30 Ιουνίου 2023

''Επί τῷ θεμελίῳ τῶν ἀποστόλων...''

Ἡ ἑορτή τῆς Συνάξεως τῶν δώδεκα ἀποστόλων ἀποτελεῖ ἀντανάκλαση τῆς μεγάλης χθεσινῆς ἑορτῆς τῶν πανευφήμων καί πρωτοκορυφαίων ἀποστόλων Πέτρου καί Παύλου, προεκτείνει δηλαδή τήν τιμή πού ἀποδίδει ἡ ᾽Εκκλησία μας στούς μεγάλους αὐτούς ἀποστόλους: κατά τήν ὑμνολογία, στόν μέν Πέτρο τήν τιμή τοῦ προεξάρχοντος τοῦ κύκλου τῶν μαθητῶν τοῦ Χριστοῦ, στόν δέ Παῦλο τήν τιμή τοῦ κοπιάσαντος ὑπέρ πάντας ἄλλους στό κήρυγμα τοῦ εὐαγγελίου σέ ὅλα τά ἔθνη. Συμβαίνει κάτι παρόμοιο μέ ὅ,τι διαπιστώνουμε στίς μεγάλες ἑορτές τῆς ᾽Εκκλησίας: μετά ἀπό ἕνα σπουδαῖο γεγονός, τήν ἑπομένη τιμᾶται τό πρωταγωνιστοῦν πρόσωπο. ᾽Αντιστοίχως λοιπόν σήμερα: μετά τήν ἑορτή τῶν πρωτοθρόνων λεγομένων ἀποστόλων ἑορτάζουμε συνολικά ἐκείνους πού εἶχαν τήν ἴδια ἰδιότητα μέ αὐτούς, τήν ἰδιότητα καί τό χάρισμα τοῦ ἀποστόλου. Ἡ σύναξη τῶν ἀποστόλων, πέραν τοῦ ὅτι δίνει τήν ἀφορμή γιά νά δεῖ κανείς τήν κατά Χριστόν βιοτή καί τό ἔργο καθενός ἀπό αὐτούς, θέτει τόν προβληματισμό τῆς ἀποστολικότητας τῆς ᾽Εκκλησίας, τί σημαίνει δηλαδή ὅτι ἡ ᾽Εκκλησία εἶναι ἀποστολική, ὅπως τό ὁμολογοῦμε διαρκῶς στό σύμβολο τῆς πίστεως: πιστεύουμε ῾εἰς μίαν, ἁγίαν, καθολικήν καί ἀποστολικήν ᾽Εκκλησίαν᾽. Ἡ ᾽Εκκλησία μας λοιπόν εἶναι ἀποστολική, διότι θεμελιώνεται ῾ἐπί τῷ θεμελίῳ τῶν ἀποστόλων᾽. Βασικός θεμέλιος λίθος, βασικό ἀγκωνάρι εἶναι ὁ ᾽Ιησοῦς Χριστός - ὁ Ἱδρυτής καί ἡ Κεφαλή τῆς ᾽Εκκλησίας - ὑπόλοιποι θεμέλιοι λίθοι, κατά τό θέλημα τοῦ Χριστοῦ, εἶναι οἱ ἀπόστολοί Του. ᾽Εκεῖνοι κλήθηκαν ἀπό τόν Χριστό καί ἔλαβαν τήν ἐντολή νά εἶναι οἱ μάρτυρές Του, ἕως ἐσχάτου τῆς γῆς, νά φανερώνουν δηλαδή τή ζωή Του καί νά συνδέουν μέσω αὐτῶν τούς ἀνθρώπους μέ τόν Χριστό καί διά τοῦ Χριστοῦ ἐν Πνεύματι ἁγίῳ μέ τόν Θεόν Πατέρα. ῾Ὅ ἀκηκόαμεν, ὅ ἑωράκαμεν τοῖς ὀφθαλμοῖς ἡμῶν, ὅ ἐθεασάμεθα καί αἱ χεῖρες ἡμῶν ἐψηλάφησαν, περί τοῦ λόγου τῆς ζωῆς,… ἀπαγγέλλομεν ὑμῖν, ἵνα καί ὑμεῖς κοινωνίαν ἔχητε μεθ᾽ ἡμῶν. Καί ἡ κοινωνία δέ ἡ ἡμετέρα μετά τοῦ πατρός καί μετά τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ᾽ (Α´᾽Ιωάν. 1, 1-3). ῎Ετσι κανείς δέν μπορεῖ νά ἔχει σχέση μέ τόν Χριστό ἔξω ἀπό τήν κοινωνία μέ τούς ἀποστόλους, πού σημαίνει δέν μπορεῖ κανείς νά ζεῖ τόν Θεό ἔξω ἀπό τήν ᾽Εκκλησία, ἡ ὁποία εἶναι ἀποστολική. Κάθε διαφορετική ἐκτός ᾽Εκκλησίας σχέση μέ τόν Θεό - διότι ῾τό Πνεῦμα ὅπου θέλει πνεῖ᾽ - συνιστᾶ ἁπλῶς δρόμο, πού ὁδηγεῖ τόν καλοπροαίρετο ἄνθρωπο μέσα στήν ᾽Εκκλησία καί ὄχι κατευθεῖαν στόν Θεό. ῎Ας θυμηθοῦμε ἐν προκειμένω τόν ἅγιο Κορνήλιο: μπορεῖ οἱ προσευχές του νά ἀνέβαιναν ὡς θυμίαμα ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, ὅπως σημειώνουν οἱ Πράξεις τῶν ᾽Αποστόλων, ᾽Εκεῖνος ὅμως ἔστειλε τόν ἀπόστολο Πέτρο, προκειμένου νά τόν κατηχήσει καί νά τόν βαπτίσει, ὥστε ὡς μέλος τῆς ᾽Εκκλησίας νά ἔχει ζωντανή καί ἐνεργή σχέση μαζί Του. Μέ βάση τά παραπάνω: ἡ ἀποκάλυψη τοῦ Χριστοῦ τελειώνει μέ τόν θάνατο καί τοῦ τελευταίου τῶν ἀποστόλων, συνεπῶς ἡ ἀποκάλυψη δέν συνεχίζεται, ἐνῶ κοινωνία μέ τούς ἀποστόλους στό χῶρο τῆς ᾽Εκκλησίας σημαίνει: 1) ὑπακοή σέ ὅ,τι ἐκεῖνοι δίδαξαν γιά τόν Χριστό, ὅτι δηλαδή εἶναι ὁ ἐνανθρωπήσας Θεός πού ἦρθε πρός σωτηρία τοῦ κόσμου, 2) μίμηση, ὅσον τό δυνατόν σέ ἐμᾶς, τῆς θεοφιλοῦς ζωῆς τους: νά ἀκολουθοῦμε δηλαδή τά δικά τους χνάρια ζωῆς, τά ὁποῖα ῾πατᾶνε᾽ πάνω στά χνάρια τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ. π.Γεώργιος Δορμπαράκης

29 Ιουνίου 2023

Ἡ Παναγία Φανερωμένη τῶν Κυδωνιῶν (Αϊβαλί).

28 Ιουνίου Πριν από πολλά χρόνια, στις Κυδωνίες (Αϊβαλί) της Μικράς Ασίας, σ’ αυτή την Ελληνική αλλά σκλαβωμένη στους τούρκους πολιτεία, συνέβη ένα μεγάλο και θαυμαστό γεγονός που απεδείχθη ως πραγματική ευλογία του Θεού για ολόκληρη την Χριστιανοσύνη. «Ημέρα λαμπροφόρος πάσιν εξέλαμψε…» στις 28 Ιουνίου του 1852 στις Κυδωνίες, όταν αποκαλύφθηκε με θαυμαστό τρόπο, η θαυματουργός εικόνα της Παναγίας Φανερωμένης, όπως ονομάστηκε, εξαιτίας του πλήθους των θαυμάτων τα οποία η Θεοτόκος πραγματοποίησε, για να ενδυναμωθεί η πίστη των Χριστιανών και να διαλυθούν οι αμφιβολίες των άθεων και αδιάφορων ανθρώπων στους δύσκολους καιρούς της τουρκοκρατίας… Σαν αστραπή μεταδόθηκε εκείνη την ημέρα το χαρμόσυνο μήνυμα από στόμα σε στόμα σε όλη την πολιτεία. Η εικόνα της Παναγίας είχε βρεθεί. Ευλογία μεγάλη για όλη την πολιτεία είχε φέρει το θεϊκό αυτό σημείο. Ο κόσμος ξεχύθηκε στους δρόμους. Οι καμπάνες στις Εκκλησίες χτυπούσαν γιορτινά. Οι δύσπιστοι απορούσαν και έτρεχαν να ιδούν από κοντά με τα μάτια τους, το αναπάντεχο θαύμα. Παράμερα στα ανασκαμμένα αναχώματα, μια απλοϊκή, φτωχή κοπέλα, η Ευαγγελινή, γονατιστή με σκυμμένο το πρόσωπο, προσπαθούσε να κρύψει τα αναφιλητά και τα δάκρυά της. Συγκινημένη καθώς την παρηγορούσαν οι Αϊβαλιώτισσες γυναίκες, ένιωθε ανακούφιση και δικαίωση, καθώς είδε τους εργάτες να βρίσκουν επιτέλους και να βγάζουν από τη γη, μετά από κουραστική εργασία την Αγία Εικόνα με την πανσεβάσμια μορφή της Παναγίας. Αρκετό καιρό πριν, η Ευαγγελινή, ζούσε με αγωνία την όλη υπόθεση. Από την πρώτη στιγμή που άρχισε να ενυπνιάζεται επανειλημμένα την Παναγία και να της υποδεικνύει κάποιο σημείο στη γη του Αϊβαλιού, όπου υπήρχε κρυμμένη η εικόνα Της, η κοπέλα με δισταγμό είχε εμπιστευθεί τη θεία αυτή αποκάλυψη σε ανθρώπους που πίστευε ότι θα την βοηθούσαν. Όμως οι ειρωνείες, ακόμα και οι απειλές τους, δεν την πτόησαν. Παρακίνησε κάποιους πιο έμπιστους Αϊβαλιώτες να ανασκάψουν στο μέρος εκείνο, σ’ έναν κήπο που καθώς λένε τον ονόμαζαν «περιβόλι του Σαλιόκολα» και ήταν κοντά στη γνωστή ενορία της Κάτω Παναγιάς, της Ζωοδόχου Πηγής, σε απόσταση εκατό περίπου μέτρων από την παραλία, τον «Καντηλί γιαλό». Όσο οι εργάτες έσκαβαν και δεν έβρισκαν τίποτα, η αγωνία κορυφωνόταν καθώς και οι επικρίσεις και οι αντιδράσεις. Ώσπου ήρθε η ευλογημένη στιγμή που με τις προσευχές ενός ευλαβέστατου παπά της Αγίας Τριάδας, του παπα-Χαράλαμπου, βρέθηκε η εικόνα!Ο κασμάς κάποιου εργάτη, ονόματι «Γιουργή», χτύπησε σε σταθερό σημείο. Ήταν μια εικόνα μικρών διαστάσεων. Μάλιστα, το τελευταίο χτύπημα άφησε ένα σημάδι πάνω στο πρόσωπο της Παναγίας. Μαζί βρέθηκε και το αγίασμα που εξέβλυσε στο σημείο αυτό. Οι παρευρισκόμενοι χαιρόντουσαν για την εύρεση της εικόνας. Η χαρά ήταν έκδηλη σε όλους. Το Αϊβαλί είχε την ημέρα εκείνη Ανάσταση. Οι άνθρωποι πανηγύριζαν σα να είχαν απελευθερωθεί. Μετά την ανεύρεση της εικόνας, πλήθος θαυμάτων επακολούθησαν. Για αρκετά χρόνια, άνθρωποι πονεμένοι, άρρωστοι, ακόμα και μουσουλμάνοι, προσερχόντουσαν από κάθε γνωστό μέρος στο αγίασμα της Παναγίας Φανερωμένης. Άνθρωποι δαιμονισμένοι, σεληνιαζόμενοι, πάσχοντες από διάφορες ασθένειες, τυφλοί, κωφοί, παράλυτοι, άλαλοι, αφού προσκυνούσαν, νήστευαν και παρέμεναν για λίγες ημέρες στο αγίασμα, έβρισκαν τη γιατρειά τους με θαυμαστό τρόπο. Πολλές φορές η εικόνα μεταφερόταν στα σπίτια και στα χωράφια, όπου τελούσαν αγιασμούς, παρακλήσεις ή διάβαζαν ασθενείς. Εύνοια μεγάλη για τους Αϊβαλιώτες, που έβλεπαν να γίνονται θαύματα στον τόπο τους και κόσμος πολύς να επισκέπτεται και να προσκυνάει την εικόνα της Παναγίας. Όλοι ήθελαν να αντλήσουν λίγο νερό από το αβαθές πηγάδι του αγιάσματος και να πάρουν λίγο χώμα από το σημείο που είχαν βρει την εικόνα. Η εικόνα φυλασσόταν στον ενοριακό ναό του Ιερού Νοσοκομείου, τον Άγιο Χαράλαμπο. Η Παναγία η Φανερωμένη έγινε από τότε η προστάτιδα και «Η Βασίλισσα» της πόλεως των Κυδωνιών»! Στρατής Ανδριώτης

28 Ιουνίου 2023

Άγιος Παΐσιος: ''Την έλαβες την απάντηση''

Ιούλιος του 1991, μία ομάδα φοιτητών, έχουμε ξεκινήσει από την Σαλαμίνα για το Άγιον Όρος, το θαυμαστό περιβόλι της Παναγίας μας, με κύριο σκοπό να συναντήσουμε μαζί με τον αείμνηστο Γέροντά μας Ιγνάτιο(ο μακαριστός Μητροπολίτης Λαρίσης και Τυρνάβου κυρός Ιγνάτιος (+ 26 Ιουνίου 2018)., τον πατέρα Παΐσιο τον Αγιορείτη, γεγονός το οποίο, όπως είπα, δεν ξεχάσαμε ποτέ και για το οποίο βέβαια θα τον ευγνωμονούμε πάντοτε... Έχουμε προσκυνήσει στην Ιερά Μονή Κουτλουμουσίου έχουμε επισκεφθεί όπως πάντα το φιλόξενο κελλί του λογίου Μοναχού π.Μωϋσέως, του Αγιορείτου, και ανηφορίζουμε για την Παναγούδα, παρακαλώντας τον Θεό να μας ανοίξει ο ήδη καταβεβλημένος με την υγεία του, χαρισματικός Γέροντας Παΐσιος. Στον δρόμο παντού, μας συνόδευαν ψηλά ευσκιόφυλλα δέντρα, που μετρίαζαν την υπερβολική ζέστη της εποχής και πολύχρωμα πουλιά πετούσαν δίπλα μας, τραγουδώντας, κελαηδώντας και υμνώντας με το δικό τους χαρακτηριστικό τρόπο τον Άγιον Θεό. Πλησιάζοντας στο κελλί του πατρός Παϊσίου, είδαμε μία μεγάλη ομάδα ανθρώπων να αποχωρούν και να μας λένε πως είναι κουρασμένος ο Γέροντας και αποσύρθηκε. Μπαίνουμε μέσα στην αυλή , καθόμαστε στα αυτοσχέδια σκαμνάκια που είχε σκαλίσει ο ίδιος ο Γέροντας από κορμούς δέντρων και αναμένουμε. Μετά από λίγη ώρα, ακούγοντας και τις εκκλήσεις μας, ίσως και τις φωνές μας, ξεπρόβαλε ο ασκητικός μοναχός με έναν ξεθωριασμένο μάλλινο σκούφο στην κεφαλή του, από την απλοϊκή πόρτα του κελλιού του. -Καλώς τον π.Ιγνάτιο και την συνοδεία του. Τί θέλετε εδώ; μας είπε. Καλώς ήλθατε! - Την ευχή σας, φωνάξαμε όλοι μαζί . Ήλθαμε να πάρουμε την ευχή σας. -Και ήλθατε ως εδώ γι' αυτό το λόγο; να πάτε να προσκυνήσετε την Παναγία εδώ στο Άγιον Όρος και να κάνετε υπακοή στον πνευματικό σας. Τί άλλο ανώτερο απ' αυτό; ήταν τα πρώτα λόγια που ακούσαμε από τον χαριτωμένο αυτό άνθρωπο, που έμοιαζε με άγγελο. Καλωσόρισες, πάτερ Ιγνάτιε! Χαίρομαι που σε ξαναβλέπω, είπε στον Γέροντά μας. Τί είναι όλοι ετούτοι εδώ; Είναι οι νέοι μας από την Σαλαμίνα, Γέροντα και ήλθαν να ακούσουν τα πατρικά σας λόγια. -Τί να τους πω , να είναι καλά παιδιά, να αγαπούν τον Θεό, να μην κάνουν εκπτώσεις στην ζωή τους, και να προσπαθούν να ζουν πνευματικά. Όταν αγωνιζόμαστε εμείς, διορθώνεται το κακό, όταν αλλάζουμε εμείς , αλλάζει και ο κόσμος. Στη συνέχεια, και είναι αξιοσημείωτο αυτό, μας ρώτησε έναν-έναν , σε τι χώρο είμαστε, τι σπουδάζουμε, τι θέλουμε να γίνουμε και πού να βρεθούμε. Ακούγοντας του καθενός τον χώρο έκανε πάρα πολύ ωραία σχόλια, τα οποία και μας προβλημάτισαν, αν και μερικά από αυτά, ήταν και προφητικά. Σε όσους ανήκαμε στον χώρο της Θεολογίας και βλέπαμε μπροστά μας και την Αγία Ιερωσύνη, μας συμβούλευσε πολύ διαφορετικά και με έντονα σοβαρό ύφος, είπε, εσείς να προσέξετε να βιώσετε πρώτα την Θεολογία και να εργάζεσθε σωστά, χωρίς να θέλετε να αλλάξετε τα πάντα. Σε άλλα παιδιά που ήτανε στο χώρο των θετικών επιστημών, είπε, είναι καλό να ασχοληθείτε με την έρευνα , αφού πρώτα βρείτε τον Θεό στην ζωή σας και με την προσπάθειά σας αυτή , υπολογίζοντας πρώτα τον Θεό, να ωφελήσετε τους ανθρώπους. Ήδη σήμερα, μία ερευνητική ομάδα από αυτά τα παιδιά έχει φτάσει σε πολύ ψηλά σημεία της έρευνας, τέτοια, που σε λίγο καιρό είμαι βέβαιος ότι θα δικαιωθούν οι προσδοκίες του ηγιασμένου πατρός Παϊσίου. Σε ένα παιδί που ήταν στο χώρο του Πολυτεχνείου και σπούδαζε μηχανικός του είπε χαριτολογώντας, τι κάνετε εσείς βρε παιδί μου εκεί.... εσείς θα αντικαταστήσετε τον ίδιο τον Θεό! Και χαμογέλασε και ο ίδιος λέγοντάς το αυτό. Όμως αυτό που αξίζει να τονισθεί περισσότερο από όλα , είναι ένα γεγονός που μπορούμε να το αποκαλέσουμε πραγματικά θαυμαστό. Ο π.Ιγνάτιος είχε φτάσει στην Παναγούδα με ένα επίμονο αίτημα και ίσως μέσα του με ένα μικρό παράπονο. Επειδή γνώριζε τον Άγιο Παΐσιο από πολύ παλιά, τότε που ήταν στο πρώτο του κελλάκι προς την Μονή Σταυρονικήτα, τον είχε αξιώσει ο Θεός να έχουνε μία επικοινωνία και εκ του σύνεγγυς, αλλά και δι' αλληλογραφίας. Συνήθως, ο αγιασμένος Γέροντας απαντούσε στα γράμματα αυτά, που κυρίως ήταν αιτήματα προσευχής. Πέρασε καιρός, που ο π.Ιγνάτιος του είχε γράψει για δυο πνευματικές του θυγατέρες, οι οποίες ιατρικώς και επιστημονικώς είχαν αποκλεισθεί από την δυνατότητα να γίνουν μητέρες και σήκωναν τον σταυρό της ατεκνίας με μεγάλη λύπη, αλλά και δυνατή πίστη συγχρόνως. Ο Μακαριστός Δεσπότης μας Ιγνάτιος, προσηύχετο έντονα καθημερινά και παρακαλούσε και πολλούς μοναχούς και μοναχές να προσεύχονται γι' αυτές τις δύο κοπέλες. Τελευταία του ελπίδα ο π.Παΐσιος. Του έγραψε δύο επιστολές και τον παρακαλούσε θερμά, θερμότατα, πιστεύοντας ότι οι προσευχές του θα νικούσαν τα πάντα και θα ερχόταν το ποθούμενο. Μάλιστα ο μικρός διάλογος που θα σας περιγράψω, έγινε μπροστά στα μάτια μας, όχι σε ένα χώρο ξεχωριστό, δεν αποσύρθηκαν δηλαδή οι δύο πατέρες μαζί. Ρωτάει ο Γέροντας, αφού τελείωσε μαζί μας, τί κάνεις πάτερ Ιγνάτιε; Να Γέροντα, είμαι καλά και σας ευχαριστώ που μας δεχθήκατε. Επιτρέψτε μου, σας είχα γράψει κάτι προ καιρού, σας είχα γράψει να προσευχηθείτε για δύο πολύ αγαπητά μας κορίτσια που είναι πολύ κοντά στον Θεό και προσεύχονται να αποκτήσουν από ένα παιδάκι... Τότε, γυρίζει ο Γέροντας μπροστά σε όλους μας και του λέει: - πάτερ Ιγνάτιε έχεις δίκιο, εγήρασα όμως και τώρα κουράζομαι πολύ και πήρα μία απόφαση ζητώντας το έλεος του Θεού, αντί να κάθομαι να απαντώ στα γράμματα, τον χρόνο αυτό να να τον αφιερώνω σε έντονη προσευχή. Όμως, νομίζω ότι την απάντηση την πήρες! Ενθυμούμαι σαν και τώρα, την έκπληξη στο πρόσωπο του π.Ιγνατίου. -Όχι Γέροντα, δεν έλαβα απάντηση. - Ε' πώς πάτερ μου , την πήρες την απάντηση.... ήταν οι τελευταίοι λόγοι του π.Παϊσίου. Χαιρετηθήκαμε, φιλήσαμε το χέρι του, μας ευλόγησε και φύγαμε. Όταν με το καλό επιστρέψαμε στην Σαλαμίνα, οι δύο κοπέλες ήδη εγκυμονούσαν. Κυοφορούσαν ευρισκόμενες στον τρίτο μήνα, αν και κάτι τέτοιο είχε αποκλεισθεί από την Ιατρική, και έφεραν στον κόσμο δύο υπέροχα παιδιά που σήμερα είναι λαμπροί επιστήμονες. Η χαρά του Γέροντός μας ήταν απερίγραπτη, όπως βέβαια και αυτών των κοριτσιών , αλλά η έκπληξη και η συγκίνηση όλων μας δεν μπορεί να περιγραφεί. Ήταν τόσο σίγουρος ο άγιος Γέροντας Παΐσιος, καθώς είχε λάβει πληροφορία από τον Θεό, ότι τα κορίτσια αυτά θα κυοφορήσουν και θα γεννήσουν δύο υπέροχα παιδιά. Δοξασμένο ας είναι το όνομα του Αγίου Θεού που μας αξίωσε και είχαμε αυτή την μικρή αλλά θαυμαστή εμπειρία κοντά του. Κάτι άλλο που πρέπει να ειπωθεί είναι και το εξής: Το προσκύνημα μας στο Άγιον Όρος ήταν εξαήμερο, υπάρχει μέχρι σήμερα φωτογραφικό άλμπουμ με εκτυπωμένες φωτογραφίες από τις πέντε ημέρες. Η έκτη ημέρα κενή, δεν υπάρχει τίποτε που να μας θυμίζει την επίσκεψη μας στην Παναγούδα, γιατί μας είπε ο Άγιος Παΐσιος, χαριτολογώντας, φωτογραφία μην βγάλετε γιατί θα σας καεί όλο το φιλμ και όντως εκεί δεν βγάλαμε, αλλά από όλη την υπόλοιπη ημέρα βγάλαμε πολλές. Όταν όμως επήγαν τα παιδιά στον φωτογράφο να εκτυπώσουν τις φωτογραφίες, είχε καεί ένα ολόκληρο φιλμ από την τρίτη ημέρα της επισκέψεως μας.. [...] "Ας έχουμε την ευχή τους από την Βασιλεία των Ουρανών, αφού εξάλλου είμαστε βέβαιοι ότι σε 'μας τους χριστιανούς, κατά τον Άγιο Συμεών, τον Νέο Θεολόγο, οι πνευματικοί μας πατέρες δεν πεθαίνουν ποτέ και όταν πηγαίνουν στον Ουρανό ενδιαφέρονται και πρεσβεύουν για 'μας και μας ετοιμάζουν τόπο και για την δική μας ανάπαυση. Αμήν!

27 Ιουνίου 2023

Όσοι άνθρωποι απομακρύνονται από τον Θεό, επόμενο είναι να μη βρίσκουν πουθενά ανάπαυση.

«Όσοι άνθρωποι απομακρύνονται από τον Θεό, επόμενο είναι να μη βρίσκουν πουθενά ανάπαυση. Γι’ αυτό γυρίζουν ανήσυχοι γύρω και από το φεγγάρι ακόμη, γιατί ολόκληρος ο πλανήτης μας δεν χωράει την πολλή τους ανησυχία, και γυρίζουν σαν το λουρί της μηχανής γύρω από την τρελή ρόδα και καταξοδεύουν πολλά (λεφτά στον αέρα)» (Οσίου Παϊσίου Αγιορείτου, Επιστολές, έκδ. Ι. Ησυχ. «Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος, Σουρωτή Θεσσαλονίκης). Ο όσιος Παΐσιος διαπιστώνει αυτό που διαλαλεί η Αγία Γραφή και όλη η Πατερική Παράδοση: ο άνθρωπος μακριά από τον Θεό δεν μπορεί να βρει καθόλου ανάπαυση, να γαληνέψει δηλαδή η ψυχή του, να μπορεί να χαρεί γιατί βρήκε την πνευματική ισορροπία του. Ο εκτός Θεού άνθρωπος, ας είναι και χριστιανός – ο όσιος μιλούσε πάντοτε για τους «χριστιανούς κατ’ όνομα» – πάντοτε πελαγοδρομεί μέσα στη δίνη των παθών του, τα οποία τον κάνουν να λειτουργεί κυριολεκτικά ως «φτερό στον άνεμο». Ο ίδιος δεν ήταν που έλεγε ότι αν δεν τον κρατούσε η χάρη του Θεού θα ζούσε και ο ίδιος, έστω και καλόγερος, ως κοσμικός άνθρωπος, που αναλώνεται μέσα στα καταγώγια και τους τόπους της αμαρτίας; Πόσο άμεσα εκφράζει την αλήθεια αυτή η υμνολογία της Εκκλησίας μας, όπως για παράδειγμα στο γνωστό τροπάριο από την Παρακλητική, που ο πιστός απευθύνεται στην Παναγία να γίνει ο κυβερνήτης της ψυχής του, γιατί κινδυνεύει να χαθεί μέσα στον βυθό της απώλειας λόγω της αμαρτίας; «Κυβέρνησε, Αγνή, την άθλια ψυχή μου και ελέησέ την που γλιστράει στον βυθό της απώλειας από το πλήθος των αμαρτιών της». Αιτία για την τραγική αυτή κατάσταση είναι ότι ο άνθρωπος, και ο χριστιανός, που αμαρτάνει αμετανόητα χάνει το κέντρο της ζωής του, την ίδια τη ρίζα και το σπίτι του, χάνει την ίδια την ταυτότητά του. Ποιο το κέντρο και η αναφορά του ανθρώπου; Ο ίδιος ο Θεός, ο Δημιουργός Χριστός εν Πατρί και Πνεύματι, ο Οποίος έπλασε τον κόσμο με αποκορύφωμα τον άνθρωπο. «Κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν» Εκείνου δημιουργήθηκε, ως σύνοψη όλης της Δημιουργίας, υλικής και πνευματικής, «ένας δεύτερος κόσμος» για να θυμηθούμε τους Καππαδόκες Πατέρες. Ο Χριστός ως «εξ Ου και δι’ Ού και εις Ον τα πάντα έκτισται» είναι η πηγή της Ζωής, χωρίς Αυτόν δεν έχει τίποτε νόημα στη ζωή – πώς να νιώσεις καλά αφού έχει κοπεί η ρίζα που σε κρατάει ζωντανό; Χωρίς Θεό όλα αναπνέουν θάνατο! Γι’ αυτό και προ Χριστού ο άνθρωπος διαρκώς αναζητούσε και νοσταλγούσε Αυτόν που έχασε, χωρίς όμως επιτυχία, με κύριο γνώρισμα της ζωής του ακριβώς την ταραχή. Μια βαθιά μελαγχολία ήταν ό,τι τον χαρακτήριζε, γιατί του έλειπε το Ένα που είχε ανάγκη. Αλλά το ίδιο συμβαίνει και μετά τον ερχομό του ενανθρωπήσαντος Θεού, του Ιησού Χριστού, όταν ο άνθρωπος έστω και βαπτισμένος Τον διαγράφει από τη ζωή του. Δεν υπάρχει απολύτως τίποτε που να γεμίσει την ταραγμένη καρδιά του. Σχέσεις, υλικά αγαθά, ταξίδια, κατανάλωση όλων των «αγαθών» του κόσμου δεν μπορούν να επαρκέσουν στο πλήρωμα της καρδιάς που κατά κυριολεξίαν τα «θέλει» όλα! Και τα θέλει όλα γιατί η καρδιά θέλει τον Θεό της. Φτιαγμένοι όπως είπαμε από τον Θεό για να ζούμε μαζί Του και να καταλήξουμε σ’ Εκείνον μόνον με την απειρία Του μπορούμε να είμαστε ικανοποιημένοι! «Ολόκληρος ο πλανήτης δεν χωράει την πολλή ανησυχία τους», κατά τον λόγο του οσίου. Γι’ αυτό τριγυρνάει ο άνθρωπος «σαν τον λουρί της μηχανής γύρω από την τρελή ρόδα» χωρίς αποτέλεσμα! Και ξοδεύει χρήματα, ξοδεύει, ξοδεύει, χωρίς να καταλαβαίνει ότι τα ρίχνει σ’ ένα βαρέλι που δεν έχει πάτο. Ο Κύριος το είπε με απόλυτα σαφή τρόπο: «Μάθετε από Εμένα ότι είμαι πράος και ταπεινός στην καρδιά. Και θα βρείτε έτσι την ανάπαυση στις ψυχές σας». Η ανάπαυση και η γαλήνη της ψυχής υπάρχει μόνο στον Κύριο. Όταν όμως ο άνθρωπος δημιουργήσει προσωπική και άμεση σχέση μαζί Του, γνώρισμα της οποίας είναι η πραότητα και η ταπείνωση. Όπου ο πιστός έχει τους οφθαλμούς του σ’ Εκείνον και αγωνίζεται να ζει με την ταπείνωση και την αγάπη Του, που θα πει να ζει ορθά μέσα στην εκκλησιαστική κοινότητα, τόσο η εμπειρία του θα αποτελεί εξαγγελία της «πάντα νουν υπερεχούσης ειρήνης του Χριστού». Κι η ειρήνη αυτή που θα έχει βρει και θα ζει θα τον κάνει και τον μεγαλύτερο ιεραπόστολο για τους άλλους συνανθρώπους του. «Απόκτησε την ειρήνη του Χριστού μέσα σου και χιλιάδες άνθρωποι θα την αποκτήσουν μαζί σου» (άγιος Σεραφείμ του Σάρωφ).

26 Ιουνίου 2023

Ένα έθνος δεν εξαφανίζεται μονάχα με το χάσιμο της ζωής του,αλλά με το χάσιμο της ψυχής του...

"Δεν υπάρχει αμφιβολία, πως ο αιώνας που περνάμε είναι ένας αιώνας ακατανοησίας. Αν ήμουνα ιστορικός, θα τον ονόμαζα «Αιώνα του Βαβέλ». Oι άνθρωποι έχουν μπερδέψει το νόημα των λέξεων, που επί πολλούς αιώνες εξέφραζαν μιαν ορισμένη έννοια και δεν γίνεται πια να συνεννοηθούν. Όλοι κουβαλάμε πέτρες για τον νέο πύργο της Βαβέλ, που είναι ο μηχανικός πολιτισμός μας. Μεγαλοφυής και θρασύς πολιτισμός, που χτίζει τον πύργο του ενάντια στο Θεό. Τον πύργο τον πελώριο και τρομερό, που είναι έτοιμος να σωριαστεί πάνω στα υπεροπτικά κεφάλια των κτητόρων του, και όλοι ακούμε από τώρα να τρίζουν τα ατσαλένια θεμέλια του. Ζούμε σε μιαν εποχή φουρτουνιασμένη από γεγονότα, ιδέες και πράξεις αντιφατικές, που συνταράζουν την ανθρώπινη ψυχή και την γιομίζουν πότε με φρίκη και πότε με αυτοθαυμασμό. Η ζωή και η ευτυχία των ανθρώπων είναι πια έρμαιο και παιχνίδι στα χέρια των φοβερών δυνάμεων, που ο ανθρώπινος νους αποσπά μια προς μια από το απέραντο μυστήριο της Δημιουργίας του Θεού, και στο τέλος τις εξαπολύει ενάντια στην ίδια του την ύπαρξη. Μέσα σ' αυτή τη θύελλα του πνεύματος, του ατσαλιού και του αίματος, κάθε άτομο, όπως και κάθε έθνος, αγωνίζεται με όλα τα μέσα που διαθέτει να κρατηθεί όρθιο, να μην σαρωθεί από τον ανεμοστρόβιλο, να μην πέσει. Γιατί αλίμονο αν πέσει. Ξέρει τώρα πως από πάνω του θα περάσει ολόκληρη η αγέλη των έξαλλων ανθρώπων και των απάνθρωπων μηχανών, και θα τον λιώσει. Θα τον εξευτελίσει πρώτα ως το τελευταίο όριο της αντοχής του, και στο τέλος θα τον εξαφανίσει. Όμως ένας άνθρωπος, ένας λαός, ένα έθνος, δεν εξαφανίζεται μονάχα με τη φωτιά και με το σίδερο. Δεν εξαφανίζεται μονάχα με το χάσιμο της ζωής του. Εξαφανίζεται πιο σίγουρα, πιο τελειωτικά, με το χάσιμο της ψυχής του, της ψυχής του της ατομικής, της ψυχής του της ομαδικής. Χάνω την ψυχή μου θα πει: χάνω την ουσιαστική μου ύπαρξη. Χάνω την αίσθηση της ατομικής μου τέλειας ψυχοπνευματικής σύνθεσης, που αποτελεί ένα μόριο από την μεγάλη, την πλατειά κοινωνική και εθνική σύνθεση, από την οποία αντλώ και ανανεώνω αδιάκοπα τα φυσιογνωμικά στοιχεία του πνεύματος μου και της ψυχής μου. Kαι αυτή η εθνική φυλετική ιδιομορφία της ψυχής μου είναι ακριβώς εκείνη που με εντάσσει φυσιολογικά μέσα στην πανανθρώπινη κοινωνική σύνθεση. Αλλά για να μη χάσω τον εαυτό μου, πρέπει να γνωρίσω τον εαυτό μου. Το «γνώθι σαυτόν» είναι η πλουταρχική πηγή της γνώσεως. Αυτό λοιπόν πρέπει να είναι η βάση της γενικής παιδαγωγικής προσπάθειας Έθνους, του οποίου εντολοδόχος είναι το Kράτος και η Εκκλησία. Όργανα γι' αυτή την συνειδητοποίηση είvαι το Υπουργείο Παιδείας, ο Κλήρος, ο Τύπος, ο καλλιτέχνης που εκφράζει την εθνική ψυχή και ολόκληρη η τάξη των διανοουμένων, που είναι υπεύθυνη για την πνευματική συγκρότηση του λαού. Για να γνωρίσουμε τον Ελληνικόν εαυτό μας, πρέπει να συνειδητοποιήσουμε τα στοιχεία από τα οποία αποτελείται η ψυχοπνευματική μας προσωπικότητα. Από πού ερχόμαστε. Πώς φτάσαμε να είμαστε εδώ που είμαστε. Ποιες είvαι oι δυνάμεις και οι αδυναμίες μας. Kαι πού πηγαίνουμε. Κατά πού μας οδηγεί η πολιτιστική ροπή, που κυβερνά τούτο το έθνος, αμετάκλητα, δίχως παρέκκλιση, επί τρεις χιλιάδες χρόνια. "

25 Ιουνίου 2023

Άνθρωπος στην φύση, Άγγελος στον βίο

Κασσίας Μοναχῆς Ἡσαΐου νῦν τοῦ Προφήτου ἡ φωνή, σήμερον ἐν τῇ τοῦ μείζονος Προφητῶν κυήσει Ἰωάννου πεπλήρωται. Ἰδοὺ γὰρ φησιν ἀποστελῶ τὸν Ἄγγελόν μου πρὸ προσώπου σου, ὃς κατασκευάσει τὴν ὁδόν σου. Οὗτος οὖν ὁ τοῦ ἐπουρανίου Βασιλέως στρατιώτης προδραμών, ὡς ἀληθῶς εὐθείας ἐποίει, τὰς τρίβους τοῦ Θεοῦ ἡμῶν, ἄνθρωπος μέν τῇ φύσει, Ἄγγελος δὲ τὸν βίον ὑπάρχων· ἁγνείαν γὰρ παντελῆ, καὶ σωφροσύνην ἀσπασάμενος, εἶχε μὲν τὸ κατὰ φύσιν, ἔφυγε δὲ τὸ παρὰ φύσιν, ὑπὲρ φύσιν ἀγωνισάμενος· Αὐτὸν ἅπαντες πιστοί, ἐν ἀρεταῖς μιμούμενοι, πρεσβεύειν ὑπὲρ ἡμῶν δυσωπήσωμεν, εἰς τὸ σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν. Το παραπάνω κείμενο της Κασσίας μοναχής από την ακολουθία των γενεθλίων του τιμίου Προδρόμου στο δοξαστικό των αποστίχων. Μα τι εκπληκτικό κείμενο. Μας μιλάει για την εκπλήρωση των λόγων του προφήτου Ησαΐα στην γέννηση, στο πρόσωπο του Αγίου Ιωάννου. Πόσο σπουδαία προσωπικότητα ώστε Ο Θεός να μιλήσει, δια στόματος των προφητών, για την ζωή και την δράση του. Οι προφήτες μιλούσαν πάντοτε για πρόσωπα και γεγονότα που θα οδηγήσουν στην Σωτηρία του ανθρώπου. Ναι αυτό ήταν ο Τίμιος Πρόδρομος, μια αιτία Σωτηρίας όλων μας. Τα λόγια του κεραυνός κατά της αμαρτίας. Η ζωή του κατατρόπωση και συντριβή της ψεύτικης και υλικής ζωής που ζούμε. Είναι απεσταλμένος Άγγελος, πριν την έλευση Του Μεσσία Χριστού. Ήρθε να κατασκευάσει τον δρόμο Του. Πώς είναι να κατασκευάζεις τον δρόμο του Θεού; αλήθεια πώς είναι η ζωή του ανθρώπου, η ζωή μας, σαν ευαρέστηση του Θεού; η ζωή μας να ευχαριστεί τον Θεό! Αυτό είναι μεγαλείο. Να αναπαύετε ο Θεός στη ζωή μας. Η ζωή μας να προσφέρει χαρά στην Αγία Τριάδα. Να πραγματώνεται το θέλημα Του Θεού στην ζωή μας. Παρ' ότι είναι άνθρωπος, ανατρέπει τα πάντα και λειτουργεί ως καλός στρατιώτης. Ως στρατιώτης που βρίσκεται μπροστά από τον Βασιλέα και αποκρούει το κακό, την αμαρτία και ζει. Άνθρωπος στην φύση, Άγγελος στον βίο. Παρόλο που είναι άνθρωπος, σαν εμάς, ζει σαν Άγγελος. Νίκησε κάθε τι φθαρτό και ανθρώπινο. Παντελή αγνεία, τέλεια καθαρότητα. Πώς το πέτυχε; με ολοκληρωτικό δόσιμο Στον Δημιουργό Του. Εμείς...φοβόμαστε να το κάνουμε. Είμαστε λίγο με Τον Θεό, λίγο με τον κόσμο Από λίγο. Ας είμαστε από πολύ και στον Θεό και στον κόσμο. Το πολύ στον Θεό θα μας γέμιζε αγάπη και θα γινόταν πολύ και για τον κόσμο, τους αδελφούς. Μακαρία κατάσταση. Δύσκολα αυτά τα επιτεύγματα. Αλλά μας το μαρτυρεί το τροπάριο, ''σωφροσύνην ασπασάμενος''. Ασπάστηκε την σωφροσύνην. Εμείς την αποφεύγουμε, γιατί λέει είναι αιτία για να δεχθούμε εκφοβισμό, είναι πεσιμισμός. Ωχ αδελφέ, μια ζωή την έχουμε. Ποιός ασχολείται με κουλτούρα τώρα. Πολλά τέτοια κυριαρχούν στα μυαλά των ανθρώπων. Δυστυχώς. Ήταν στην φύση του άνθρωπος σαν εμάς, αλλά οι υπερφυσικοί αγώνες που έκανε, είχαν σαν αποτέλεσμα να ανατρέψει την αμαρτία, η οποία μεταμορφώνει και διαστρέφει την ζωή του ανθρώπου, την κάνει παραφύσει. Τουτέστιν, διαφορετικό από αυτό που έφτιαξε Ο Θεός. Όχι την φύση που έφτιαξε η Αγία Τριάδα. Αυτόν, τον Τίμιο Πρόδρομο, με αρετές να τον μιμηθούμε. Όχι με γιορτές και πανηγύρια. Με αρετές, με μετάνοια, με καλές πράξεις, με ταπείνωση, με πραότητα, με νηστεία, με εγκράτεια, με αγάπη προς Τον Θεό και τον πλησίον, να τον μιμηθούμε. Τέλος να του ζητήσουμε, με όλη την δύναμη των πνευμόνων μας, να δεηθούμε να μεσολαβήσει Προς Τον Ελεήμων και Φιλάνθρωπο, για την σωτηρία της ψυχής μας. Πράγματι πόσο μεγάλος Άγιος, πόσο μεγάλο μεσίτη προς Τον Θεό, έχουμε!!! Τις πρεσβείες του και τις μεσιτείες του να έχουμε. Η ζωή μας να ακολουθήσει τα βήματά του. π. Νικόλαος Παππάς

24 Ιουνίου 2023

ΚΥΡΙΑΚΗ Γ'ΜΑΤΘΑΙΟΥ-Τα δύο αφεντικά

«Οὐδεὶς δύναται δυσὶ κυρίοις δουλεύειν», λέει ὁ Χριστός. Κανένας δὲν μπορεῖ νὰ δουλεύει σὲ δυὸ ἀφέντες. Ἀναπόφευκτα, θὰ μισήσει τὸν ἕνα καὶ θὰ ἀγαπήσει τὸν ἄλλο, ἢ θὰ προσκολληθεῖ πίσω ἀπὸ τὸν ἕνα καὶ θὰ καταφρονήσει τὸν ἄλλο. Συγκεκριμένα ὁ Χριστὸς ἀναφέρεται στὸν Θεὸ καὶ στὸν μαμωνᾶ, δηλαδὴ τὰ φθαρτὰ ἀγαθά, τὸν πλοῦτο, ἰδιαίτερα σὲ αὐτὸν ποὺ προέρχεται ἀπὸ ἀδικία καὶ ἁρπαγή. Ἀργὰ ἢ γρήγορα θὰ καταλάβει ὁ ἄνθρωπος, ὅτι δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ὑπηρετεῖ σωστὰ καὶ μὲ συνέπεια καὶ τὰ δυὸ αὐτὰ ἀφεντικά (Κυριακὴ Γ΄ Ματθαίου). Ὁ μαμωνᾶς καὶ δὴ τῆς ἀδικίας (Λουκ. 16, 9-11) ὑποκρύπτει πίσω του τὴν παρουσία τοῦ σατανᾶ. Αὐτὸς εἶναι τὸ δεύτερο ἀφεντικὸ ποὺ καταδυναστεύει τυραννικά, ὄχι μόνο μὲ τὸ χρῆμα καὶ τὴ φιλαργυρία, ἀλλὰ καὶ μὲ πολλοὺς ἄλλους τρόπους τὸν ἄνθρωπο. Ἀκόμα καὶ ὁ ἄνθρωπος ποὺ θέλει νὰ ἔχει Κύριό του τὸν Θεό, μπαίνει πολὺ εὔκολα καὶ στὴν ὑπηρεσία τοῦ δεύτερου αὐτοῦ ἀφεντικοῦ, τοῦ διαβόλου! Καὶ προσπαθεῖ νὰ ἰσορροπήσει πλέοντας μὲ τὰ δυὸ πόδια σὲ δυὸ βάρκες. Ξεγελάει ἔτσι τὸν ἑαυτό του, πιστεύοντας ὅτι εἶναι ἀρκετὰ ἔξυπνος γιὰ νὰ πετύχει μὲ ἕνα σμπάρο δυὸ τρυγόνια. Συμβαίνει ὅμως αὐτό; Ἀσφαλῶς ὄχι! Φαινόμενο τέτοιας διπλο-υπηρεσίας, πολὺ τῆς μόδας στὴν ἐποχή μας, εἶναι ἡ ταυτόχρονη χρήση τοῦ σταυροῦ καὶ τῆς μπλὲ μαγικῆς χάντρας (ματάκι). Κυκλοφοροῦν κατὰ κόρον κοσμήματα (βραχιόλια, μενταγιόν, δαχτυλίδια), ποὺ συνδυάζουν καὶ τὰ δυό. Ἀφθονοῦν οἱ ἀσημένιες καὶ χρυσὲς παιδικὲς παραμάνες (δῆθεν φυλαχτά), φορτωμένες μὲ Χριστὸ (ἢ Παναγία), σταυρὸ καὶ ματάκι. Δίνουν καὶ παίρνουν τὰ παρόμοια (μὲ σταυρὸ καὶ ματάκι) κρεμαστὰ φυλαχτὰ γιὰ τὸ αὐτοκίνητο, τὸ σπίτι καὶ ὅπου ἀλλοῦ. Οἱ ἄνθρωποι δυστυχῶς δείχνουν νὰ βρίσκονται σὲ δεινὴ σύγχυση. Ἀποζητοῦν τὴν εὐλογία τοῦ Θεοῦ, ἀλλά, γιὰ καλὸ καὶ γιὰ κακό, δὲν ἀρνοῦνται καὶ τὴ «χάρη» τοῦ διαβόλου, μὲ τὴ σκέψη ὅτι κάποιο ἀπὸ τὰ δυὸ θὰ «πιάσει» τελικά. Ἐλπίζουν ὅτι κάποιο θὰ δράσει, «μαγικῷ τῷ τρόπῳ» βέβαια. Χωρὶς νὰ κουνήσουν αὐτοὶ τὸ δαχτυλάκι τους, χωρὶς νὰ ἀλλάξουν σὲ τίποτε τὴ ζωή τους. Αὐτὸ κι ἂν εἶναι δαιμονικὴ τοποθέτηση! Δὲν ἔμεινε ἀλώβητο ἀπὸ τὴ δαιμονικὴ μόδα οὔτε τὸ ἱερώτατο μυστήριο τοῦ Βαπτίσματος Τὰ μαρτυρικά, μὲ τὰ ὁποῖα «παρασημοφοροῦνται» ὅλοι οἱ παριστάμενοι, εἶναι ἀπαραιτήτως πλέον σταυρὸς καὶ ματάκι. Τραγικὴ «μῖξις ἀμίκτων»! Κοντὰ στὸ δαιμονικὸ ματάκι, ἀκμάζει -γιατί ὄχι;- καὶ τὸ ξεμάτιασμα. Μὲ καθόλου εὐκαταφρόνητο ζῆλο πολλοὶ (καὶ κυρίως πολλές) ἐπιδίδονται καὶ σ’ αὐτὸ τὸ σπόρ, μιὰ καὶ κάθε ἀναποδιά, ἀτυχία, ἀδιαθεσία κ. λ. π., ἀποδίδονται ἀμέσως στὸ μάτιασμα (βασκανία). Καὶ ὑπόσχονται μὲ τὸ δραστικό τους ξεμάτιασμα σίγουρη ἀπαλλαγή. Ἂς φωνάζει τὸ Εὐαγγέλιο πὼς δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρξει σχέση ἀνάμεσα στὸν Χριστὸ καὶ τὸν διάβολο. «Τίς συμφώνησις Χριστῷ πρὸς Βελίαλ;» Ποιὰ κοινωνία μπορεῖ νὰ ἔχει τὸ φῶς μὲ τὸ σκοτάδι; Καμία! Δὲν γίνεται νὰ μετέχουμε καὶ στὰ δυό. Καὶ στὸ τραπέζι τοῦ Θεοῦ καὶ στὸ τραπέζι τῶν δαιμονίων (Β΄ Κορ. 6, 14-17. Α΄ Κορ. 10, 21). Τὸ ξεμάτιασμα εἶναι πράξη δαιμονική. Ἂς ἀναφέρονται στὰ ξόρκια καὶ λέξεις ἀπὸ προσευχές. Εἶναι σὰν νὰ βάζουμε σταυρὸ καὶ ματάκι πλάι-πλάι. Χριστὸ καὶ διάβολο, τὰ δυὸ ἀντίθετα, μαζί. Ὅποιος τὸ κάνει αὐτό, δουλεύει στὸν διάβολο. Ἀρνεῖται τὸν Χριστό, γίνεται ἄπιστος. Καταφεύγει στὴ δύναμη τοῦ διαβόλου, ἁμαρτάνει θανάσιμα. Τὰ πράγματα ὅμως δὲν θὰ μείνουν ἐκεῖ. Οἱ δρόμοι θὰ ξεχωρίσουν κάποτε. Καὶ ὁ καθένας θὰ πάει μὲ τὸ ἀφεντικὸ ποὺ διάλεξε. π. Δημητρίου Μπόκου

23 Ιουνίου 2023

Τα πάθη δεν αφήνουν τον εργάτη τους να δεί την αλήθεια.

Μερικοί λένε πως η ζωή μας είναι αρκετά σύντομη. Νομίζουμε, όμως, πως από μόνοι μας συντομεύουμε το χρόνο της ζωής μας από την κατάχρηση, την παράχρηση και την ηθοφθορία. Αν τη ζωή τη χρησιμοποιήσουμε με σεβασμό, περίσκεψη και φειδώ, είναι σίγουρα αρκετά μεγάλη. Ο άνθρωπος, γενικά, δεν εκτιμά τον χρόνο, τον αφήνει να κυλά ανεκμετάλλευτα, τον σπαταλά εύκολα, δεν τον αξιοποιεί, δεν τον χρησιμοποιεί χρήσιμα. Οι άνθρωποι ζούν συχνά ως επιγείως αθάνατοι. Δεν εξαγοράζουν τον καιρό, παρά το ότι οι ημέρες είναι αρκετά πονηρές. Ο χρόνος μακραίνει, όσο ο άνθρωπος αυξάνεται πνευματικά, όσο πλησιάζει το βάθος και την ιερότητα του νοήματος της ζωής. Μερικοί γέρασαν χωρίς να ζήσουν όντας γέροι και νέοι γέρασαν προτού να μεγαλώσουν.Φοβούνται τον θάνατο, παρότι δε γνωρίζουν να ζήσουν. Χάνουν τη ζωή μέσα από τα χέρια τους, δίχως να τη ζήσουν. Δεν ξέρουν, ούτε τι είναι ζωή ούτε τι είναι θάνατος ούτε ποιο είναι το ουσιαστικό νόημα της ζωής του ανθρώπου. Τον θάνατο πιο πολύ τον φοβούνται, όσοι ελέγχονται από τη συνείδησή τους, όσοι δεν βελτίωσαν την πνευματική τους ταυτότητα, όσοι παρασύρθηκαν από τις ηδονές του βίου. Η πνευματικότητα του ανθρώπου αντιστέκεται ισχυρά στη φθορά και στη βλαπτικότητα, που μπορεί να προκαλέσει ο χρόνος. Η γαλήνη στην ψυχή του ανθρώπου μπορεί να σκηνώσει μόνιμα, μόνον κατόπιν σκληρού διωγμού της κακίας. Η εμπιστοσύνη στην θεία πρόνοια θα συνδράμει σημαντικά σ’ αυτή την επίτευξη. Ο φιλόσοφος Σενέκας λέγει, πως «το θέμα, όμως, δεν είναι ότι έχουμε λίγο χρόνο ζωής, αλλά ότι σπαταλάμε μεγάλο μέρος του». Αν ο άνθρωπος παρασυρθεί στο κυνηγητό της ηδονής, της πολυτέλειας, της δόξας και της ευδαιμονίας, δεν θα καταλάβει πως πέρασε μία ολόκληρη ζωή. Η ακόρεστη φιλοχρηματία, η μέθη, η οκνηρία, η φιλοδοξία, η απληστία, η ραδιουργία ταλαιπωρούν πολύ τον εραστή τους. Τα πάθη δεν αφήνουν τον εργάτη τους να δεί την αλήθεια. Οι απολαύσεις καθηλώνουν τον άνθρωπο χαμηλά και δεν τον αφήνουν να ανυψωθεί από τα γήινα. Πολλοί θαυμάζουν τους πλούσιους, δεν γνωρίζουν όμως, τι φουρτουνιασμένες θάλασσες κουβαλούν μέσα τους.

22 Ιουνίου 2023

«Γιά νά φύγουν, κ. Κώστα, πρέπει νά ἐξομολογηθεῖς»

Κάποια μέρα ἔρχεται στὸ Νοσοκομεῖο, ποὺ ὑπηρετοῦσα ὡς νοσοκομειακὸς ἱε­ρέ­ας, ἕνας γνωστός μου καὶ μοῦ λέει: «Πάτερ, στὸν τάδε θάλαμο νοσηλεύεται ὁ θεῖος μου ὁ Κώστας. Θὰ ἤθελα νὰ τὸν ἐπισκεφθεῖτε, μὴ τυχὸν καὶ τὸν καταφέρετε νὰ ἐξομολογηθεῖ καί νὰ κοινωνήσει. Θὰ ἤθελα ὅμως νὰ σᾶς πῶ καὶ τοῦτο· Ὁ θεῖος μου εἶ­ναι καλὸς ἄνθρωπος, ἀλλὰ δὲν εἶχε καλὲς σχέσεις μὲ τὴν ἐκκλησία καὶ τοὺς ἱερεῖς, δὲν ἐκκλησιαζότανε, δὲν ἔχει ἐξ­ομολογηθεῖ οὔτε καὶ ἔχει κοινωνήσει ποτέ, ὅμως σᾶς τὸ ξαναλέω ὅτι εἶναι καλὸς ἄν­θρωπος». Πράγματι τὴν ἄλλη μέρα πῆγα στὸν θάλαμο καί, γιὰ νὰ μὴ φανεῖ ὅτι πῆγα εἰδικὰ γι᾽ αὐτόν, ἄρχισα πρῶτα νὰ συνομιλῶ μὲ τοὺς ἄλλους ἀ­σθενεῖς. Ἐν συνεχείᾳ πῆγα καὶ στὸ δικό του τὸ κρεβάτι. Πρὶν καλά – καλά τὸν χαιρετήσω ἀντέδρασε –μὲ ὄχι κα­λὴ συμπεριφορά– καὶ δὲν ἤ­θε­λε ὄχι νὰ τὸν χαιρετήσω ἀλλ᾽ οὔτε κἂν νὰ τὸν πλησιάσω. «Φύγε – φύγε, παπᾶ, δὲν σᾶς ζήτησα καὶ δὲν σᾶς θέλω, δὲν ἔχω σχέσεις μὲ παπᾶ­δες». Ἐγώ, πρὶν φύγω ἀπὸ κοντά του, τοῦ λέω ὅτι εἶμαι ὁ ἱερέας τοῦ νοσοκομείου, βρί­σκομαι ὅλο τὸ εἰκοσιτετράωρο στὸ νοσοκομεῖο κι ἂν θέλει κάποια ἐξυπηρέτηση μπορῶ νὰ τοῦ τὴν προσ­φέρω, καὶ ἔτσι ἔφυγα ἄπρακτος. Με­τὰ ἀπὸ δύο ἡμέρες σκέ­φθη­κα καὶ πάλι νὰ τὸν ἐπισκεφθῶ. Ὅταν μὲ εἶδε νὰ τὸν πλησιάζω, ἤθελε –καί μάλιστα πάλι μὲ ἄσχημο τρόπο– νὰ ἀπομακρυνθῶ. Μὲ τὴν σκέ­ψη ὅτι εἶναι συγγενὴς τοῦ γνωστοῦ μου καὶ καλοῦ ἐκείνου ἀνθρώπου, θέλησα μετὰ ἀπό λίγες ἡμέρες νὰ προσπαθήσω γιὰ μιὰ ἀκόμα φορὰ νὰ τὸν πλησιάσω. Μπαίνοντας μέσα στὸ θάλαμο καὶ βλέποντας τοὺς ἄλλους ἀσθενεῖς τόλ­μησα καὶ πάλι νὰ τὸν πλη­σιάσω. Ἡ συμπεριφορά του ἀ­πέναντί μου δὲν περιγράφεται. Ἐγὼ κάπως, νὰ τὸ πῶ, θυ­­μωμένος ἀπὸ τὴν ἀχαρακτήριστη συμπεριφορά του, ἔ­φυγα καὶ τὸ περίεργο εἶναι ὅτι ἔφυγε καὶ αὐτὸς τελείως ἀπὸ τὸ μυαλό μου. Ἄν τὸν θυ­μόμουνα, ἴσως καὶ πάλι νὰ τὸν ἐπισκεπτόμουνα. Μετὰ ἀπὸ δέκα περίπου ἡ­μέρες, μὲ εἰδοποιοῦν νὰ ἐπισκεφθῶ καὶ νὰ ἐξομολογήσω ἕναν ἀσθενῆ πού νοσηλευόταν σὲ ἕνα ἄλλο κτήριο. Ἐγὼ φεύγοντας ἀπό τὴν ἐκκλησία τοῦ νοσοκομείου γιὰ νὰ ἐπισκεφθῶ τον ἀσθενῆ ποὺ μὲ πε­ρίμενε νὰ ἐξομολογηθεῖ, χω­ρὶς νὰ τὸ καταλάβω –καὶ ποτέ δὲν μπόρεσα νὰ τὸ καταλάβω πῶς– βρέθηκα στὸ θάλαμο ἐκείνου τοῦ ἀρρώστου, τοῦ κ. Κώστα, ποὺ δὲν μὲ ἤθελε. Ἄν τὸν βλέπατε, ἀ­δελφοί μου, σὲ τί κατάσταση βρισκότανε θὰ τὸν λυπόσασταν. Ἐκείνη τὴ στιγμὴ ποὺ μπῆκα στὸ θάλαμο δὲν ὑπῆρχε ἄλλος ἀσθενὴς παρὰ ὁ κύριος Κώστας ὁ ὁποῖος πάλευε μὲ τοὺς δαίμονες ποὺ πῆγαν νὰ πάρουν τὴν ψυχή του. Τὸν εἶδα τρομαγμένο καὶ νὰ σκεπάζεται μὲ τὸ σεν­τόνι του καὶ νὰ φωνάζει καὶ νὰ λέει στὰ πονηρὰ πνεύματα «Ὄχι, ὄχι, φύγετε. Νάτους ἤρθανε, ὄχι, ὄχι, διῶξτε τους» καὶ ἄλλα ποὺ δὲν θυμᾶμαι. Βλέποντας αὐ­τὴ τὴν κατάσταση, δὲν σᾶς κρύβω ὅτι πρὸς στιγμὴ φοβήθηκα μὴ τυχὸν φύγουν οἱ δαίμονες ἀπὸ τὸν κ. Κώστα καὶ ᾽ρθοῦν σὲ μένα. Ἐκείνη λοιπὸν τὴ στιγμὴ βλέπον­τας τὸν κ. Κώστα σ’ αὐτὴ τὴν φοβερὴ κατάσταση, τοῦ λέω: «κύριε Κώστα, τί θέλεις;». «Νάτους, πάτερ, διῶξε τους, διῶξε τους, δὲν τοὺς θέλω» κλπ. Τότε ἐγὼ τοῦ λέω: «Γιὰ νὰ φύγουν, κ. Κώστα, πρέπει νὰ ἐξομολογηθεῖς». «Ναί, πάτερ, νὰ ἐξομολογηθῶ». Καὶ ἄρχισε νὰ ἐξομολογεῖ­ται μὲ εἰλικρίνεια καὶ καθαρότητα. Ἀφοῦ τελείωσε καὶ τοῦ διάβασα τὴν συγχωρητικὴ εὐχή, τοῦ εἶπα: «Τώρα, κ. Κώστα, θὰ κοινωνήσουμε». «Ναί, πάτερ, νὰ κοινωνήσω». Πῆγα στὸ ἐκκλησάκι τοῦ νοσοκομείου πῆρα τὴν Θεία Κοινωνία καὶ τὸν κοινώνησα. Τὸ ἀπόγευμα θέλησα νὰ τὸν ἐπισκεφθῶ νὰ δῶ πῶς εἶναι. Ἡ ἀδελφὴ νοσοκόμα μοῦ εἶπε: «Μία ὥρα περίπου μετά τὴν θεία κοινωνία, πάτερ, κοιμήθηκε».

21 Ιουνίου 2023

Ο επικός «Γράμμος» του Ηλία Μαχαίρα

Ο επικός «Γράμμος» του Ηλία Μαχαίρα Από την άλλη, ο «Γράμμος» (1971) του Ηλία Μαχαίρα, πιο γνωστός ως «Γράμμος-Βίτσι», δείχνει τον αριστερό Κάιν μιας οικογένειας εθνικοφρόνων. Παρόλο όμως τον τίτλο της δείχνει όλη την περίοδο από την Απελευθέρωση μέχρι την τελική φάση του αντισυμμοριακού αγώνα. Κατά την διάρκεια της υποχώρησης των Γερμανών, ο Χρήστος Ρούσσης (Χριστόφορος Ζήκας), αντάρτης του ΕΑΜ, σώζεται από το εκτελεστικό απόσπασμα από τον Σταμάτη, που παριστάνει τον συνεργάτη των Γερμανών για να σώζει πατριώτες. Αυτόν τον άνθρωπο που του έσωσε την ζωή, ο Χρήστος θα τον κατηγορήσει για προδότη, ενώ δεν θα διστάσει να απειλήσει με το όπλο του και την ίδια την μάνα του. Από την αρχή καταλαβαίνουμε την βασανισμένη ψυχή του Χρήστου που με τίποτα δεν είναι ευχαριστημένος. Ενώ, όπως και ο Σπύρος της «Ελένης» είναι ένα κλασσικό παράδειγμα αχαριστίας των κομμουνιστών που για αυτούς το μόνο που μετράει είναι η τυφλή βία εναντίον των αντιπάλων τους. Δεν είναι σύμπτωση που αποκαλεί «μοναρχοφασίστες» τα αδέλφια του, που δεν μπορούν να καταλάβουν «το λαϊκό ποτάμι που κατεβαίνει από τα βουνά». Μια προειδοποίηση για ότι θα ακολουθήσει μετά την Απελευθέρωση. Πράγματι βλέπουμε τους κλασσικούς αριστερούς με τις ντουντούκες στους δρόμους της Αθήνας να καλούν τον κόσμο ενάντια στην «δεύτερη κατοχή» των Εγγλέζων. Αλλά και δολοφονίες πολιτών χωρίς λόγο (Νίκος Πλατής). Η καλύτερη δε, επική σκηνή είναι αυτή της μάχης του Μακρυγιάννη, του ελληνικού Αλκαζάρ. Εντύπωση προκαλεί η σκηνή όπου ο Άρης Βελουχιώτης βγάζει το πιστόλι του και απειλεί: «Ας τολμήσει κανείς να μην ανέβει (στο βουνό) και θα μιλήσει αυτό. Όλοι ξέρουν την γλώσσα του. Θα τους αποδείξουμε ότι είμαστε Λερναία Ύδρα. Θα τους σαρώσουμε όλους, και τους εχθρούς μας και τους φασίστες». Μια σκηνή που δείχνει τον φανατισμό του σφαγέα του Ελληνισμού. Το αποκορύφωμα είναι η σκηνή του στρατοδικείου - «λαϊκού δικαστηρίου», όπου ο Χρήστος ως δικαστής πρέπει να δικάσει τον Μανώλη, τον φίλο του αδελφού του, αλλά και τον ίδιο τον αδελφό του. Ο πρώτος, αρνούμενος να δικαστεί από μια ληστοσυμμορία αρπάζει το πιστόλι ενός συμμορίτη και σκοτώνει τον Ρώσο κομμουνιστή που συμμετέχει στο στρατοδικείο για να πέσει μετά από τα κόκκινα πυρά. Ο δε Γιώργος εμπαίζει την προαποφασισμένη καταδίκη του, ενώ καλεί τον αδελφό του, να μην γίνει Κάιν. Πράγμα που δεν θα αποφευχθεί ακόμα και από την ξαφνική άφιξη της μάνας τους (Ιλύα Λιβύκου) που προσπαθεί μάταια να τους συμφιλιώσει. Όπως λέει και κάποια στιγμή αργότερα ο κλασσικός ινστρούχτορας στον Χρήστο: «Ο πολιτικός αγώνας είναι πάνω από πατέρα, μητέρα και οικογένεια». Άποψη που αποδεικνύει την πώρωση των κομμουνιστών και την διαταραγμένη προσωπικότητα του Χρήστου. Όμως ο «Γράμμος-Βίτσι» δεν είναι αντικομμουνιστική ταινία, αλλά ενωτική. Σε κάποια στιγμή ο αρχηγός μιας ομάδος του Εθνικού Στρατού φωνάζει στον αρχηγό της αντάρτικης ομάδος που είναι απέναντι του: «Είμαστε αδέλφια, δεν κάνει να σκοτωνόμαστε, ας δώσουμε τα χέρια» και βγαίνει πρώτος άοπλος στο ξέφωτο. Και τότε αντίθετα με ότι θα πίστευε κανείς, ο αρχηγός του αντάρτικου μπουλουκιού διατάζει τους άνδρες του να αφήσουν τα όπλα τους και να ακολουθήσουν τον Εθνικό Στρατό. Ενώ προς το τέλος, ο σαλπιστής παίζει για την σωρό και των δύο νεκρών αδελφών που παίρνουν μετά το τέλος του πολέμου. Αυτό το ενωτικό πνεύμα χαρακτηρίζει και τις υπόλοιπες ταινίες του Μαχαίρα που έχουμε δει (π.χ. Ο Γοργοπόταμος), ενώ πιστεύουμε ότι έχει εμπνεύσει και την «Ψυχή Βαθιά» του Βούλγαρη. Η δε σκηνή του λαϊκού δικαστηρίου έχει αντιγραφεί από την άλλη πολιτική πλευρά στην κλασσική σκηνή του στρατοδικείου της ταινίας του Βούλγαρη. Αναζητήστε τον «Γράμμο-Βίτσι» που, παρόλο κάποιες αδύναμες σκηνές ερμηνευτικά ή σεναριακά, είναι μία πατριωτική ταινία που θυμίζει ότι ο ελληνικός κινηματογράφος δεν ήταν πάντα υπό την ιδεολογική κυριαρχία της Αριστεράς. Ενώ θυμίζει ότι και οι Έλληνες σκηνοθέτες είχαν εθνικές απόψεις και όχι εθνομηδενιστικές όπως σήμερα για να πούμε το λιγότερο. Υπ' όψιν ότι όταν την Άνοιξη του 2009 το «Γράμμος-Βίτσι» παίχθηκε από τον Δημοτικό Σταθμό Θεσσαλονίκης, επενέβη το ΚΚΕ και σταμάτησε την προβολή, χωρίς κανείς δεξιός πολίτης να διαμαρτυρηθεί. Πράγμα που σημαίνει ότι 28 χρόνια μετά, η αλήθεια της ενοχλεί τόσο την Αριστερά, όσο και τους αμνήμονες δεξιούς παρατρεχάμενους της.

20 Ιουνίου 2023

Τ’ Αγνάντεμα (Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης)

Ἐπάνω στὸν βράχον τῆς ἐρήμου ἀκτῆς, ἀπὸ παλαιοὺς λησμονημένους χρόνους, εὑρίσκετο κτισμένον τὸ ἐξωκκλήσι τῆς Παναγίας τῆς Κατευοδώτρας. Ὅλον τὸν χειμῶνα παπὰς δὲν ἤρχετο νὰ τὸ λειτουργήσῃ. Ὁ βορρᾶς μαίνεται καὶ βρυχᾶται ἀνὰ τὸ πέλαγος τὸ ἁπλωμένον μαυρογάλανον καὶ βαθύ, τὸ κῦμα λυσσᾷ καὶ ἀφρίζει ἐναντίον τοῦ βράχου. Κι ὁ βράχος ὑψώνει τὴν πλάτην του γίγας ἀκλόνητος, στοιχειὸ ριζωμένο βαθιὰ στὴν γῆν, καὶ τὸ ἐρημοκκλήσι λευκὸν καὶ γλαρόν, ὡς φωλιὰ θαλασσαετοῦ στεφανώνει τὴν κορυφήν του. Ὅλον τὸν χρόνον παπὰς δὲν ἐφαίνετο καὶ καλόγηρος δὲν ἤρχετο νὰ δοξολογήσῃ. Μόνον τὴν ἡμέρα τῶν Φώτων κατέβαινεν ἀπὸ τὸ ὕψος τοῦ βραχώδους βουνοῦ, ἀπὸ τὸ λευκὸν μοναστηράκι τοῦ Ἁγίου Χαραλάμπους, σεβάσμιος, μὲ φτερουγίζοντα κάτασπρα μαλλιὰ καὶ κυματίζοντα βαθιὰ γένεια, ἕνας γέρων ἱερεὺς «ὡς νεοττὸς τῆς ἄνω καλιᾶς τῶν Ἀγγέλων» διὰ νὰ λειτουργήσῃ τὸ παλαιὸν λησμονημένον ἐρημοκκλήσι. Ἐκεῖ ἤρχοντο τρεῖς – τέσσαρες βοσκοί, βουνίσιοι, ἀλειτούργητοι, ἀλιβάνιστοι, ἤρχοντο μὲ τὶς φαμίλιες των, τὶς ἀνέβγαλτες καὶ ἄπραχτες, μὲ τὰ βοσκόπουλά των τ’ ἀχτένιστα καὶ ἄνιφτα, ποὺ δὲν ἤξευραν νὰ κάμουν τὸν σταυρόν τους, διὰ ν’ ἁγιασθοῦν καὶ νὰ λειτουργηθοῦν ἐκεῖ· καὶ εἰς τὴν ἀπόλυσιν τῆς λειτουργίας ὁ γηραιὸς παπὰς μὲ τοὺς πτερυγίζοντας βοστρύχους εἰς τὸ φύσημα τοῦ βορρᾶ, καὶ τὴν βαθεῖαν κυμαινομένην γενειάδα, κατέβαινε κάτω εἰς τὸν μέγαν ἁπλωτὸν αἰγιαλόν, ἀνάμεσα εἰς ἀγρίους θαλασσοπλήκτους βράχους, διὰ νὰ φωτίσῃ κι ἁγιάσῃ τ’ ἀφώτιστα κύματα. Τὸν ἄλλον καιρὸν ἤρχοντο, συνήθως τὴν ἄνοιξιν, γυναῖκες ναυτικῶν καὶ θυγατέρες, κάτω ἀπὸ τὴν χώραν, μὲ σκοπὸν ν’ ἀνάψουν τὰ κανδήλια, καὶ παρακαλέσουν τὴν Παναγίαν τὴν Κατευοδώτραν νὰ ὁδηγήσῃ καὶ κατευοδώσῃ τοὺς θαλασσοδαρμένους συζύγους καὶ τοὺς πατέρας των. Ὡραῖες κοπέλες μὲ ὑποκάμισα κόκκινα μεταξωτά, μὲ τραχηλιὲς ψιλοκεντημένες, μὲ τοὺς χυτοὺς βραχίονας καὶ τὰ στήθη τὰ γλαφυρά, ἤρχοντο νὰ ἱκετεύσουν διὰ τ’ ἀδελφάκια των ποὺ ἐθαλασσοπνίγοντο δι’ αὐτάς, διὰ νὰ τὶς φέρουν προικιὰ ἀπὸ τὴν Πόλιν, στολίδια ἀπὸ τὴν Βενετιᾶν, κειμήλια ἀπὸ τὴν Ἀλεξάνδρειαν. «Πάντα νἄ ’ρχωνται, πάντα νὰ φέρνουν». Βοϊδάκια λογικά, ποὺ ὤργωναν ἀντὶ τῆς ξηρᾶς τὴν θάλασσαν· φρόνιμα ὅπως τὰ δυὸ ἐκεῖνα τέκνα τῆς ἱερείας τῆς Δήμητρος, τὰ μακαρισθέντα. Νεαραὶ γυναῖκες ρεμβάζουσαι καὶ μητέρες συλλογισμέναι ἤρχοντο διὰ νὰ καθίσουν καὶ ἀγναντέψουν. Ἅμα εἶχαν φωτισθῆ τὰ νερά, ἢ ὀψιμώτερα, ἀφοῦ εἶχαν περάσει κ’ αἱ Ἀπόκρεω, συνήθως περὶ τὴν β’ ἑβδομάδα τῶν Νηστειῶν, ἀφοῦ εἶχαν γευθῆ πλέον ἀχινοὺς καὶ στρείδια ἀρκετά, οἱ ναυτικοί μας ἐπέβαιναν εἰς τὰ βρίκια, εἰς τὶς σκοῦνες των, κ’ ἐμίσευαν· ἐπήγαιναν νὰ ταξιδέψουν. Τὸν καιρὸν ἐκεῖνον, καράβια καὶ γολέτες «ἔδεναν» μεσοῦντος τοῦ φθινοπώρου. Οἱ θαλασσινοί μας ἀγαποῦσαν πολὺ τῆς ἑστίας τὴν θαλπωρήν, τὸν καπνὸν τοῦ μελάθρου, καὶ τὸ θάλπος τῆς ἀγκάλης. Καὶ ὅταν ἐπανήρχετο ἡ ἄνοιξις εἰς τὴν γῆν, τότε αὐτοὶ ἐπέστρεφαν εἰς τὴν θάλασσαν. Ἐσηκώνοντο στὰ πανιὰ τὰ αἰμωδιασμένα καὶ ναρκωμένα ἀπὸ τὴν μακρὰν ρᾳστώνην σκάφη ἀνὰ δυὸ ἢ τρία τὴν αὐτὴν ἡμέραν· καὶ ἡ σκοῦνα ἔφερνε βόλτες εἰς τὸν λιμένα, ἂν ἦτο ἐναντίος, ἢ καὶ οὔριος ἂν ἦτο, ὁ ἄνεμος. Ἡ βάρκα ἐπερίμενε διπλαρωμένη ἔξω εἰς τὴν προκυμαίαν. Ὁ καπετάνιος δὲν ἐτελείωνε τοὺς ἀποχαιρετισμοὺς εἰς τὴν οἰκίαν· καὶ ὁ λοστρόμος ἐμάκρυνε τὶς παινετάδες εἰς τὰ καπηλειά. Κ’ ἡ βάρκα ἐπερίμενε. Καὶ ὁ μοῦτσος ἔχασκε καθήμενος ἔξω, ἐπάνω στὸ κεφαλόσκαλον. Καὶ ὁ νεαρὸς ναύτης, ὅστις εἶχεν ἔλθει μὲ τὸν μοῦτσον τώρα ἀπὸ τὴν σκοῦνα, ποὺ ἦτον στὰ πανιά, ἐγίνετο ἄφαντος. Δυὸ ἄλλοι σύντροφοι, περασμένοι στὰ χαρτιά, ναυτολογημένοι, ἔλειπαν. Κανεὶς δὲν ἤξευρε ποὺ ἦσαν. Καὶ μέσα εἰς τὸ πλοῖον, ὁποὺ ἔφερνε βόλτες – βόλτες, κ’ ἐστρέφετο ὡς δεμένον περὶ κέντρον ἀόρατον -τὸ κέντρον ἦτο μέσα εἰς τὰς καρδίας καὶ εἰς τὰς ἑστίας τῶν ναυτικῶν- ἄλλος δὲν ἦτο εἰμὴ ὁ πηδαλιοῦχος, ὁ μάγειρος, κ’ ἕνας ἐπιβάτης, ξένος κ’ ἔρημος, εἰς τὸν ὁποῖον εἶχαν εἰπεῖ, «τώρα, στὴ στιγμή, νά, τώρα – τώρα θὰ φύγουμε» κ’ εἶχε μπαρκάρει, ὁ ἄνθρωπος, ἀπὸ δώδεκα ὥρας πρίν. Ὁ πλοίαρχος ἔπρεπε νὰ βάλῃ ἐμπρὸς τὴν καπετάνισσαν· αὐτὴ ὤφειλε νὰ προπορευθῇ, ἐπειδὴ ἦτον τυχερή, βέβαια· κ’ ἔτσι ἀπεφάσιζε νὰ μπαρκάρῃ. Τέλος ἐσυμμαζεύετο ὁ λοστρόμος, ἀνεκαλύπτοντο οἱ δυὸ ἀπόντες σύντροφοι, ἐξεκολλοῦσε ὁ πλοίαρχος, ἔπεφταν τρομπόνια ἀρκετά, τρομπόνια ἀπὸ τὸ πλοῖον, τρομπόνια ἔξω ἀπὸ τὴν πόλιν· ἔκοφταν, ἐψαλίδιζαν τὶς βόλτες ταχύτερα, συντομώτερα, ὡς νὰ ἐσφίγγοντο διὰ νὰ κόψουν τὴν ἀόρατον ἐκείνην κλωστήν, τὸ λεπτὸν ἰσχυρὸν νῆμα, ὡς μίαν τρίχα ξανθὴν μακρᾶς κυματιζούσης κόμης· καὶ τὸ σκάφος ἔβαλλε πλώρην πρὸς βορρᾶν. Τὴν ἡμέραν ἐκείνην, καὶ τὰς ἄλλας ἡμέρας τῆς ἀρχῆς τοῦ ἔαρος, καραβάνια γυναικῶν, ἀσκέρια, φουσάτα γυναικῶν, ἀνεῖρπον, ἀνέβαινον, ἀνήρχοντο ἐπάνω στὴν ρεματιάν, τὸ ρέμα – ρέμα, τὸν ἑλικοειδῆ δρομίσκον, ὅστις διαχαράσσεται ἀνὰ τοὺς λόφους τοὺς τερπνούς με τὰς χιλιάδας τῶν ἐλαιοδένδρων, τὸν ἀειθαλῆ πρασινόφαιον στολισμὸν τῆς μεγάλης κοιλάδος μὲ τὰς ράχεις, μὲ τὰς κορυφὰς, μὲ τὰς ἐσοχὰς καὶ ἐξοχάς, ἀνετώτερον ἀπὸ τὴν κυματίζουσαν ποδιὰν τῆς βοσκοπούλας τοῦ βουνοῦ, πολυπτυχώτερον ἀπὸ τὴν χρυσοκέντητον ἐσθῆτα τῆς νύμφης. Ἐπάνω εἰς τὸν βράχον τῆς ἐρήμου βορεινῆς ἀκτῆς, πλησίον εἰς τὸ λησμονημένον παρεκκλῆσι τῆς Παναγίας τῆς Κατευοδώτρας, ἐκεῖ ἐγίνετο τὸ μάζεμα τῶν γυναικῶν, ἡ σύναξις ἡ μεγάλη. Τότε ἔλαμπον μὲ μεγάλες φωτιὲς τὰ κανδήλια τῆς Παναγίας τῆς Κατευοδώτρας. Ἡ γραῖα Μαλαμίτσα, ἡ κλησάρισσα τοῦ Ἁγίου Νικολάου, ἔβαλλε τὶς φωνές· ἔκανε τὸ κακό… ἐμάλωνε μὲ ὅλες τὶς γυναῖκες. Αὐτὴ ἐπῆρε τὸ καλαθάκι της, τὴν ρόκα της, τ’ ἀδράχτι της, καὶ ἦλθεν ἀπὸ τὸν Ἅγιον Νικόλαον ἐπίτηδες, κατὰ παραγγελίαν τοῦ κὺρ Ἀγγελῆ, τοῦ ἐπιτρόπου… διὰ νὰ μαλώσῃ τὶς γυναῖκες, τὶς εὐλαβητικὲς (ἀλλοίμονον! ἡ εὐλάβειά μας εἶναι γιὰ τὸ συφέρο! ἔλεγε σείουσα τὴν κεφαλήν), νὰ μὴν τὸ παρακάνουν καὶ χύνουν λάδια πολλὰ καὶ καταλαδώνουν τὸ ἔδαφος τοῦ ναοῦ, καὶ τὰ στασίδια, καὶ τ’ ἀναλόγι, καὶ τὰ δυό – τρία παμπάλαια βιβλία ποὺ ἦσαν ἐκεῖ, καὶ τὰ μανάλια καὶ τὸν τοῖχον, καὶ τὸ τέμπλο, καὶ τὶς ποδιές, καὶ αὐτὰς τὰς ἁγίας εἰκόνας. Ἀλλ’ οἱ γυναῖκες δὲν τὴν ἄκουαν. Τί χρειάζονται τόσες φωτιές, σὰν πυροφάνια, ἐφώναζεν ἡ γριά – Μαλαμίτσα. Αὐτὴ εἶχε μάθει ἀπὸ τὸν γέροντά της τὸν παπα – Γεράσιμον, ὅτι οἱ φωτιὲς τῶν κανδηλιῶν πρέπει νὰ εἶναι μικρές, τόσες δά, σὰν λαμπυρίδες. Τοῦ κάκου. Κανεὶς δὲν τὴν ἤκουε. Οἱ ὁρμαθοὶ τῶν γυναικῶν ὁμάδες-ὁμάδες, συγγενολόγια…, διεσπείροντο εἰς μικροὺς ὄχθους, εἰς πτυχὰς τοῦ βράχου, ἀνάμεσα εἰς θάμνους καὶ χαμόκλαδα, εἰς μέρη ὑψηλὰ καὶ εἰς μέρη ὑπήνεμα· ἤρχοντο μὲ τὰ καλαθάκια τους, μὲ τὰ μαχαιρίδιά τους… διότι πολλαὶ ἐξ αὐτῶν ἠσχολοῦντο νὰ βγάλουν ἀγριολάχανα… μὲ τὰ προγεύματά τους τὰ σαρακοστιανά, καὶ ἀφοῦ εἶχαν ἀνάψει τὰ κανδήλια τῆς Παναγιᾶς, ἀφοῦ εἶχαν κάμει μετάνοιες στρωτὲς πολλές, κ’ εἶχαν κολλήσει ἀφιερώματα εἰς τὴν εἰκόνα, κ’ εἶχαν χορτάσει τ’ αὐτιά τους ἀπὸ τὰς νουθεσίας τῆς γριά-Μαλαμίτσας, ἐστρώνοντο ἐκεῖ εἰς τὴν δροσερᾶν χλόην κι ἀγνάντευαν κατὰ τὸ πέλαγος. Τὰ βοσκόπουλα ἐκεῖνα τ’ ἄγρια κι ἀχτένιστα κι ἁπλοϊκά, ποὺ τὶς ἔβλεπαν ἀπὸ μακρὰν σὰν σκιασμένα, ἀποροῦσαν κ’ ἔλεγαν: – Κοίτα τις! στὰ μάτια ἔκαμαν. Ὡς τόσον αἱ γυναῖκες τῶν θαλασσινῶν ἀγνάντευαν. Ἰδοὺ τὸ βρίκι τοῦ καπετὰν Λιμπέριου τοῦ Λιμνιοῦ· εἶχε σηκωθῆ στὰ πανιὰ ἀργὰ τὴν νύκτα· μὲ τὸ ἀπόγειο τῆς νυκτὸς ηὖρε τὸ ρέμα καὶ ἀπεμακρύνθη κ’ ἐχώνεψε. Κατευόδιο καλό. Ἡ προσευχὴ τῶν μικρῶν παιδιῶν του ἂς εἶναι ὡς πνοὴ στὰ πανιά, στὰ ξάρτια τοῦ καραβιοῦ σας… στὸ καλό, στὸ καλό! Ἰδοὺ τὸ καράβι τοῦ καπετὰν Σταμάτη τοῦ Σύρραχου. Ὑπερήφανα, καμαρωμένα, ἀδελφωμένα τὰ δυό, αὐτὸ κι ὁ πλοίαρχός του, πᾶνε νὰ μᾶς φέρουν καλά, νὰ μᾶς φέρουν στολίδια. Στὸ καλό, πουλί μου, στὸ καλό. Ἰδοὺ καὶ ἡ γολέτα τοῦ καπετὰν Μανώλη τοῦ Χατζηχάνου… Ἡ ψυχή μου, ἡ πνοή μου νὰ εἶναι πάντα στὰ πανιά σου, ὡσὰν λαμπάδα τοῦ Ἐπιταφίου, νὰ διώχνῃ τὰ μαῦρα, τὰ κατακόκκινα τελώνια, πρὶν προφτάσουν νὰ κατακαθίσουν στὰ πινά σου. Σύρε, πουλί μου, στὸ καλό, καὶ στὴν καλὴ τὴν ὥρα! Στὸ καλό! Νὰ κ’ ἡ σκοῦνα τοῦ καπετὰν Ἀποστόλη τοῦ Βιδελνῆ, καινούργιο σκαρί, ἡ τετάρτη ἢ πέμπτη, τὴν ὁποία κατορθώνει ἐντὸς δεκαετίας νὰ σκαρώσῃ, μ’ ὅλην τῆς τύχης τὴν καταδρομήν. Ἔπεσε πολὺ γιαλό, δὲν τὴν ηὖρε καλὰ τὸ ἀπόγειο κι ἄργησε. Διακρίνεται τὸ πλήρωμα, οἱ ἄνθρωποι σὰν ψύλλοι, ποὺ πηδοῦν ἐμπρὸς κι ὀπίσω στὴν κουβέρτα. Δούλευέ τα, καπετάνιο μου! (Ἡ) Παναγιὰ μπροστά σας! Στὸ καλό, στὸ καλό! – Παιδιά μου, κορίτσια μου, ἀρχίζει νὰ ὁμιλῇ ἡ γριά-Συρραχίνα, παλαιὰ καπετάνισσα· μὲ τὸ ραβδάκι της καὶ μὲ τὸ καλαθάκι της στὸ χέρι, μὲ τὰ ὀγδόντα χρόνια στὴν πλάτη της, μπόρεσε κι ἀνέβη τὸν ἀνήφορο καὶ ᾖλθε -διὰ νὰ καμαρώσῃ, ἴσως διὰ τελευταίαν φοράν, τὸ καράβι τοῦ γυιοῦ της ποὺ ἔφευγε. Ξέρετε τί μεγάλη χάρη ἔχει, καὶ πόσο καλὸ ἔκαμε στοὺς θαλασσινοὺς αὐτὸ τὸ ἐκκλησιδάκι τῆς Μεγαλόχαρης; – Πῶς δὲν τὸ ξέρουμε, εἶπαν αἱ ἄλλαι, ἂς ἔχῃ δόξα τὸ ὄνομά της. – Τὸ ἐξωκκλήσι αὐτὸ ἁγίασε καὶ μέρωσε ὅλο τὸ ἄγριο κῦμα· πρωτύτερα εἶχε κατάρα ὅλος αὐτὸς ὁ γιαλός. – Γιατί; – Βλέπετε κεῖνον τὸ βράχο, κάτω στὸ κῦμα, ποῦ ξεχωρίζει ἀπ΄ τὸ γιαλό;… ποῦ φαίνεται σὰν ἄνθρωπος, μὲ κεφάλι καὶ μὲ στήθια… ποῦ μοιάζει σὰν γυναῖκα; Ἐκείνη εἶναι τὸ Φλανδρώ. – Ναί, τὸ Φλανδρώ, εἶπεν ἡ ὑπερεξηκοντούτις Χατζηχάναινα. Κάτι ἔχω ἀκουστά μου. Ἐσὺ θὰ τὸ ξέρης καλύτερα, θεία – Φλωροῦ. – Τὸ βλέπετε κ’ εἶναι ξέρα, εἶπεν ἡ Φλωροῦ, ἡ Συρραχίνα· μιὰ φορὰ κ’ ἕναν καιρὸ ἦτον ἄνθρωπος. – Ἄνθρωπος; – Ἄνθρωπος καθὼς ἐμεῖς. Γυναῖκα. Αἱ ἄλλαι ἤκουον μὲ ἀπορίαν. Ἡ γριά – Συρραχίνα ἤρχισε νὰ διηγῆται: «Στὸν καιρὸ τῶν παλαιῶν Ἑλλήνων, ἦτον μιὰ κόρη ἀρχοντοπούλα, ποὺ τὴν ἔλεγαν Φλάνδρα ἢ Φλανδρώ. Ἡ Φλανδρὼ εἶχε νοματιστῆ ἔτσι -καθὼς μοῦ ‘πε ὁ πνευματικός, ἀπάνω στὸν Ἅϊ-Χαράλαμπο· ὅσο τὸν θυμοῦμαι, μακαρία ἡ ψυχή του. Ἤμουν μικρὸ κορίτσι, δώδεκα χρονῶ, καὶ μ’ ἐπήγε ἡ μάννα μου νὰ ξαγορευτῶ, τῇ Μεγάλῃ Τετράδῃ… τί νὰ ξαγορευτῶ, ἐγὼ τίποτα δὲν ἤξερα, τὰ ξεράματά μου… τὸ τί μόλεε ὁ πνευματικὸς δὲν ἀγροικοῦσα, φωτιὰ ποὺ μ’ ἔ!… Τὸ νόημά του δὲν τὸ καταλάβαινα, τὰ λόγια τὰ θυμούμουν κ’ ὕστερ’ ἀπὸ χρόνια… τὸ κορίτσι πρέπει νά ‘ναι φρόνιμο καὶ ντροπαλό, νἄ ‘ναι ὑπάκοο, νὰ μὴν κοιτάζῃ τοὺς νιούς, ν’ ἀγαπᾷ τὸν κύρη του καὶ τὴ μαννούλα του· καὶ σὰν μεγαλώση, καὶ δώση ὁ Θιὸς καὶ παντρευτῆ, μὲ τὴν εὐκὴ τῶν γονιῶ της, ἄλλον νὰ μὴν ἀγαπᾷ ἀπ’ τὸν ἄνδρα της. «Μὄφερε τὸ παράδειγμα τῶν παλαιῶν Ἑλλήνων… Οἱ παλιοὶ Ἕλληνες, ποὺ προσκυνοῦσαν τὰ εἴδωλα… Κεῖνον τὸν καιρὸ ἦτον μιὰ ποὺ τὴν ἔλεγαν Φλάνδρα, Φλανδρώ. Φλανδρὼ θὰ πῇ Φιλανδρώ. Φιλανδρὼ θὰ πῇ μία ποὺ ἀγαπᾷ τὸν ἄνδρα της. Φλανδρὼ τὴν εἶπαν, Φλανδρὼ βγῆκε. Ἀγάπησε ὁλόψυχα τὸν ἄνδρα της, ὅσο ποὺ ἔχασε τ’ ἀγαθὰ τοῦ κόσμου, κ’ ἔγινε πέτρα γι’ αὐτό. Τὸν καιρὸν ἐκεῖνο ἦτον ἕνας καραβοκύρης, ὄμορφο παλληκάρι, κι ἀγάπησε τὸ Φλανδρώ, καὶ τὴν ἐγύρεψε, καὶ τῆς ἔδωσε ἀρραβῶνα. Σὰν τῆς ἔδωσε ἀρραβῶνα, ἐσκάρωσε καινούργιο καράβι· καὶ σὰν ἐσκάρωσε τὸ καράβι, ἔγινε κι ὁ γάμος· καὶ σὰν ἔγινε ὁ γάμος, ἔρριξε τὸ καράβι στὸ γιαλό, κ’ ἐμπαρκάρισε κ’ ἐπήγε νὰ ταξιδέψῃ. «Τότε τὸ Φλανδρὼ ᾖρθε ν’ ἀγναντέψῃ, σὰν καλὴ ὥρα, σ’ αὐτὸν τὸν ἔρμο τὸ γιαλό. Ξεκολλοῦσε ἡ ψυχή της ποὺ ἔφευγε ὁ ἄνδρας της· δὲν μποροῦσε νὰ τὸ βαστάξῃ, νὰ στυλώσῃ τὴν καρδιά της. Ἀγνάντεψε τὸ καράβι ποὺ ἔφευγε, κ’ ἔκλαψε πικρὰ κ’ ἔπεσαν τὰ δάκρυά της στὰ κύματα· καὶ τὰ κύματα ἐπικράθηκαν, κ’ ἐφαρμακώθηκαν, καὶ θύμωσαν, κι ἀγρίεψαν κ’ ἐθέριεψαν… καὶ στὸ δρόμο τους ποὺ ηὕραν τὸ καράβι, ἔπνιξαν τὸν ἄνδρα τῆς Φλανδρῶς, κ’ ἔγινε ἀγυρισιᾶ του… Καὶ τὸ Φλανδρὼ ᾖρθε κ’ ἐξαναῆρθε σ’ αὐτὸν τὸν ἔρμο γιαλὸ κ’ ἐκοίταζε κι ἀγνάντευε… κ’ ἐπερίμενε, κ’ ἐκαρτεροῦσε, κι ἀπάντεχε… Πέρασαν μῆνες, πέρασε χρόνος, πέρασαν δυὸ χρόνια, πέρασαν τρία… καὶ τὸ καράβι πουθενὰ δὲν ἐφάνηκε… καὶ τὸ Φλανδρὼ ἔκλαψε, καὶ καταράστηκε τὴν θάλασσα, καὶ τὰ μάτια της ἐστέγνωσαν, καὶ δὲν εἶχε πλιὰ δάκρυ νὰ χύσῃ… καὶ παρακάλεσε τοὺς θεούς της ποὺ ἦταν εἴδωλα, πέτρες, νὰ τῆς κάμουν τὴ χάρη νὰ γίνῃ κι αὐτὴ εἴδωλο, βράχος, πέτρα… καὶ τὸ ζήτημά της ἔγινε καὶ τὴν ἔκαμαν βράχο ξέρα… μὲ τὸ σκῆμα τ’ ἀνθρωπινό, ποὺ τρίβηκε καὶ φθάρηκε ἀπ’ τὰ κύματα ὕστερ’ ἀπὸ χιλιάδες χρόνια· καὶ τὸ ἀνθρωπινὸ σκῆμα φαίνεται ἀκόμα· καὶ νὰ ὁ βράχος ἐκεῖ, ἡ πέτρα ποὺ θαλασσοδέρνεται καὶ χτυπᾷ καὶ βογγᾶ ἀπάνω της τὸ κῦμα… κ’ ἡ φωνή της, τὸ βογγητό της γίνεται ἕνα με τὸ βογγητὸ τῆς θάλασσας… Νὰ ἡ ξέρα ἐκεῖ. Αὐτή ‘ναι ἡ Φλανδρώ. «Ὕστερα, μὲ χρόνια πολλά, σὰν ᾖρθε ὁ Χριστὸς ν’ ἁγιάσῃ τὰ νερά, γιὰ νὰ βαφτιστῇ ἡ πλάση, μιὰ χριστιανὴ ἀρχόντισσα, ἡ Χατζηγιάνναινα, ποὺ εἶχαν σκαρώσει τὰ παιδιὰ της δυὸ καράβια ἔταξε στὴν Παναγία, κ’ ἔχτισε αὐτὸ τὸ παρακκλήσι, γιὰ τὸ καλὸ κατευόδιο τῶν παιδιῶνε της… Ἂς δώσ’ ἡ Παναγιὰ καὶ σήμερα να’ ναι καλὸ κατευόδιο στοὺς ἄνδρες σας, στ’ ἀδέλφια σας καὶ στοὺς γονιούς σας». – Φχαριστοῦμε· ὁμοίως καὶ στὰ παιδάκια σου, θεία-Φλωροῦ! Ὁ ἥλιος ἐχαμήλωνε κατὰ τὸ βουνό, τὰ πρῶτα πλοῖα εἶχαν γίνει ἄφαντα πρὸ ὥρας· καὶ ἡ τελευταία γολέτα, μικρὸν κατὰ μικρόν, ἐχώνευεν εἰς τὸ μέγα πέλαγος. Τὰ συγγενολόγια καὶ τὰ φουσάτα τῶν γυναικῶν, μὲ τὰ καλαθάκια καὶ τὰ μαχαιράκια τους, διεσπάρησαν ἀνὰ τοὺς λόφους, κ’ ἔβγαζαν καυκαλῆθρες καὶ μυρόνια, κ’ ἔκοφταν φτέρες κι ἀγριομάραθα. Σιγὰ – σιγὰ κατέβη ὁ ἥλιος εἰς τὸ βουνὸν καὶ αὐταὶ κατῆλθον εἰς τὴν πολίχνην. Ἡ νυκτερινὴ αὔρα ἐσύριζεν εἰς τὰ δένδρα, καὶ οἱ λογισμοὶ τῶν γυναικῶν ἐπετοῦσαν μαζί της, κ’ ἔστελλαν πολλὰς εὐχὰς εἰς τὰ κατάρτια, εἰς τὰ πανιὰ καὶ εἰς τὰ ἐξάρτια τῶν καραβιῶν. Καὶ βαθιά, εἰς τὴν σιωπὴν τῆς νυκτός, τίποτε ἄλλο δὲν ἠκούσθη εἰμὴ τὸ λάλημα τοῦ νυκτερινοῦ πουλιοῦ, καὶ τὸ ᾆσμα μιᾶς τελευταίας συντροφιᾶς ναυτικῶν, μελλόντων ν’ ἀναχωρήσωσιν αὔριον. «Σύρε, πουλί μου στὸ καλὸ – καὶ στὴν καλὴ τὴν ὥρα». «Τ’ Αγνάντεμα» ανήκει στη σειρά των σκιαθίτικων διηγημάτων του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη και είναι ηθογραφικό. Στο διήγημα αυτό ο αναγνώστης έχει την ευκαιρία να παρακολουθήσει χαρακτηριστικές όψεις της Σκιάθου του Παπαδιαμάντη, όπως τον κύκλο ζωής της φύσης και τη στενή εξάρτηση των ανθρώπων από αυτή. Το διήγημα συγκεντρώνει πολλά ηθογραφικά στοιχεία (χωροχρόνος, λογοτεχνικοί ήρωες και λειτουργίες, ιδεολογικά χαρακτηριστικά) και συνιστά αντιπροσωπευτικό δείγμα γραφής του Παπαδιαμάντη, καθώς συνδυάζεται η γλαφυρή ανθρωπογεωγραφία με ουσιώδη γνωρίσματα της αφηγηματικής του τεχνικής (διάρθρωση, αφηγηματικά μέρη, κυκλική αφήγηση, παντογνώστης αφηγητής, χαρακτηρολογική περιγραφή, ελεύθερος πλάγιος λόγος, μίμηση, παράδειγμα, παραμυθιακή διήγηση). Στο συγκεκριμένο διήγημα ο Παπαδιαμάντης καταγράφει τη συλλογική ψυχολογία των ναυτικών τη στιγμή της αναχώρησης και ερμηνεύει την εθιμοτυπία, τα αισθήματα και τις σκέψεις των γυναικών τους, που την ημέρα εκείνη συγκεντρώνονται στο εξωκκλήσι της Παναγίας της Κατευοδώτρας με το διπλό στόχο, του αγναντέματος και της χριστιανικής δέησης για την προστασία των ναυτικών και την παρηγοριά των οικογενειών τους. Η γλώσσα του Παπαδιαμάντη είναι συνδυασμός αρχαίας, βυζαντινής, καθαρεύουσας και δημοτικής. Πρόκειται για μια ιδιόρρυθμη προσωπική γλώσσα, ένα μικτό γλωσσικό ιδίωμα καθαρεύουσας με στοιχεία δημοτικής και με τοπικούς ιδιωματισμούς. Στους διαλόγους χρησιμοποιείται η ομιλουμένη λαϊκή γλώσσα με ιδιωματισμούς της Σκιάθου, ενώ στην αφήγηση βάση αποτελεί η καθαρεύουσα, στην οποία, όμως, υπάρχουν πολλά στοιχεία της δημοτικής. Τέλος, στις περιγραφές χρησιμοποιείται η καθαρεύουσα, το κατά παράδοση γλωσσικό όργανο της πεζογραφίας. Ο συγγραφέας χρησιμοποιεί και λέξεις της αρχαίας ελληνικής, όπως και λέξεις της εκκλησιαστικής παράδοσης.

19 Ιουνίου 2023

Αϊδίνιο, 18 Ιουνίου 1919: Οι τσέτες του Μεντερές, σφαγιάζουν 31 προσκόπους

Αϊδίνιο, 18 Ιουνίου 1919: Οι τσέτες του Μεντερές, σφαγιάζουν 31 προσκόπους, αφού προηγουμένως τους είχαν υποβάλλει σε φρικτά μαρτύρια. Τους τύφλωσαν πριν από την εκτέλεση! Οι πρόσκοποι του Αϊδινίου είχαν συλληφθεί με τον έφορό τους Νίκο Αυγερίδη. Φυλακίστηκαν στο μπουντρούμι του Διοικητηρίου. Από εκεί οδηγήθηκαν σ' ένα διπλανό ελαιώνα (στις όχθες του Εύδωνα ποταμού) που έγινε ο τόπος του δικού τους μαρτυρίου. Ο επικεφαλής των Τσετών, Αντνάν Μεντερές, τους ζήτησε πρώτα να αλλαξοπιστήσουν, πήρε όμως την περήφανη απάντηση από τον Αυγερίδη και όλα τα παιδιά πως αυτό δεν θα γινόταν ποτέ. Έτσι ζητωκραυγάζοντας "Ζήτω η Ελλάς" κατακρεουργήθηκαν! Οι τούρκοι σε ένα όργιο βασανιστηρίων και αίματος, πρώτα τύφλωσαν και εκτέλεσαν τον Αυγερίδη, στην συνέχεια τους άλκιμους Φιλοκτήτη Αργυράκη και Μίνωα Βεϊνόγλου και όλους τους προσκόπους που ως περήφανα Ελληνόπουλα και αμετανόητοι Χριστιανοί μαρτύρησαν για την πίστη τους. Η άθλια σφαγή των προσκοπίνων άρχισε με την όμορφη Έλλη Σφέτσογλου, την 20χρονη Αρχηγό της ομάδας, που λίγες βδομάδες πριν είχε την τιμή, επικεφαλής των κοριτσιών, να υποδεχθεί τον στρατό. Επειδή λοιπόν η Έλλη τίμησε τους Έλληνες, οι τούρ κοι την ατίμασαν. Τα μάτια της τα ξερίζωσαν με ξιφολόγχη και την βίασαν ομαδικά μπροστά στα μάτια της μάνας και του μικρού αδελφού της. Στον τόπο του μαρτυρίου της η κοπέλα φώναζε μέχρι το τέλος της στους βιαστές της "θα ξανάρθει ο Ελληνικός στρατός και θα σας τιμωρήσει". Την ακολούθησαν στον θάνατο η μητέρα της και ο μικρός της αδελφός.

18 Ιουνίου 2023

Μια σελίδα από την Βρετανορθόδοξη Φιλοκαλία

«Ὁ Ἅγιος Senan τῆς Ἰρλανδίας (†544) πήγε κάποτε στό σπίτι ἑνός ἄξιου ἄνδρα γιά νά ζητήση ἕνα ρόφημα γιατί ἦταν πολύ κουρασμένος καί διψασμένος λόγο τοῦ ταξιδιοῦ του. Μία γιορτή εἶχε προετοιμαστῆ σέ αὐτό τό σπίτι γιά τόν βασιλιά αὐτῆς τῆς ἐπικράτειας. Ἀρνήθηκαν νά δώσουν κάτι στόν Ἅγ. Senan καί αὐτός βγῆκε ἀπ᾽ τό σπίτι χωρίς νά φάη ἤ νά πιῆ κάτι. Μετά ἀπό λίγο ἔφτασε ὁ βασιλιάς σέ αὐτό τό μέρος γιά νά καθίση νά φάη. Μόλις τοῦ εἶπαν πώς τό φαγητό καί ἡ μπύρα εἶχαν τοποθετηθῆ στό τραπέζι, εἶδε τό ἑξῆς: Τό νερό ἦταν βρόμικο καί τά φαγητά ἦταν ὅλα χαλασμένα. Οἱ παρευρισκόμενοι ξαφνιάστηκαν ἀπό αὐτό τό γεγονός. Ὁ βασιλιάς εἶπε: —Μήπως ἔφυγε κανείς ἀπό ἐδῶ ἀφοῦ πρῶτα ἀρνήθηκαν νά τοῦ προσφέρουν φαγητό καί μπύρα; Οἱ παρευρισκόμενοι παραδέχτηκαν πώς εἶχαν διώξει κάποιον προηγουμένως χωρίς νά τοῦ δώσουν φαγητό ἤ ποτό. Εἶπε ὁ βασιλιάς: —Στεῖλτε κάποιον νά πάη νά βρη αὐτόν τόν ἄνδρα, γιατί αὐτός ὁ ἄνδρας ἔχει τή Χάρι τοῦ Θεοῦ. Βρῆκαν τόν Ἅγ. Senan καί τόν ἔφεραν στό σπίτι. Ὁ Ἅγιος εὐλόγησε τό φαγητό καί τήν μπύρα καί ὅλα ἐπανῆλθαν στήν κανονική τους κατάστασι ἀποκτώντας τήν κανονική τούς γεύσι. Ὅλοι ὅσοι εἶδαν αὐτό τό θαῦμα ἐνθουσιάστηκαν. Ἀπ᾽ τό βιβλίο τοῦ Lismore, σ. 205»(http://orthodoxy-rainbow.blogspot.com/2016/06/senan.html). «Οἱ Ἁγίες Ethna καί Sodelb τῆς Ἰρλανδίας (†6ος αἰ.) οἱ ὁποίες φρόντιζαν τόν μικρό Χριστό εἶναι θαμμένες κοντά στήν περιοχή Swords τῆς Ἰρλανδίας. Ὁ Χριστός συνήθιζε νά τίς ἐπισκέπτεται μέ τή μορφή βρέφους γιά νά τόν φροντίσουν. Τό ἴδιο περιστατικό συναντάμε καί στό βίο τῆς Ἁγ. Ita τοῦ Killeedy τῆς Ἰρλανδίας (†570). Μετά ἀπό ἐπιθυμία τῆς Ἁγίας ὁ Χριστός τήν ἐπισκέφτηκε μέ μορφή βρέφους γιά νά τόν φροντίση. Ἀπ᾽ τό Μαρτυρολόγιο τοῦ Oengus, 29 Μαρτίου, σ. 103»(http://orthodoxy-rainbow.blogspot.com/.../ethna-sodelb.html). «Ἅγ. Berach, ἡγούμενος τοῦ Cluain Coirpthe στό Connaught τῆς Ἰρλανδίας (†595). Eochaid ἦταν τό ὄνομα τοῦ πατέρα του καί τό ὄνομα τῆς μητέρας του ἦταν Fionmaith. Ὅταν ἦταν ὑποτακτικός τοῦ Ἐπισκόπου Daigh, ὁ ὁποῖος ἦταν γυιός τοῦ Cairell, ὁ Daigh τόν ἔστειλε σ᾽ ἕνα μύλο στήν περιοχή Magh Muirtheimhne μαζί μέ ἕνα σακί μέ σιτάρι γιά νά τό ἀλέση καί ἐκεῖ βρῆκε μπροστά στό μύλο μία γυναῖκα καί ἕνα ἀγόρι πού κατάγονταν ἀπό τήν περιοχή καί αὐτοί εἶχαν μαζί τους ἕνα σακί μέ βρώμη γιά νά τήν ἀλέσουν. Ὁ Ἅγ. Berach τούς ζήτησε νά τοῦ δώσουν τή σειρά τους στόν μύλο, ὅμως, ἐκεῖνοι δέν τοῦ τήν ἔδωσαν καί ἔτσι ἔβαλαν μαζί τό σιτάρι καί τή βρώμη στό μύλο καί αὐτά διαχωρίστηκαν μεταξύ τους μέσα στό μύλο μέ τήν θαυματουργική ἐπέμβασι τοῦ Θεοῦ καί τοῦ Ἅγ. Berach καί ἡ βρώμη βρισκόταν στήν μία μεριά καί τό σιτάρι στήν ἄλλη καί ἔτσι δέν ἀναμείχθηκαν μεταξύ τους. Ἀπ᾽ τό Μαρτυρολόγιο τοῦ Donegal, 15 Φεβρουαρίου, σ. 49»(http://orthodoxy-rainbow.blogspot.com/.../berach-cluain...).

17 Ιουνίου 2023

ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΟΝ ΑΠΑΝΘΡΩΠΙΣΜΟ

Μπορούμε να παρηγορηθούμε με έναν μονόφθαλμο ουμανισμό την ώρα που απεχθανόμαστε τον συμπατριώτη μας επειδή έχει ιδέες αδιανόητες για μας; Μπορούμε να οχυρωθούμε σε μια ληξιπρόθεσμη ευημερία την ώρα που το μαύρο αίσθημα του φθόνου θα την υπονομεύει διαρκώς; Μπορούμε να βολευόμαστε καλλιεργώντας σχέσεις με συμμορίες που θα μας προσφέρουν δώρα δηλητηριασμένα από την αναξιοκρατία; Μπορούμε. Η Ιστορία όμως δεν σταματά. Έργο όλων μας, θα παραδίδεται κάθε μέρα και βαθύτερα στον απανθρωπισμό. Αν την εποχή της κατάρρευσης της δυτικής ρωμαϊκής αυτοκρατορίας υπήρχε η Εκκλησία για να ενσωματώσει τα βαρβαρικά φύλα, σήμερα δεν υπάρχει κανένας θεσμός υποδοχής, παιδείας, πειθαρχίας και ενσωμάτωσης. Είναι ασύγγνωστη αυταπάτη να νομίζουμε ότι ένας εκφυλιζόμενος, δημογραφικά απερχόμενος αλλά υπερηφάνως παρελαύνων κόσμος μπορεί να δεχθεί και να συμβιώσει με τα εκατομμύρια απόκληρων που θα έρχονται ζητώντας απλώς αυτό που οι καταστατικές διακηρύξεις της διαφωτιστικής ευημερίας ανεμίζουν. Το δίλημμα αδήριτο. Αν κλείσεις τα μάτια στην τραγωδία θα έχεις κι εσύ εκβαρβαριστεί. Αν τα ανοίξεις πρέπει να έχεις το θάρρος να δεις πως δεν έχουμε πια καμιά πίστη, καμιά ιδέα, καμιά βούληση πνευματικής ανάταξης χωρίς την οποία θα βυθιζόμαστε μοιραία στην καλοντυμένη βαρβαρότητα. Δεν υπάρχει τραγικότερο συμβάν από το να εξαναγκάσεις έναν άνθρωπο να γίνει μάρτυρας υπεράσπισης δολοφόνων. Δεν υπάρχει όμως και μεγαλύτερο κακό από το να τον πείσεις ότι η λύση στο μυστήριο του ανθρώπου είναι η βία, ο ατομικισμός και η μοχθηρία. Δηλαδή ο απανθρωπισμός. Kostas Hatziantoniou

16 Ιουνίου 2023

Δυστυχώς ορισμένοι νομίζουν, ότι οι Άγιοι είναι λείψανα νεκρά...

Είχαμε πάει προσκύνημα στον Όσιο Πατάπιο (η μνήμη του τιμάται στις 8 Δεκεμβρίου) στο Λουτράκι με 8 πούλμαν. Στο πούλμαν το δικό μου, υπήρχε ένα ζευγάρι από την Κύπρο. Ο άνδρας δεν πίστευε σε τίποτα. Και όταν άκουσε που ομιλούσα εγώ και προσανατόλιζα τον κόσμο που πηγαίνουμε και τι περίπου θα αντιμετωπίσουμε εκεί, είπε: - Τί μακάβρια πράγματα είναι αυτά! Που μας πάει; Στο νεκροταφείο θα μας πάει αυτός; Και όταν φτάσαμε εκεί, δεν πήγε καθόλου μέσα να προσκυνήσει τον Άγιο. Πήρε τη γυναίκα του και ζήτησε να πάει να κοιμηθεί με τη δικαιολογία ότι ήταν κουρασμένος και τα τοιαύτα. Τους έδωσαν εκεί οι καλογριές κελλί να πάνε να κοιμηθούν. Μόλις πήγε να κοιμηθεί, του παρουσιάζεται ο Άγιος Πατάπιος καθήμενος σε μία πέτρα, στα σκαλάκια που βρίσκονται έξω από την πόρτα που φυλάγεται το άφθαρτο λείψανό του και του χαμογελούσε. Και του λέει ο Άγιος: - Γιατί δεν ήρθες από εδώ; - Ποιός είσαι εσύ; - Εγώ που είμαι εδώ πέρα... - Μα εδώ είναι του Αγίου Παταπίου, αλλά εγώ δεν... - Ναι εγώ είμαι... - Μα εσύ είσαι ζωντανός! - Μα τί είμαι, νεκρός είμαι; - Εσύ είσαι μέσα εκεί; - Ναι εγώ είμαι... Σηκώνεται έντρομος από τον κρεβάτι και σκουντάει την γυναίκα του και της λέει: - Γυναίκα σήκω! - Τί να σηκωθώ; Τώρα πέσαμε... - Σήκω να κατεβούμε κάτω! - Μα εσύ δεν ήθελες να καθίσουμε κάτω. Σηκώνεται λοιπόν και πηγαίνουν κάτω στο εκκλησάκι που είναι το λείψανο του Αγίου. Και βλέπει τον Άγιο Πατάπιο να κάθεται στην πέτρα, όπως τον είδε στο όνειρό του και του χαμογελούσε! Και του κάνει νόημα, σαν να του έλεγε: «Έλα! Πέρασε μέσα!». Πέρασε αυτός δίπλα εκεί, τρομαγμένος, σαστισμένος, είχε χάσει τη λαλιά του... και μπήκε μέσα και προσκύνησε το λείψανο του Αγίου Παταπίου. Και έμεινε μέχρι το πρωΐ εκεί σαν σκυλάκι, ταπεινωμένος και εξουθενωμένος! Δίπλα στον Άγιο... Δυστυχώς ορισμένοι νομίζουν, ότι οι Άγιοι είναι λείψανα νεκρά... Δημήτριος Παναγόπουλος-Ιεροκήρυκας

15 Ιουνίου 2023

Ο Αντίχριστος ξέρει να διαλύει μέσω της ελευθερίας, να ακυρώνει διά της ισότητας και να κυβερνά διά της εξουσίας!

Η ιστορία είναι η διαμάχη μεταξύ του καλού και του κακού, Θεού και σατανά, Χριστού και αντίχριστου. Η αμαρτία, ο σατανάς και ο αντίχριστος βρίσκονται σε διαρκή επίθεση κατάκτησης του κόσμου, να τον πάνε προς την κόλαση: την ιστορική και την αιώνια κόλαση, την πνευματική και την υλική. Η αρετή, η Χάρη και ο Χριστός αγωνίζονται συνεχώς για ν’ αγιάζουν τον κόσμο και να τον οδηγούν προς τον παράδεισο, στην γη και στους ουρανούς, στον πνευματικό και αιώνιο παράδεισο. Σ’ αυτή την μάχη δεν νικούν πάντα οι χριστιανοί, αλλά υπάρχουν και εποχές αντιχριστιανικού θριάμβου. Σ’ αυτή την διαμάχη δεν οριοθετούνται καλά πάντοτε οι δυνάμεις της αρετής και οι δυνάμεις της αμαρτίας ή οι υπηρέτες του Θεού κατά των υπηρετών του σατανά. Ο αντίχριστος χρησιμοποιεί και το προσωπείο του καλού για να πλανήσει τους ανθρώπους. Ο αντίχριστος δεν είναι ένας αμαρτωλός άνθρωπος, αλλά ένας δαιμονισμένος άνθρωπος, μέσα στον οποίο το κακό γίνεται με αντιχριστιανική και απάνθρωπη σκέψη και πράξη. Ο αντίχριστος μισεί συνειδητά τον Χριστό, επειδή ο Χριστός δεν προσκύνησε τον σατανά και δεν ήθελε να γίνει αυτοκράτορας ενός αμαρτωλού και ψεύτικου κόσμου. Υπάρχουν περισσότερες αποκαλυπτικές δυνάμεις, οι οποίες διενεργούνται στην ιστορία -η πόρνη, το φίδι, ο δράκος- αλλά όλες διοχετεύουν την δύναμή τους στο θηρίο, με τον αριθμό 666. Αυτός είναι ο Αντίχριστος. Οι αντιχριστιανικές δυνάμεις αναγνωρίζονται διά του γεγονότος ότι είναι ψεύτικες, κακές, διεφθαρμένες, άπιστες, εξαχρειωμένες, αυταρχικές, γεμάτες μίσος, ασέβεια και βλασφημία. Αφ’ ετέρου, η Χριστιανοσύνη μορφώνει χριστιανικές δυνάμεις οι οποίες πολεμούν την αμαρτία, τον σατανά και τον αντίχριστο. Αυτές ομολογούν την αλήθεια, την αγάπη, την δικαιοσύνη, την ωραιότητα, την αιώνια χαρά, την πιστότητα και την δόξα του Θεού. Ο θρίαμβός τους εξασφαλίζεται από την δύναμη του Θεανθρώπου Χριστού. Η αμαρτία έχει διαφθείρει την πνευματική και υλική φύση των ανθρώπων, εισδύοντας στην κοινωνία τους, στην ιστορία τους, και στην φύση τους. Διά της αμαρτίας ο άνθρωπος έχει χάσει την κοινωνία του με τον Θεό και έχει περιπλανηθεί είτε διά των δικών του σφαλμάτων, είτε διά των σατανικών πειρασμών. Η αμαρτία είναι προσωπική, κοινοτική και πολιτική, γι’ αυτό και οι τιμωρίες είναι προσωπικές, κοινοτικές και πολιτικές. Η αμαρτία επιδιώκει να προσανατολίσει, να διοργανώσει και να εξουσιάσει τον κόσμο. Η προσωπική αμαρτία είναι βαρειά στο βάθος της ψυχής του ανθρώπου αλλά δεν έχει μεγάλη έκταση. Η διοργανωμένη, νομιμοποιημένη και κρατική αμαρτία σηκώνει όλη τη βαρύτητα της προσωπικής αμαρτίας και της προσθέτει ένα ευρύ ορίζοντα, που αποσκοπεί να πλανά και να καταστρέφει όλον τον κόσμο. Οι πιο οδυνηρές θλίψεις του κόσμου είναι οι κοινωινικές, και πολιτικές, που επιδέχονται και τις πιο βαρειές τιμωρίες. Ο Χριστιανισμός αντιπαραθέτει την αρετή και την αγιότητα στην αμαρτία. Για ν’ αντιμετωπίσει τις οργανωμένες δυνάμεις της αμαρτίας, η πίστη πρέπει να είναι πιο ενεργητική, πιο ισχυρή και πιο πειστική από τους πειρασμούς της αμαρτίας. Η μάχη γίνεται στο προσωπικό, κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο. Η Εκκλησία δεν μπορεί να περιορίζεται στην αντιμετώπιση μόνο της προσωπικής αμαρτίας, αλλά πρέπει να διαθέτει και τα κατάλληλα μέσα του πολέμου κατά της κοινωνικής και της πολιτικής αμαρτίας. Η επανόρθωση του κόσμου είναι μία πολύπλοκη και μεγάλη διαδικασία διά την νίκη του Χριστού σε όλα τα επίπεδα και τις μορφές της ζωής. Ο Χριστός ενίκησε τον κόσμο. Αυτή είναι η ελπίδα του κόσμου. Ο σατανάς είναι ο πρώτος που αντιστέκεται στον Θεό. Η προπατορική αμαρτία ξεκίνησε με τον πειρασμό του ανθρώπου από τον σατανά. Ο σατανάς προκάλεσε στον άνθρωπο το «Εγώ» δελεάζοντάς τον με την υπερηφάνεια και με την απόλαυση και πειράζοντάς τον ν’ αποχωρίσει από τον Θεό. Έτσι έφτασε ο άνθρωπος να λέει: «εγώ χωρίς τον Θεό», ή ακόμα και «εγώ κατά του Θεού». Το σατανικό πνεύμα πειράζει πρώτα εξωτερικά τον άνθρωπο, μετά εισέρχεται με κάποιο λογισμό και τελικά εξουσιάζει όλη την ψυχική και σωματική φύση του ανθρώπου. Οι δαιμονισμένοι άνθρωποι χρησιμοποιούν την μαύρη μαγεία, αλλά τις περισσότερες φορές δεν συνειδητοποιούν τον δαιμονισμό τους. Ακόμη αρνούνται και την ύπαρξη του σατανά, αλλά το τέλος τους είναι η αλλοφροσύνη και η αυτοκτονία. Ο σατανάς πρώτα εξουσιάζει τον άνθρωπο, ύστερα τον κάνει όργανο του κοινωνικού και του πολιτικού κακού. Ο δαιμονισμένος άνθρωπος είναι ένας κοινωνικός, μορφωτικός, πολιτικός και πνευματικός κίνδυνος. Ο ομαδικός και πολιτικά οργανωμένος δαιμονισμός είναι ένα μνημείο κακίας, το οποίο μοιάζει με την σατανική νουθεσία που έρχεται από την κόλαση, με τα στρατεύματα των δαιμόνων και με την σατανική παράταξη στην κόλαση. Ο σατανισμός σαν μία νόμιμη, διοργανωτική και κυβερνητική κατάσταση δημιουργεί ένα σατανικό περιβάλλον, μία ψεύτικη πνευματικότητα κι έναν τρόπο σατανικής διαβίωσης. Υπάρχουν σήμερα άνθρωποι δαιμονισμένοι, οι οποίοι δραστηριοποιούνται για τον σατανισμό. Η δαιμονοκρατία είναι χειρότερη από τον παγανισμό. Όταν οι σατανικές δυνάμεις φτάνουν στο σημείο να κυβερνούν τον κόσμο, συντάσσουν και στρατεύματα για να περιφρουρούν, νόμους για να διοργανώνονται, ιδεολογίες οι οποίες να τις δικαιολογούν, ακόμα και θρησκείες για ντα τους παραπλανούν τους ανθρώπους. Η κυβέρνηση των σατανικών δυνάμεων δικαιολογείται δια της αμαρτωλής καταστάσεως και της απιστίας και διαρκεί, όσο θέλει η πρόνοια του Θεού. Δι’ αυτής της κυβέρνησης ο κόσμος θα πληρώσει τις πλάνες του μέχρι που να μετανοήσει και γυρίσει στο θείο δρόμο της ζωής. Οι χριστιανοί δεν πρέπει ν’ αφήσουν τις σατανικές δυνάμεις να εξουσιάζουν τα πάντα. Αν κυριεύουν τα πάντα, αυτοί πρέπει να διοργανώσουν τις δυνάμεις τους και να τις νικήσουν στο όνομα του Χριστού. Ο Χριστιανισμός είναι η νηφάλια και αγία δύναμη η οποία είναι υπεύθυνη για την σωτηρία του κόσμου. Κι αλλοίμονο στους χριστιανούς οι οποίοι δεν ανταποκρίνονται στην ιερή αποστολή η οποία τους έχει δοθεί, διότι ο Θεός θα εγείρει κι από τις πέτρες άλλους δικούς Του εκλεκτούς, οι οποίοι θα οικοδομήσουν την Βασιλεία Του! Ο Αντίχριστος θα είναι ένας άνθρωπος, ένας πολιτικός ο οποίος θα κυβερνά τον κόσμο. Θέλοντας να καταστρέψει τον Χριστιανισμό θα φέρει αντί αυτού μία σατανική θρησκεία, καταστρέφοντας έτσι τον κόσμο. Ο Αντίχριστος θα είναι ένα πρόσωπο, αλλά το αντιχριστικό φαινόμενο είναι κοινωνικό-πολιτικό. Ο Αντίχριστος θα είναι γεμάτος από σοφία, ικανότητα και δύναμη. Θα έχει το έθνος του, τον στρατό του, τους φιλοσόφους του, τους πράκτορές του, τον πολιτισμό του, την παιδεία του, τον κόσμο του, τους συμμάχους του, τους συνεργάτες του, τους δούλους του, τους κατασκόπους του, τους δημίους του, τις μεθόδους του. Αυτός θα είναι και όμορφος και αγαθός, θα έχει και ανθρωπιά, για να εξαπατά τον κόσμο*. Αυτός, επειδή μισεί τον Χριστό, θα πείθει και τους χριστιανούς να τον προσκυνήσουν. Αν δεν δέχωνται θ’ απειλεί να τους σκοτώσει κιόλας. Ο Αντίχριστος θα είναι επιθετικός, κατακτητής και επαναστατικός. Αυτός θα χρησιμοποιεί τον χρυσό σαν θεό και σαν δύναμη, το ψεύδος σαν επιχείρημα και παγίδα, την τυραννία σαν κυβέρνηση. Ο Αντίχριστος ξέρει να διαλύει μέσω της ελευθερίας, να ακυρώνει διά της ισότητας και να κυβερνά διά της εξουσίας.** Το ξίφος του θα είναι το υπέρτατο όπλο του. Θα σκοτώνει όσους δεν πειθαρχούν σ’ αυτόν. Μισεί την αλήθεια, την αγάπη, την δικαιοσύνη κι όλες τις προερχόμενες από τον Θεό αξίες. Ο Αντίχριστος θα έχει το καϊαφικό πνεύμα που συνεχίζεται στην ιστορία από την εποχή της θανάτωσης του Χριστού. Για τον Αντίχριστο, ο Ιούδας και ο Καϊάφας είναι άγιοι, ενώ ο Χριστός είναι ο προδότης. Ο Αντίχριστος θα επιδιώξει να είναι το επίκεντρο του κόσμου διά της εκδίωξης του χριστοκεντρισμού. Θ’ αναγκάζει πολλούς αγίους (δηλαδή χριστιανούς) να τον προσκυνούν, αλλ’ ούτε κι έτσι θα εξασφαλίσει την δεσποτεία του. Η κυβέρνησή του θα είναι ανεκτή από την θεία Πρόνοια διότι σέβεται ο Θεός την ελευθερία του ανθρώπου. Η δύναμή του εξηγείται διά των αμαρτιών και της απιστίας των ανθρώπων, διά της υπερηφανείας να κυβερνήσει τον κόσμο και διά του σατανικού ηδονισμού. Οι άνθρωποι θα διαλέξουν ποιον θα υπηρετήσουν τον Χριστό ή τον Αντίχριστο. Η δύναμις του Αντιχρίστου έχει ένα τοπικό και ένα παγκόσμιο χαρακτήρα, ένα χρονικό και ένα αιώνιο ήθος. Η αποκαλυπτική μάχη είναι διαρκής μέχρι τον τελικό θρίαμβο του Αρνίου. Η δύναμίς του θα είναι για ένα διάστημα ανεκτική. Αυτό το διάστημα θα είναι ανάλογο με το ξύπνημα των χριστιανών, οι οποίοι θα υποφέρουν μέχρι να γίνουν άξιοι για τον Χριστό, να ενωθούν μαζί Του και να είναι νικητές διά Αυτού. Οι χριστιανοί συμμετέχουν με τον Χριστό στην σωτηρία του κόσμου, όπως ο Αντίχριστος μετέχει με τους υιούς του σκότους στην πτώση του κόσμου. Οι χριστιανοί να μην ξεχνούν ότι πολλές φορές οι υιοί του σκότους είναι σοφώτεροι και πιο ισχυροί από τους υιούς του φωτός. Οι χριστιανοί να καταλάβουν ότι η αγνότητά τους, η ενέργεια και η δύναμή τους πρέπει να ξεπεράσουν και να νικήσουν την δύναμη των υιών του σκότους. Η Χριστιανοσύνη θα θριαμβεύσει διά του Χριστού. Αυτός έρχεται να τελειοποιήσει και να κάνει δυνατή την σωτηρία του πεσμένου στην αμαρτία κόσμου. Ο Αντίχριστος θα νικηθεί από τον Χριστό. * Με τέτοιο πρόσωπο θα έρθει, ο παμβέβηλος, σαν ένας κλέφτης, για να παραπλανήσει όλους· ταπεινός, ήρεμος, μισώντας τις αδικίες, μη προσκυνώντας στα είδωλα, εκτιμώντας την ευσέβεια, αγαθός, φιλάνθρωπος και φιλόπτωχος, υπερβολικά όμορφος, πράος με όλους, τιμώντας πολύ το έθνος των Ιουδαίων, διότι εκείνοι περιμένουν τον ερχομό του. Και μετά, αφού πολλοί λαοί θα δουν τέτοιες αγαθές πράξεις και δυνάμεις, όλοι θα ενωθούν και με μεγάλη χαρά θα κηρύξουν αυτόν βασιλέα, λέγοντας εις αλλήλους: Άραγε υπάρχει άλλος άνθρωπος πιο αγαθός και πιο καλός απ’ αυτόν; (Άγιος Εφραίμ ο Σύρος, Λόγος περί της Δευτέρας Παρουσίας του Κυρίου, στο βιβλίο: Η αποστασία και ο αντίχριστος σύμφωνα με τις διδασκαλίες των Αγίων Πατέρων, Constanƫa, 2008). ΙΩΑΝΝΟΥ ΙΑΝΟΛΙΔΕ Νέου Ομολογητού της Πίστεως Ο Φυλακισμένος Προφήτης(1985) Εκδόσεις “Ορθόδοξος Κυψέλη”

14 Ιουνίου 2023

Η αρετολογία στο έργο του Κόντογλου

Η τέχνη στην κοντόγλεια θεωρία αποτελεί ένα ύψιστο γεγονός, καθώς λειτουργεί ως δεσμός ανάμεσα στον άνθρωπο και την αλήθεια. Σκοπός της γίνεται η διαφυγή από τη φθορά, η ανάταση προς το μεταφυσικό στοιχείο και η εσωτερική μεταβολή του ανθρώπου. Η τέχνη επιδιώκει να τον αλλάξει, να έρθει ως μεσολαβητής, μαλακώνοντας και διαπλάθοντας την ψυχή του. Υπό αυτή την έννοια, μπορούμε να μιλήσουμε για μια αρετολογική προσέγγιση. Ο Φώτης Κόντογλου μιλάει για τις αρετές, στολίζει με αυτές τους ήρωές του, τη λογοτεχνία και τη ζωγραφική του. Η επιμονή του, όμως, στις ηθικές αξίες φαίνεται και στο δοκιμιακό του έργο. Θλίβεται να βλέπει πως οι αρετές υποτιμούνται στη σύγχρονη κοινωνία, αγανακτεί και επιμένει στην ανάδειξη ενός πνευματικού τρόπου ζωής. Στον επίλογο του έργου Βασάντα γράφει: «Μία – μία σβήνουνε απ’ τη γλώσσα μας λέξεις μεγάλες, όπως η τιμή, η αξιοπρέπεια, η αγνότη, η αρετή, η φιλία», και λίγο αργότερα: «Κοιτάξτε γύρω μας: Η φιλία έχει λείψει, ο έρωτας κατάντησε η εγωιστική αιμομιξία του κοπαδιού∙ […] Η ανθρώπινη φύση πατσαβουριάστηκε».[1] Ακόμη στο έργο του Ο μυστικός κήπος αφιερώνει όλο το πρώτο κεφάλαιο στην αρετή της θεοσέβειας.[2] Συχνά αναφέρεται στην ταπεινοφροσύνη, την ελπίδα, την ανδρεία, την απλότητα και την αγάπη.[3] Ξεκινώντας από την απλότητα, αυτή χαρακτηρίζει τόσο τις ηθικές όσο και τις αισθητικές του αντιλήψεις. Ο Κόντογλου θαυμάζει την απλότητα στους ανθρώπους, την επαινεί και την αναζητά διαρκώς. Αγαπά την ηρεμία του φυσικού τοπίου ενώ αποστρέφεται την πολυπλοκότητα των σύγχρονων κοινωνιών.[4] Αντιπαθεί ακόμη τις περίπλοκες φιλοσοφίες, τους στοχασμούς και τις διανοητικές περιπλανήσεις της επιστήμης. Επιλέγει και προτείνει έναν πιο μοναχικό τρόπο ζωής, φιλήσυχο και ειρηνικό, που στην περίπτωσή του, βέβαια, αγγίζει τα όρια της απομόνωσης.[5] Η απλότητα είναι, κατά τον ίδιο, ένα έμφυτο χαρακτηριστικό το οποίο, όμως, μπορεί να καλλιεργηθεί. Ο άνθρωπος, δημιουργήθηκε πρωταρχικά από τον Θεό ως «απλό» ον. Ωστόσο, μπορεί να κερδίζει διαρκώς την απλότητα μέσα από τις επιλογές και τον τρόπο ζωής του. Όσον αφορά τη λογοτεχνία, προωθεί το πρότυπο της απλότητας τόσο μέσα από τις θεματικές επιλογές και τους χαρακτήρες των έργων του, όσο και μέσα από το ύφος του. Ισχυρίζεται πως δεν μεταχειρίζεται περίπλοκες τεχνικές αφήγησης, ούτε χρησιμοποιεί κάποια εξεζητημένη γλώσσα. Μάλιστα, δηλώνει ο ίδιος την πρόθεσή του να γράψει κάτι απλό και ευκολονόητο. Λέει: «Κ’ η δική μου τέχνη είναι απλή και την κάνω για τους απλούς».[6] Η απλότητα της ψυχής προσδίδει στην τέχνη πνευματικότητα. Αποτελεί, έτσι, αρετή για το ανθρώπινο πρόσωπο αλλά και αισθητικό κριτήριο για το έργο τέχνης. Στη ζωγραφική του επιλέγει και πάλι τη βυζαντινή τεχνοτροπία ως υπόδειγμα απλότητας μορφής και πληρότητας περιεχομένου. Τα γήινα χρώματα, η δομή των γραμμών και οι φόρμες απομακρύνονται από την περιπλοκότητα της ρεαλιστικής φωτογραφικής απεικόνισης. Στόχος είναι και πάλι η απλή απόδοση των προσώπων, ώστε μέσα από την ηρεμία των μορφών να αναδεικνύεται η πνευματικότητά τους. Οποιοδήποτε στοιχείο δεν είναι ουσιαστικό για την απόδοση της υπερβατικής πραγματικότητας παραλείπεται. Η λιτότητα επιδιώκει να αντικατοπτρίσει την ειρήνη των προσώπων.[7] Σε άλλα σημεία του έργου του ο Φώτης Κόντογλου μιλάει για τη γενναιότητα. Πιστεύει στη γενναιότητα του πνεύματος, που μπορεί να καλλιεργηθεί και να ανθίσει μέσα σε έναν υπομονετικό και ταπεινό άνθρωπο. Μάλιστα, η γενναιότητα της ψυχής αποτελεί αναγκαίο προσόν για να μπορέσει κανείς να αναγνωρίσει και να εκτιμήσει την τέχνη, την αληθινή τέχνη που στοχεύει στην «αληθινή αλήθεια». Μόνο μια γενναία ψυχή μπορεί να νιώσει την ομορφιά της απλότητας. Για αυτό και ο ίδιος γράφει πως «η γενναία και δυνατή καρδιά […] δεν μπορεί παρά ν’ αγγιχτεί απ’ αυτό που ‘ναι παλιό και ξεχασμένο και ανάξιο τιμής».[8] Επιπλέον, δίνει έμφαση στην ταπεινοφροσύνη. Μιλάει για τους αγίους, για όσα υπέμειναν στη ζωή τους και για την προσήλωση που έδειξαν στις θρησκευτικές τους πεποιθήσεις. Φροντίζει, όμως, να παρουσιαστεί και ο ίδιος ταπεινός. Είκοσι χρόνια μετά τη συγγραφή του Πέδρο Καζάς γράφει έναν επίλογο στον οποίο εκφράζει τις ανησυχίες του σχετικά με το έργο. Εντοπίζει ορισμένα «σφάλματα» και «φανταχτερά» στοιχεία που δεν του αρέσουν. Καταλήγει εν τέλει να πει: «κανένα καλό δε βγήκε από μένα για τους άλλους»[9]. Η ταπεινοφροσύνη αποτελεί κριτήριο για το ποιόν του καλλιτέχνη αλλά και για τα έργα του. Ο καλλιτέχνης θα πρέπει να είναι πρόσωπο αγνό και ασκητικό, άνθρωπος πνευματικός που παραδίδει το ταλέντο του στη θεϊκή βούληση. Κατά τον Κόντογλου, μόνο μέσα από την ταπεινοφροσύνη μπορούν να προκύψουν έργα αυθεντικά.[10] Συνοψίζοντας: μέσα από την τέχνη ο Φώτης Κόντογλου προβάλλει ένα σύστημα αρετών το οποίο προτείνει στους αποδέκτες των έργων του. Δίνει αξία στις αρετές των απλών, καθημερινών ανθρώπων και τις αναδεικνύει σε ύψιστες ιδιότητες για το ανθρώπινο πνεύμα. Η τέχνη εμφανίζεται ως υπηρέτης αυτής της αρετολογίας, είναι αφιερωμένη στη διαμόρφωση ενός αρετολογικού μοντέλου ζωής και πρόσληψης της πραγματικότητας. Στόχος είναι πάντοτε η πνευματική ανύψωση του ανθρώπου προς την αιώνια ευτυχία, ενώ οι αρετές αποτελούν τις βάσεις στήριξης της ψυχής. Διαβάστε ολόκληρη τη μελέτη εδώ [1] Έργα Ε΄, σ. 230-231. [2] Κόντογλου Φώτης, «Λόγος άτεχνος για τη Θεοσέβεια», στο: Έργα Ι΄ – Ο Μυστικός Κήπος, Αθήνα: Αστήρ, 1975, σ. 7-15. [3] Πολύ κατατοπιστικό σχετικά με τις αρετές στο έργο του Φώτη Κόντογλου είναι το κεφάλαιο «Η αρετολογία του Φωτίου Κόντογλου» του Κωνσταντίνου Καβαρνού, στον τόμο Μνήμη Κόντογλου – Δέκα χρόνια από την κοίμησή του: Κείμενα για το πρόσωπο και το έργο του με εικόνες και σχέδια του ίδιου, Αθήνα: Αστήρ, 1975, σ. 73-80. [4] Έργα Α΄, σ. 95. [5] Έργα Ε΄, σ. 235. [6] Κόντογλου Φώτης, Φημισμένοι άντρες και λησμονημένοι, Αθήνα: Αετός, 1942, σ. 91. [7] Κόρδης Γιώργος, Εικόνα, εικόνισμα, εικονουργία, Αθήνα: Αρμός, 1998, σ. 62-63. [8] Έργα Ε΄, σ. 224. [9] Έργα Ε΄, σ. 77. [10] «Αν είσαι αληθινός τεχνίτης θε να ’σαι τίμιος όσο κανένας άνθρωπος, κι αξιοπρεπής δίχως να ‘σαι ακατάδεχτος, κι απάνου σου θα τσακίζουνται οι σαγίτες της κολακείας…»: Έργα Ε΄, σ. 79. ΠΕΜΠΤΟΥΣΙΑ

13 Ιουνίου 2023

Όταν η Αθηνά Σιδέρη επισκέφθηκε την γερόντισσα Γαλακτία…

…Αυτήν που υποδέχθηκε μετά «βαΐων και κλάδων» ήταν η γνωστή κυρία Αθηνά Σιδέρη του Αγίου Πορφυρίου. Ήρθε με συνοδεία Ρεθυμνιώτες. Μόλις την είδε η Γερόντισσα, την αγκάλιασε και την καταφιλούσε. Πριν προλάβει να μιλήσει η κυρία Αθηνά, της είπε η γιαγιά: «Μη κάνεις αυτό που σκέφτεσαι. Να συνεχίσεις αυτό που σου ‘πε ο Γέροντας (Πορφύριος). Διψά ο κόσμος. Δεν ξέρει πράμα. Να συνεχίσεις παιδί μου…». Συγκινημένη, φανέρωσε σε όλους μας εκεί, ότι σκεφτόταν να σταματήσει τις ομιλίες που τις ανέθεσε ο Άγιος Πορφύριος που ήταν πνευματικός της, γιατί αισθανόταν αδύναμη πια λόγω προβλημάτων υγείας. Το έκανε θέμα προσευχής και καθώς ερχόταν, παρακαλούσε τον Θεό να της μεταφέρει η Γερόντισσα Γαλακτία το θέλημά Του. Τώρα, που το άκουσε, συγκινήθηκε πολύ. Έπειτα, η γιαγιά της κρατούσε το χέρι και της φανέρωσε πολλά ακόμη. Κάποια στιγμή, της είπε: «Μη δίνεις σημασία, που σου λένε κακά λόγια, επειδή λες τα βρώμικα που σου ‘πε ο Μεγάλος Πατέρας της Αμέρικα (Γέρων Εφραίμ ο Φιλοθεΐτης). Να τα λες παιδί μου με το όνομά ντος, ετσα που σου τα ‘πε να γλυτώσουνε μερκοί. (Εννοούσε τα παρά φύση αμαρτήματα). Ετούτανα θα φέρουν εδα τση φωτιές σε όλο τον κόσμο από τις μεγάλες μπαλωθιές (υπερόπλα-πυρηνικά)». Η κυρία Αθηνά εξήγησε ότι ο Άγιος Πορφύριος της είχε τονίσει, να επιδιώξει να πάρει την ευχή του Γέροντα Εφραίμ του Φιλοθεΐτη που ήταν στην Αμερική. Τον χαρακτήριζε πολύ μεγάλο, πολύ μεγαλύτερο από όλους και έλεγε ότι θα χτυπηθεί με λύσσα από το σατανά. Ειδικά από τους διεφθαρμένους ρασοφόρους… Όταν τον γνώρισε τον Γέροντα Εφραίμ η κυρία Αθηνά στην Αριζόνα, της μίλησε για την πολλή μεγάλη αγιότητα του Γέροντά της Αγίου Πορφυρίου και της έδωσε παραγγελία να καυτηριάζει ονομαστικά τις ανώμαλες πράξεις που κυριαρχούν σήμερα, γιατί είναι η βασική αιτία των φοβερών καταστάσεων που έρχονται. Η ίδια, έκανε υπακοή, και έκαμε δημοσίευση μιας σχετικής ομιλίας της στο διαδίκτυο (έχει τίτλο: «η αμαρτία θα φέρει δεινά στην Ελλάδα»). Αυτό, όμως, είχε σαν αποτέλεσμα να δεχθεί μεγάλα πυρά και φοβερές ύβρεις από πλευρά του κλήρου κυρίως… Τα ονομάζουν αυτά «εκδήλωση αγάπης» και λένε πως δεν αφορά την Εκκλησία!!! Όμως, θυμήθηκε, μας είπε η κυρία Αθηνά, μια ρήση του Αγίου Πορφυρίου, που της έδινε δύναμη και την έκανε να προχωρεί με θάρρος. Της είχε πει: «θα έρθει εποχή που ένα εκκλησιαστικό κομμάτι θα αγκαλιάσει το παρά φύσιν! Τότε να αντισταθείτε. Όταν η Εκκλησία συμβιβάζεται με παρά φύσιν καταστάσεις, χάνει τον προορισμό της! Δεν λειτουργεί σαν Εκκλησία του Χριστού! Γι’ αυτό, κάποιοι θα το λένε… Όχι η Εκκλησία. Αργότερα θα συγκληθεί μια Μεγάλη Σύνοδος μετά τον πόλεμο και θα δοξάσει την Ορθοδοξία. Αυτή θα τερματίσει και την παραφυσική αγαπολογία…». Αφού είπε αυτά στο μεσαίο δωμάτιο η κυρία Αθηνά, την φώναξε επίμονα η γιαγιά κοντά της και της ζήτησε να βγάλει το σακάκι της και να της το δώσει. Πάλι ο πατήρ Αντώνιος αντέδρασε. Η κυρία Αθηνά απάντησε: «αφήστε την! Αυτή η κίνηση κρύβει το μεγαλύτερο μυστικό μου…». Η γιαγιά πήρε το σακάκι, που ήταν ένα γκρίζο με πυκνές μαύρες πιτσιλιές, το αγκάλιασε, το σταύρωσε, το έσφιξε στην αγκαλιά της και προσευχήθηκε ψιθυριστά κάποια ώρα… Έπειτα το φίλησε και το έδωσε πίσω στην κυρία Αθηνά. Η κυρία Αθηνά, με δάκρυα είπε, ότι αυτό το σακάκι το είχε ευλογήσει ο Άγιος Πορφύριος και το φορούσε σε κάθε ομιλία! Η γιαγιά το είδε αυτό, γι’ αυτό το ζήτησε και το ευλόγησε και εκείνη. Η κυρία Αθηνά, δεν παρέλειπε να τηλεφωνεί συχνά στη Γερόντισσα μέχρι την κοίμησή της. Ζητούσε την ευχή της. Η γιαγιά το καταλάβαινε και ανταποκρινόταν. Αιωνία η μνήμη της. Να έχουμε την ευχή της γιαγιάς μας Γαλακτίας Μοναχής!