Αγιασμού. Να βάλω την ύπαρξη μου από τον εκτροχιασμό πάλι επάνω στις ράγες για να ολοκληρώσω τον προορισμό μου. Να μεταμορφώσω την ύπαρξη μου εν Χριστώ. Να προχωρήσω στο καθ’ομοίωση και να στολίσω την ψυχή μου με τα διαμάντια των αρετών και τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος που μου χάρισε ο Βασιλέας εκείνη την ημέρα της βαπτίσεως μου. Το φοβερό σε αυτή την σχέση είναι ότι μιλάω στον Θεό και μου απαντάει. Δεν εκφράζομαι κάπου αόριστα σε κάποια δύναμη εκεί ψηλά. Απευθύνομαι σε ένα πρόσωπο και αυτό το πρόσωπο είναι ο Θεάνθρωπος Κύριος. Του μιλάω και μου απαντάει μέσα στην ζωή μου, πολλές φορές δεν μου αρέσουν οι απαντήσεις αλλά ξέρω ότι είναι για το καλό μου. Τον παρακαλώ να με ακούσει. Να ακούσει ακόμα και τα πιο μικρά πραγματακια, όπως θα έλεγε και ένα παιδί τα παράπονά του στον πατέρα ακόμα και αν αυτά φαντάζουν ανόητα ή μικρά. Θέλω να ανοίξω το θέλημα μου και να δεχτώ αυτά που θα μου πει. Παρακαλώ να με ακούσει και άλλο τόσο ποθώ να Τον ακούσω διοτι Τον χρειάζομαι. Όπως είπε και ο Αγιος Ιερώνυμος στην προσευχή του προς τον Χριστό: «Τι άλλο να σου δώσω Κύριε;» και ο Χριστός του απάντησε : «Τις αμαρτίες σου Ιερώνυμε». Εδώ παίρνει σάρκα και οστά η φράση του Κυρίου : «Δεύτε πάντες οι κοπιώντες και πεφορτισμένοι καγώ αναπαύσω υμάς». Το πρώτο βήμα είναι να θελήσω να Του μιλήσω. Να σταθώ μπροστά Του ενώπιος ενωπίω. Ο παντοκράτωρ και παντοδύναμος και εγώ ο αδύναμος που τον χρειάζομαι. Να γίνει η ύπαρξή μου υποδοχή της χάριτος. Με ποιόν τρόπο; Να ανοίξω το θέλημα μου στο θέλημα Του. Στην Κυριακή προσευχή , στο «Πάτερ υμών» ,που το έχουμε μάθει από παιδιά ,υπάρχει ένα συγκλονιστικό σημείο που το προσπερνάμε γρήγορα αλλά κανονικά εκεί μονο δάκρυ μπορούμε να δώσουμε : «Γενηθήτω το θέλημα Σου». Πόσο έτοιμοι είμαστε για αυτό; Πόσο προετοιμασμένοι είμαστε να ακούσουμε ακόμα και αυτό που δεν μας αρέσει αλλά το χρειαζόμαστε για να σωθούμε ; Την προσευχή μπορεί να την ασκεί και να την βιώνει ο καθένας όπου και όπως και να βρίσκεται μέσα στην ημέρα ως έκφραση ανάγκης και πλήρωσης της υπάρξεως του. Τα βιώματα της προσευχής των Αγίων Πατέρων μας δείχνουν τον δρόμο που έχουμε ανάγκη να ακολουθήσουμε. Ο Άγιος Ισαάκ ο Σύρος έβαζε τα χέρια του πίσω για να νιώθει σαν κατάδικος που πάει στον κριτή για την μαρτυρική απολογία εν αναμονή της φρικτής αποφάσεως. Κάποτε υπήρχε ένα Άγιος γέροντας που του άρεσε να προσεύχεται στην εικόνας της Άκρας Ταπείνωσης και αυτό γιατί ο Χριστός έχει τα μάτια του κλειστά, και ο γέροντας κλαίγοντας στην προσευχή του έλεγε: «Κύριε, μην ανοίξεις τα μάτια σου , δεν αξίζω να με δεις , δεν θέλω να δεις τα χάλια μου». Αυτά τα βιώματα είναι αποτελέσματα της αυτογνωσίας,όταν νιώθω δηλαδή ποιος είμαι εγώ και της θεογνωσίας , όταν νιώθω ποιος είναι απέναντί μου. Όταν γνωρίζω ότι είμαι το τελειότερο δημιούργημά Του και ότι απέναντί μου έχω Αυτόν που πέθανε για μένα ,κατήργησε το θάνατο και μου χάρισε την αιώνια ζωή και με καλεί να γίνω μέτοχος σε αυτή την ζωή. Τι μπορώ να προσφέρω στην προσευχή μου ; Μόνο πόνο, δάκρυα , αγάπη και συγχώρηση. Αλήθεια όμως θα μπορέσω να Τον ακούσω ; Πως θα ακούσω τον Χριστό όταν μέσα μου υπάρχει νύχτα χωρίς φεγγάρι ,όπως ομολογεί η πόρνη στο τροπάριο της Κασσιανής. Πως θα τον ακούσω όταν μέσα στην θάλασσα της ψυχής υπάρχει τρικυμία παθών; Πως θα μπορέσω να αγαπήσω τον Χριστό όταν αρνούμαι να γνωρίσω και να αγαπήσω τον εαυτό μου ; Όταν δεν Τον ακούω, δεν Τον προστατεύω αλλά Τον φορτώνω με τα βάρη της αμαρτίας, τα οποία μάλιστα πολλές φορές τα ονομάζω αρετές και ζητώ αυτοδικαίωση μέσα από το μυστήριο της ιεράς εξομολογήσεως. Όταν πάω να προσευχηθώ και αυτό που Του λέω είναι : Θέλω να γίνει το θέλημα μου, Κύριε, και θέλω εσένα συνένοχο σε αυτό. Ό,τι και να μου πει δεν θα μπορέσω να Τον ακούσω. Σε ένα σπίτι με κλειστά παράθυρα ο ήλιος δεν μπορεί να μπει όχι γιατί δεν θέλει ή δεν μπορεί αλλά διότι το θέλημα του σπιτονοικοκύρη είναι η άρνηση του φωτός και η αποδοχή του σκότους. Ο ήλιος απλά περιμένει να αλλάξω εγώ για να μπορέσω να τον υποδεχτώ. Αυτό το θέλημα της αρνήσεως να γίνει θέλημα αποδοχής. Αυτή η αποστροφή να γίνει αγκαλιά. «Γενηθήτω το θέλημα σου» δεν σημαίνει θέλω κάτι από σένα αλλά θέλω Εσένα. Γιατί ξέρω ότι στην Θεία Λειτουργία δεν μου δίνεις απλά κάτι από σένα ,αλλά μου δίνεις τον εαυτό σου, μου προσφέρεσαι ο ίδιος σε μένα τον ανάξιο για να γίνω μέτοχος της δικής Σου θυσιαστικής αγάπης. Για αυτό αγαπητοί μου ερχόμαστε στην Εκκλησία , για να ανοίξουμε το θέλημά μας προς τον Χριστό. Αυτό το θέλημα το οποίο πάσχει. Το θέλημα που περιέχει : απιστία, αδυναμία, αμφισβήτηση, πόνο, έπαρση, αμαρτία , ακηδία, υπερηφάνεια, εγωισμό και χίλια μύρια κακά. Αυτό το θέλημα να το καθαρίσω και να γίνει όλο Χριστός. Αυτό το βίωμα μάς μεταφέρει και ο Απόστολος Παύλος: «Ζω δε ουκέτι εγώ , ζη δε εν εμοί Χριστός» ένα βίωμα μέσα από την εμπειρία της προσευχής και της ζωντανής σχέσης με τον Βασιλέα της Κτίσεως. Ο κάθε άνθρωπος είναι αυτό που αγαπάει. Ο καθένας μας θα αντικρύσει ακόμα και στην άλλη ζωή αυτό που αγάπησε. Αν αγαπήσαμε την αμαρτία μας περιμένει η απομόνωση της επιλογής μας . Αν αγαπήσαμε τον Χριστό θα μας περιμένει ο ίδιος να ορμήσουμε στην αγκαλιά του παραδείσου. Tην καλύτερη διδαχή σχετικά με το θέλημα μας το προσφέρει ο όσιος Νείλος «Όταν προσεύχεσαι μη θέλεις να σου έρχονται τα πράγματα όπως εσύ νομίζεις, αλλά όπως αρέσουν στον Θεό και τότε θα είσαι ειρηνικός και ευχάριστος στην προσευχή σου. » Δηλαδή το νόημα είναι όπως το έρμηνεύει ο γέροντας Αιμιλιανός Σιμωνοπετρίτης «Όταν πηγαίνεις να προσευχηθείς, μη πηγαίνεις με κάποιο θέλημα , με κάποια επιθυμία ή με κάποιον σκοπό. Το μόνο που πρέπει να υπάρχει μέσα σου είναι η διάθεση τής προσομιλίας με τον Θεό. Αν βάλεις οτιδήποτε άλλο στην συνείδησή σου , στην καρδιά σου ή στο νού σου αυτό θα γίνει αίτιο αποτυχίας σου και εκπτώσεως σου από την ένωση σου με το Θεο». Φοβερός λόγος. Δυστυχώς όμως στην σημερινή εποχή ο σύγχρονος άνθρωπος αρνείται να γνωρίσει τον εαυτό του. Αρνείται να τον συναντήσει και για αυτό τον φοβίζει πολλές φορές η συνάντηση με τον Χριστό. Όλη μέρα μέσα στις μέριμνες , βυθισμένοι στην τεχνολογία και στην άνεση της ζωής. Που να χωρέσει ο Χριστός ; Τον βάζουμε στην άκρη , δυο τρία ψελλίσματα προσευχής το βράδυ και αυτό γιατί πρέπει να το κάνω και όχι γιατί το αισθάνομαι και το λαχταρώ. Το δυσκολότερο πράγμα σήμερα είναι να πεις σε κάποιον να κάτσει 2 λεπτά με τον εαυτό του , εκεί μέσα στην βαθιά σιωπή της προσευχής. Μας τρομάζει αυτό. Διότι δεν είμαστε έτοιμοι να δούμε την αλήθεια, την προσωπική μας αλήθεια, να ακούσουμε τη ψυχή που σαν βρέφος λαχταρά το μητρικό γάλα της προσευχής και εμείς της λέμε να σωπάσει. Παρόλα αυτά ο Κύριος ακούει ακόμα και την πιο μικρή κραυγή προσευχής. Τί όμορφα μας το έχει παραδώσει η παράδοση : μια μικρή , γλυκιά , όμορφη εκφραστική προσευχή που τα περιέχει όλα, λέγεται παντού και πάντα «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησον με τον αμαρτωλό». Μέσα εδώ βρίσκονται τα πάντα. Σε αυτές τις λέξεις βρίσκουμε όλο το ασκητικό βίωμα και όλη την εμπειρία των Αγίων πατέρων. Απλά αυτή η φράση χρειάζεται μια μικρή προϋπόθεση, να βγαίνει από μια ταπεινή καρδιά · μόνο τότε αγγίζει τα κράσπεδα της Αγίας Τριάδος. Ο μόνος πνευματικός χώρος για να ηρεμήσει η ψυχή και να μιλήσει στον Θεό έιναι ο χώρος της ησυχίας. Ως ασκητικός όρος η «ησυχία» έχει κατεξοχήν υπαρξιακό και βιωματικό περιεχόμενο. Σημαίνει την ειρήνη του έσω ανθρώπου, που εγκαθίσταται σ' αυτόν, όταν ο άνθρωπος δει, σιχαθεί και αφαιρέσει το «ειδεχθές προσωπείον» (την απαίσια μάσκα) του, που συστάθηκε από την περιπλάνηση του νου. Η ησυχία συνδέεται άρρηκτα με την νήψη του νου, την πνευματική εγρήγορση, και την βιωματική εμπειρία όλων εκείνων των καταστάσεων, που πραγματώνονται στη νήψη κατά πνευματικό και ανέκφραστο τρόπο. Κατά συνέπεια, έργο του ησυχαστή είναι «η φυλακή της καρδίας» με την αγαπητική τήρηση των εντολών, την πνευματική καθαρότητα και την μυστηριακή ζωή. Με την τήρηση των εντολών αποβάλλει ο ησυχαστής τον νόμο της αμαρτίας και εισάγει στον εαυτό του την εποπτεία του νου. Οι αισθήσεις του ελέγχονται με την εγκράτεια, ενώ το παθητικό της ψυχής κυριαρχείται από την αγάπη και το λογιστικό από την νήψη. Ο ησυχαστικός βίος παρέχει την λειτουργική δυνατότητα στην θεία Χάρη να «επισκευάσει»τον έσω άνθρωπο και να τον διαμορφώσει προς το πρωτότυπο, παρέχοντάς του «ανθισμένο» το αρχαίο και απερίγραπτο κάλλος του. Ο ησυχαστικός βίος δεν πρέπει να μας τρομάζει. Δεν είναι μόνο μοναχικό βίωμα. Μπορεί να είσαι με χίλιους ανθρώπους αλλά να έχεις μέσα σου γαλήνη και ησυχία. Ο Όσιος Πορφύριος απέκτησε πολλές αγιαστικές αρετές στην πλατεία Ομονοίας. Η ησυχία δεν είναι μόνο τόπος αλλά κυρίως τρόπος ηρεμίας και αγιαστικής εσωτερικής μεταμόρφωσης. Για να αγαπήσουμε τον Χριστό , ώστε να μπούμε στην γαμήλια σχέση μαζί Του, οφείλουμε πρώτα να δούμε τον εαυτό μας σαν δημιούργημα Του. Να νιώσουμε παιδιά Του. Να φωνάξουμε Πάτερ ημών, όχι γιατί πρέπει αλλά γιατί προσδοκούμε να ακούσουμε την απάντηση: «Ναι παιδί μου , πες μου, είμαι εδώ για σένα». Στην προσευχή γινόμαστε μέτοχοι της Τριαδικής αγάπης μέσα από την σχέση με το πρόσωπο του Κυρίου. Μπαίνουμε στον αγιαστικό χορό της Θείας αγάπης ,αλλά για να γίνει αυτό θα πρέπει να ακολούθησουμε τα βήματα του χορού, όχι να κάνουμε δικά μας βήματα δηλαδή δικά μας θελήματα. Όπως σε έναν χορό που χορεύουν και χαίρονται οι άνθρωποι ,όταν πάει κάποιος να χορέψει , ανοίγει ο κύκλος και τον υποδέχονται, αλλά για να μπορεί και ο καλεσμένος να απολαύσει τους καρπούς αυτής της χαράς, θα πρέπει να ακολουθήσει τα βήματα του χορού. Αν έστω και για λίγο κάνει τα δικά του, τότε δεν θα μπορέσει να συνεχίσει, κινδυνεύει ακόμα και να σκοντάψει και να βγεί εκτός. Και όλα αυτά γιατί αρνήθηκε να ακολουθήσει τα βήματα της χαράς. Τα βήματα του εγωισμού τον έθεσαν στο περιθώριο. Να μπούμε και εμείς ,αγαπητοί μου, σε αυτή την χαρά της προσευχής, να μιλήσουμε στον Τριαδικό Θεό, να ανοίξουμε την καρδιά μας ώστε να ακούσουμε ό,τι κι αν μας πει. Να νηστέψουμε αυτές τις μέρες όλες τις αισθήσεις μας από πόθο για τον Χριστό , από πείνα για να χορτάσουμε από την αγάπη Του. Να δούμε αυτές τις σαράντα ημέρες όχι ως θρησκευτική αγγαρεία αλλά ως ευκαιρία να αλλάξουμε, να υπάρξουμε μαζί Του μέσα στον διάλογο της προσευχής και να ζήσουμε βιωματικά τα μυστήρια της Εκκλησίας. Είναι η ώρα, αγαπητοί μου, να ξυπνήσουμε από το μεθύσι της ψευτιάς, και της πλάνης , είναι ώρα να αντικρίσουμε τον Κύριο με όλη μας την ύπαρξη και να Του πούμε «Μνήσθητί μου, Κύριε, όταν έλθης εν τη βασιλεία Σου». Τέλος δεν θα ήθελα να κλείσω εγώ αυτή την ομιλία ας αφήσουμε καλύτερα να την κλείσει ο ίδιος ο Κύριος μέσα από τον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο από την ομιλία του Αγίου στο « Ματθαίου Ευαγγέλιον, Ομιλία ΟΣΤ ( 76 εβδομηκοστή έκτη ) »Λέει ο Κύριος : «Εγώ για σένα πατέρας, εγώ αδελφός, εγώ σύζυγος, εγώ σπίτι, εγώ τροφή, εγώ ρούχο, εγώ ρίζα, εγώ θεμέλιο, ό,τι θέλεις εγώ. Να μη σου λείψει τίποτα. Θα δουλέψω εγώ. Ήρθα να σε υπηρετήσω, όχι να με υπηρετήσεις. Εγώ και φίλος, και μέλος του σώματός σου και κεφάλι, και αδελφός και αδελφή και μητέρα, όλα εγώ. Μόνο να είσαι κοντά μου. Εγώ φτωχός για σένα και αλήτης για σένα. Στο σταυρό για σένα, στον τάφο για σένα. Στον ουρανό παρακαλώ για σένα τον Πατέρα μου, στη γη έρχομαι πρεσβευτής του Πατέρα μου για σένα. Εσύ είσαι τα πάντα για μένα, και αδελφός και συγκληρονόμος και φίλος μου και μέλος του σώματός μου. Τι άλλο θέλεις άνθρωπε; » Καλό υπόλοιπο σαρακοστής , αδελφοί, καλό αγώνα.

12 Μαρτίου 2023

Εν αμαρτίαις περιπεσούσα τιβί

Οι άνθρωποι που πλούτισαν και πλουτίζουν από το σύστημα, μαζί με το σύστημα, το καταγγέλλουν οργισμένοι Πού κρυβόταν τόσο πάθος; Πού είχε καταχωνιαστεί άραγε η εκδικήτρα τους αντρίκεια ορμή και τη βγάλανε από τη ναφθαλίνη για να τη δουν και να λουφάξουν έντρομοι οι ξένοι και ντόπιοι λύκοι (για να παραφράσουμε τον εαμίτη ποιητή Νίκο Καρβούνη); Παρακολουθείς τηλεόραση αυτές τις ημέρες και σχηματίζεις την εντύπωση ότι οι βασικές επιλογές των καναλαρχών για την «ενημέρωση» και την «ψυχαγωγία» του λαού έλειπαν μετανάστες. Είχαν πάει στο Βέλγιο και χτίκιαζαν στο ανήλιαγο και σκονισμένο μεροκάματο των ορυχείων και επέστρεψαν προχθές στην Ελλάδα – ακριβώς την ώρα και τη στιγμή που μαθεύτηκε το πολύνεκρο δυστύχημα στα Τέμπη. Αναπόφευκτα σκέφτεσαι «ε, τώρα ήρθαν οι άνθρωποι, τώρα τα μάθανε όλα και έγιναν φουρνέλο με την παρακμή, την αδιαφορία των πολιτικών, τη διαφθορά, το πλιάτσικο στη δημόσια περιουσία, τον αφελληνισμό». Φωνάζουν τώρα αυτοί που σιωπούσαν. Δακρύζουν (πάντα μπροστά στις κάμερες) εκείνες κι εκείνοι που λάτρευαν να γαλιφιάζουν τους ηθικούς και φυσικούς αυτουργούς των εγκλημάτων κατά του λαού και της πατρίδας. Οι φωνές οι τωρινές δεν είναι συνιστούν κάτι κακό. Δεν χρεώνονται σε αυτές η ερήμωση της Ελλάδας, οι μαζικές ταφές των νέων της, η αρπαγή των ασημικών της, η φυγή των παιδιών της στο εξωτερικό για το μεροκάματο, η ξενοκρατία, η ανελευθερία των υγειονομικών λουκέτων, η οικονομική καταστροφή και η μαζική κατάθλιψη. Στη σιωπή άνθισαν τα άνθη του κακού που μας χτυπάει εδώ και δεκαετίες και δεν λέει να μας αφήσει. «Κάθε θαύμα τρεις ημέρες, το μεγάλο τέσσερις» είχε πει ο μακαρίτης βουλευτής υπουργός του ΠΑΣΟΚ Βαγγέλης Γιαννόπουλος θέλοντας να καθησυχάσει τους συντρόφους του για μια από τις πολλές κρίσεις που ταλαιπωρούσαν -πάντα πρόσκαιρα- το κόμμα του. Κάτι τέτοιο θα γίνει και σε αυτή την περίπτωση. Πάντοτε επικρατεί το ένστικτο της αυτοσυντήρησης – και το σύστημα ξέρει και να γλιτώνει από τις κακοτοπιές και να αναπαράγεται. Οι όψιμοι «επαναστάτες» θα συνετιστούν και θ’ αρχίσουν ξανά να ασκούν την τέχνη του… σπατουλαρίσματος των πολιτικών. Ουδέν καλό και ειλικρινές μπορούμε να περιμένουμε από όσες και όσους εργάστηκαν με ζήλο για να καταντήσει έτσι η χώρα.