Η μετάνοια είναι εργόχειρο πού δεν τελειώνει ποτέ (από το Γεροντικό)
Οταν ο αββάς Αντώνιος ασκήτευε στην έρημο, έπεσε κάποτε σε ακηδία και σε μεγάλη σύγχυση των λογισμών του και έλεγε στον Θεό:
“Κύριε, θέλω να σωθώ αλλά δεν μ΄ αφήνουν οι λογισμοί μου. Τι να κάνω με τη θλίψη μου αυτή; Πώς να σωθώ;”
Κάποια φορά λοιπόν βγήκε λίγο προς τα έξω και βλέπει κάποιον σαν τον εαυτό του να κάθεται και να κάνει εργόχειρο. Μετά από λίγο άφηνε το εργόχειρο, σηκωνόταν και προσευχόταν, και ξανά καθόταν και συνέχιζε να πλέκει το σχοινί του. Ύστερα πάλι σηκωνόταν για προσευχή.
Ήταν άγγελος Κυρίου που είχε σταλεί για να διορθώσει τον Αντώνιο και να του δώσει σιγουριά και άκουσε τον άγγελο να του λέει:
“Κάνε κι εσύ το ίδιο και θα σωθείς”.
Και ο Αντώνιος όταν τ” άκουσε, πήρε μεγάλη χαρά και κουράγιο. Και έτσι κάνοντας προχωρούσε στο έργο της σωτηρίας του.
*****
Ζούσε κάποτε στην Αλεξάνδρεια ένας μορφωμένος άνθρωπος που τον έλεγαν Κοσμά. Ήταν αξιοθαύμαστος και πολύ ενάρετος, με ταπεινό φρόνημα, σπλαχνικός, εγκρατής, παρθένος, άνθρωπος της ησυχίας, φιλόξενος, φίλος των φτωχών. Επειδή εγώ του είχα μεγάλη οικειότητα, μια φορά του λέω:
“Κάνε αγάπη, πόσο χρόνο ζεις τη ζωή της ησυχίας; ” Επειδή σώπαινε και δεν μου έδινε κα μια απάντηση, πάλι του λέω: “Για χάρη του Κυρίου πες μου”. Κι εκείνος, αφού για λίγο κρατήθηκε, μου λέει:
“Έχω τριάντα τρία χρόνια”.
Πάλι του λέω: “Κάνε τέλεια την αγάπη, γιατί ξέρεις πολύ καλά ότι για ωφέλεια της ψυχής σε ρωτώ, πες μου: σε τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα της ησυχαστικής σου ζωής, τι κατόρθωσες;”
Εκείνος, αφού αναστέναξε από τα βάθη της καρδιάς, μου λέει: “Ένας άνθρωπος κοσμικός τι μπορεί να κατορθώσει και μάλιστα τη στιγμή που κάθεται στο σπίτι του; ”
Όμως εγώ τον παρακαλούσα: “Για χάρη του Κυρίου πες μου και ωφέλησέ με”. Και επειδή τον πίεσα πολύ, είπε:
“Συγχώρεσέ με, αυτά τα τρία ξέρω ότι κατόρθωσα: να μη γελώ, να μην ορκίζομαι και να μη λέω ψέματα”.
*****
Είπε ο αββάς Λογγίνος:
“Η νηστεία ταπεινώνει το σώμα,
η αγρυπνία καθαρίζει τον νου,
· η ησυχία φέρνει το πένθος,
· το πένθος βαπτίζει τον άνθρωπο και τον απαλλάσσει από την αμαρτία”.
Ο αββάς Λογγίνος είχε μεγάλη κατάνυξη την ώρα της προσευχής και της ψαλμωδίας του, και μια φορά του λέει ένας μαθητής του:
“Αββά, αυτός είναι ο πνευματικός κανόνας, να κλαίει ο μοναχός, όταν κάνει την ακολουθία του; ”
Και ο Γέροντας του απαντά:
“Ναι, παιδί μου, αυτός είναι ο κανόνας, που επιζητεί ο Θεός. Βέβαια ο Θεός δεν έπλασε τον άνθρωπο να κλαίει, αλλά να χαίρεται και να ευφραίνεται και να τον δοξάζει, όπως οι άγγελοι, με την καθαρή και αναμάρτητη ζωή του. Όμως ο άνθρωπος έπεσε στην αμαρτία και γι αυτό είναι ανάγκη να κλαίει, ενώ όπου δεν υπάρχει αμαρτία, εκεί δεν έχει θέση το κλάμα”.
Πως θα ελεηθούμε; Πως θα σωθούμε; Εγώ θα σας το πω˙ ας έχουμε πάντοτε μέσα στην ψυχή μας την προσευχή και τους καρπούς της, εννοώ δηλαδή την ταπεινοφροσύνη και την πραότητα.
Διότι λέγει: «Μάθετε από μένα ότι είμαι πράος και ταπεινός στην καρδιά και θα βρήτε ανάπαυσι στις ψυχές σας» ( Ματθ. 11, 29 )˙
και πάλι ο Δαυίδ λέγει˙ «Θυσία για το Θεό είναι το συντριμμένο πνεύμα˙ καρδιά συντριμμένη και ταπεινωμένη ο Θεός δεν θα την περιφρονήση» ( Ψαλμ. 50, 19 ) .
Διότι ο Θεός τίποτε δεν αποδέχεται και δεν αγαπά τόσο, όσο ψυχή πράη, ταπεινή και ευχάριστη.
Πρόσεχε λοιπόν και συ αδελφέ, και όταν δης κάτι από τα απροσδόκητα να έρχεται και να σε ενοχλή, μην καταφύγης στους ανθρώπους και στηρίξης την ελπίδα σου σε θνητή βοήθεια αλλά αφήνοντας τους όλους κατά μέρος, τρέξε με τη σκέψι σου στο γιατρό των ψυχών.
Διότι μόνον Εκείνος μπορεί να θεραπεύση την καρδιά.
Εκείνος που μόνος έπλασε τις καρδιές και γνωρίζει όλα τα έργα μας (Ψαλμ. 32,15).
Αυτός μπορεί να μπη στη συνείδησί μας, ν’ αγγίξη την διάνοιά μας και να παρηγορήση την ψυχή μας.
Διότι εάν Εκείνος δεν παρηγορήση τις καρδιές μας, περιττά και ανώφελα είναι τα των ανθρώπων˙ όπως πάλι όταν μας παρηγορή και μας ενθαρρύνη ο Θεός, και αν ακόμη μας παρενοχλούν αμέτρητοι άνθρωποι, δεν θα μπορέσουν να μας βλάψουν σε τίποτε˙ διότι όταν Εκείνος στερεώση την καρδιά, κανένας δεν μπορεί να την κλονίση.
Γνωρίζοντας λοιπόν όλα αυτά αγαπητοί, ας καταφεύγουμε πάντοτε στο Θεό, ο Οποίος θέλει και μπορεί να μας απαλλάξη από τις συμφορές .
Διότι, όταν χρειάζεται να παρακαλέσουμε ανθρώπους , πρέπει πρώτα να συναντήσουμε και θυρωρούς και παρασίτους και να παρακαλέσουμε και κόλακες και πολύ δρόμο να βαδίσουμε˙ ενώ στην περίπτωσι του Θεού, δε χρειάζεται τίποτε το παρόμοιο, αλλά μπορεί να Τον παρακαλέση κανείς χωρίς να χρησιμοποιήση μεσίτη, χωρίς χρήματα˙ χωρίς δαπάνη αποδέχεται την παράκλησί μας˙ αρκεί μόνο με την καρδιά του να φωνάξη κανείς και να χύση δάκρυα και αμέσως θα τρέξη και θα τον βοηθήση…
Χρυσοστομικός Άμβων Ε΄ Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ Τα νεύρα της ψυχής»
Έκδοσις Συνοδία Σπυρίδωνος Ιερομονάχου
Νέα Σκήτη Αγ. Όρους
Πηγή: Εις δόξαν Θεού
Γιατί ελιές και όχι λάδι; Γιατί ταραμάς και όχι ψάρι;
«Τώρα πού μπήκαμε στην περίοδο της νηστείας έχω, μαζί με άλλους, δύο απορίες. Η πρώτη έχει σχέση με την εβδομάδα της Τυροφάγου: Γιατί επιτρέπεται το γάλα και τα γαλακτοκομικά προϊόντα και δεν επιτρέπεται το κρέας;
Απαγορεύονται τα κοτόπουλα καί επιτρέπονται τά αυγά. Η δεύτερη. Γιατί στόν καιρό τής Μ. Τεσσαρακοστής δεν τρώμε ψάρια καί τρώμε τα «θαλασσινά» καί τό χαβιάρι ή μερικές φορές τρώμε ελιές καί όχι λάδι;»
Εύστοχη απάντηση καί στά δύο ερωτήματα έχει δώσει ο άγιος Αθανάσιος ο Πάριος, μεγάλος διδάσκαλος της Εκκλησίας. Γράφει σ’ ένα γιατρό:
«Κατηγορείς τόν φίλο σου επειδή τήν εβδομάδα τής Τυρινής τρώγει αυγά δέν τρώγει όμως τήν κότταν πού γεννά τά αυγά…
Αλλά ποία σύγκρισις ημπορεί νά γίνη μεταξύ τού αυγού, πού δέν είναι ζώον καί τής κόττας, πού είναι ζώον;
Τό αυγό είναι πολύ κατώτερον από τήν όρνιθα. Καί ως απόδειξιν επικαλούμαι τήν δικήν σας γνώμην, δηλαδή τήν γνώμη τών ιατρών.
Εις όσους είναι άρρωστοι καί αρχίζουν νά εισέρχωνται εις το στάδιον τής αναρρώσεως ορίζετε ως τροφήν τά μικρά καί τρυφερά κοττόπουλα καί όχι μίαν μεστωμένην όρνιθα. Διά ποίον λόγον τό κάμνετε αυτό;
Διότι, λέγετε, τό παχύ καί λιπαρόν φαγητόν θα βλάψη αυτόν πού τώρα αρχίζει νά συνέρχεται από τήν ασθένειάν του, επειδή ο στόμαχός του δέν έχει ακόμη τήν δύναμιν να δεχθή καί νά χωνεύση βαρείας τροφάς.
Αφού λοιπόν υπάρχει διαφορά μεταξύ μικρού κοττόπουλου καί μεγάλης κόττας καί τό κοττόπουλον είναι ως τροφή πολύ κατώτερον εις δύναμιν από τήν κότταν καί ουδείς ιατρός είπε ποτέ ότι αυγό, κοττόπουλον, κόττα είναι ομοία τροφή καί εξ ίσου κατάλληλος διά τούς ασθενείς, δέν είναι φανερόν ότι ανοήτως μάς κατηγορούν διατί τρώγομεν αυγά καί όχι όρνιθας;…
Μάς κατηγορούν ακόμη διατί τρώγομεν ελαίας, όχι όμως καί έλαιον, ενώ μέσα εις τά ελαίας υπάρχει έλαιον.
Αλλά καί μέσα εις τά σταφύλια υπάρχει οίνος. Όσα όμως σταφύλια άν φάγωμεν δέν πρόκειται νά μεθύσωμεν` τό πολύ πολύ νά βαρυστομαχιάσωμεν…».
Άλλωστε οι ελιές αποτελούν ξηροφαγία. Τρώγονται, δηλαδή ως καρπός με ψωμί καί ξηρούς καρπούς σέ καιρό αυστηρής νηστείας, ενώ τό λάδι αφορά στά φαγητά – πολυάριθμα καί νοστιμώτατα – πού παρασκευάζονται μέ τό λάδι. Γιά τά πανάκριβα θαλασσινά καί τό χαβιάρι δέν θά μπορούσε κανείς νά κάνη λόγο. Αποτελούν παρωδία νηστείας.
Ο θεσμός τής νηστείας έχει μεγάλο πλάτος καί βάθος καί δέν περιορίζεται μονάχα στή χύτρα μας. Έχει βαθύ πνευματικό περιεχόμενο. Γιά τόν πνευματικό σκοπό τής νηστείας γράφει στήν «Επί τού Όρους Ομιλία» ο αείμνηστος π. Σεραφείμ Παπακώστας τα εξής:
«Η νηστεία είναι σπουδαίο μέσο επιβολής επί τού εαυτού μας καί κυριαρχίας επί επιθυμιών τού σώματος, πού δύνανται νά οδηγήσουν εις πάσαν αμαρτίαν…
Η νηστεία είναι επίσης σπουδαία άσκησις καί γυμνασία, διά νά αποκόπτη ο Χριστιανός τό ίδιον θέλημα, να ταπεινώνεται, νά υπακούη, να πειθαρχή εις ανωτέραν αυθεντίαν, καί δή εις τόν Θεόν καί τήν Εκκλησίαν…
Ακόμη βοηθεί τόν Χριστιανόν αφ’ ενός νά επιμένη καί προσκαρτερή εις τήν προσευχήν, διότι κάμνει τόν νούν καθαρώτερον καί προσεκτικώτερον…
Αφ’ ετέρου δέ βοηθεί εις τήν ελεημοσύνην…», όταν φυσικά κάνουμε οικονομία μέ τή νηστεία.
Σχετική είναι καί μιά άλλη επιγραμματική διατύπωση: «Ου τό βραδυφαγήσαι τούτο μόνον νηστεία εστίν, αλλά καί τό βραχυφαγήσαι καί τό μή ποικιλοφαγήσαι». Συμπληρωματική καί η παρακάτω φράση: «Άσκησίς εστι τράπεζα εν μονοειδή τροφή συνισταμένη».
Δέν αρκεί, δηλαδή, μονάχα νά περιμένης τό βράδυ γιά φαγητό. Πρέπει καί η τροφή νά είναι μετρημένη. Καί προπάντων όχι πολυδάπανες νηστίσιμες ποικιλίες, πού είναι παρωδία καί εμπαιγμός τής νηστείας.
Σ’ αυτό τό σημείο ιδιαίτερα επιμένει ο λόγος τού Θεού καί η πατερική σοφία. Η νηστεία δέν είναι ένας ξηρός τύπος. Είναι προπάντων διάθεση ψυχική. Συνδυάζεται πάντα μέ τίς άλλες αρετές, τήν εγκράτεια, τήν προσευχή, τη φιλανθρωπία. «Τιμή νηστείας ου σιτίων αποχή, αλλά αμαρτημάτων αναχώρησις» τονίζει ο ιερός Χρυσόστομος.
Η νηστεία μάλιστα πρέπει νά είναι έκφραση ειλικρινούς μετανοίας, χωρίς τήν οποία τίποτα δέν μάς ωφελεί. Ίσα-ίσα μπορεί νά μάς παραπλανά καί νά μάς δημιουργή τήν ψευδαίσθηση τής πνευματικής αυταρκείας. Μάς τό υπογραμμίζει τόσο καθαρά ο Θεός μέ τό στόμα τού προφήτου Ησαΐα.
Η γλώσσα πού χρησιμοποιεί ο φλογερός προφήτης εξ ονόματος τού Θεού, είναι πολύ σκληρή, αλλά καί αφυπνιστική. Στηλιτεύει τόν ύπουλο πειρασμό τής αποκοιμιστικής τυπολατρίας, στόν οποίο μπορεί νά καταντήση η νηστεία (Ησ. α’ 13, νη’ 3-7).
«Μήν περιορίζης τό καλό τής νηστείας μονάχα στήν αποχή από τά φαγητά. Νηστεία αληθινή είναι η αποξένωση από τίς κακίες», τονίζει ο υμνητής τής νηστείας ο Μ. Βασίλειος.
Πηγή: Ιερός Ναός Αποστόλου Φιλίππου Γραμματικούς